απο H ISTORIA ARXIZEI
Μια φορά κι ένα καιρό ήταν ένας μυλωνάς που είχε τρεις γιους. Σαν έφτασε ο καιρός και γέρος πια και άρρωστος πέθαινε, φώναξε τους τρεις γιους του, και τους είπε:
-Δεν έχω μεγάλο βιος, παρά μόνο το μύλο, ένα γάιδαρο, αυτό το σπίτι κι ένα γάτο. Το μύλο τον αφήνω στο πρώτο μου γιο, το γάιδαρο στο δεύτερο και το γάτο στο τρίτο. Στο σπίτι μπορείτε να μένετε και οι τρεις, ώστε να έχετε μια στέγη πάνω από το κεφάλι σας.
Μετά το θάνατο του πατέρα, ο δεύτερος γιος συνεργάστηκε με τον αδελφό του που είχε πάρει το μύλο κι έτσι θα μπορούσαν να έχουν μια δουλειά. Και μάλιστα κορόιδευαν το μικρό τους αδελφό για τη δική του κληρονομιά, το γάτο. Ο τρίτος, ο δόλιος, κοιτούσε το γάτο, κι αναρωτιόταν σε τι θα μπορούσε να του χρησιμεύσει.
Ένα βράδυ που ο νεαρός είχε πάει βόλτα στο ποτάμι, ακούει ξαφνικά μια φωνή να του λέει:
-Αφέντη μην ανησυχείς. Τώρα που σου ανήκω, και θέλοντας να εξασφαλίσω και τη δική μου ζωή, μπορώ να σου πω ότι είμαι ένας γάτος με χαρίσματα. Αν με αφήσεις θα σε κάνω πλούσιο. Θέλω μόνο τις μπότες σου και ένα σάκο.
Σαν χαμένος κοιτούσε το γάτο του ο νέος, μη μπορώντας να πιστέψει ότι του μιλούσε με ανθρώπινη φωνή.
-Γιατί δεν είχες μιλήσει τόσο καιρό που είσαι μαζί μας;
-Γιατί δεν είχα κανένα λόγο. Τη ζεστή μου γωνιά την είχα, το φαγητό μου το είχα. Τώρα όμως πρέπει να επιβιώσουμε και οι δύο.
Ο νεαρός έβγαλε τις μπότες του και τις έδωσε στο γάτο, και του έδωσε και ένα σακί.
-Όμως εγώ θα είμαι ξυπόλητος;
-Έχε μου εμπιστοσύνη αφέντη και γρήγορα θα έχεις πολλά πλούτη.
Παίρνει λοιπόν το σάκο και φεύγει τρεχάτος. Τον γεμίζει με ζουμερά χορταρικά και τον τοποθετεί κάπου, ανοικτό. Πολύ σύντομα ένας παχουλός λαγός δελεάζεται από το λαχταριστό δόλωμα και πηγαίνει να το φάει. Πετάγεται ο γάτος μας από εκεί που ήταν κρυμμένος και κλείνει το λαγό στο σακί.
Στη συνέχεια ο γάτος, φορτώνεται το σακί και πηγαίνει στο παλάτι, όπου ζητά να δει το βασιλιά.
Ο βασιλιάς σαν άκουσε ότι ζητούσε να τον δει ένας γάτος που μιλούσε, έδωσε την άδεια.
-Τα σέβη μου μεγαλειότατε, είπε ο γάτος κάνοντας υπόκλιση.
Ο αφέντης μου ο Μαρκήσιος του Καραμπά, σου στέλνει ένα δώρο για να εκφράσει το σεβασμό του.
Ο βασιλιάς καλοφαγάς, μόλις είδε το λαγό, και το χαρισματικό γάτο, συμπάθησε αμέσως τον άγνωστο Μαρκήσιο, και η συμπάθεια μεγάλωνε με το καιρό, μια και τέτοια γευστικά δώρα με το καλύτερο κυνήγι, έρχονταν κάθε τρεις ημέρες.
Ο νέος όταν επέστρεφε ο γάτος, ρωτούσε τι γινόταν, αλλά η μόνη απάντηση που έπαιρνε ήταν :
-Μην ανησυχείς αφέντη, δουλεύω και για τους δυο μας. Όταν έρθει η ώρα θα πρέπει να κάνεις ότι σου πω.
Και έφτασε ένα πρωινό, που ο γάτος έμαθε, ότι ο βασιλιάς θα έβγαινε με συντροφιά τη μονάκριβη κόρη του, για περίπατο με την άμαξα του.
-Γρήγορα,.. είπε στον αφέντη του, πρέπει να πάμε στο ποτάμι.
Όταν έφτασαν εκεί, του ζήτησε να βγάλει όλα τα ρούχα του και να βουτήξει στο νερό. Κι ότι γίνει να συμφωνεί πάντα μαζί του. Έτσι κι έγινε. Ο νέος βούτηξε στο ποτάμι γυμνός και περίμενε.
Σαν πλησίαζε η άμαξα, ο γάτος πετάχτηκε μπροστά της φωνάζοντας:
-Βοήθεια, ληστές έκλεψαν τα ρούχα του αφέντη μου, του Μαρκήσιου του Καραμπά και τον άφησαν γυμνό στο ποτάμι.
Ο βασιλιάς που αναγνώρισε τον υπηρέτη, έδωσε αμέσως εντολή στη φρουρά του να βοηθήσουν το Μαρκήσιο. Ακόμα έστειλε στο παλάτι κάποιον να φέρει ρούχα στεγνά και καθαρά για να φορέσει ο άρχοντας. Τα ρούχα ήρθαν, ο Μαρκήσιος με τη βοήθεια των φρουρών, ντύθηκε μεγαλοπρεπέστατα, και παρουσιάστηκε με τον γάτο, μπροστά στο βασιλιά και τη κόρη του.
Ο γάτος έκανε τη παρουσίαση:
-Μεγαλειότατε σας παρουσιάζω τον αφέντη μου Μαρκήσιο του Καραμπά.
-Ο νέος χωρίς να πει τίποτα υποκλίθηκε και υπέβαλε τα σέβη του, ευχαριστώντας το βασιλιά για τη πολύτιμη βοήθεια του.
-Κι ο βασιλιάς του απάντησε ότι ήταν το λιγότερο που μπορούσε να κάνει για έναν άρχοντα, που τόσο καιρό τον τιμούσε με το καλύτερο κυνήγι που του έστελνε, και ακόμα χαιρόταν, που έστω και με αυτές τις συνθήκες, έκανε τη γνωριμία του επιτέλους.
Όταν σύστησε τη κόρη του, οι δύο νέοι κοιτάχτηκαν με ευχαρίστηση. Η βασιλοπούλα τον έβρισκε πολύ όμορφο, αλλά και ο νέος, ήταν εξίσου γοητευμένος.
Αφού έδωσε ο γάτος οδηγίες στον αμαξά, πρότεινε στον αφέντη του να προσκαλέσει στο κάστρο του, το βασιλιά με τη βασιλοπούλα. Ο βασιλιάς δέχθηκε ευχαρίστως.
Και τότε ο πονηρός γάτος, τους είπε:
-Μπορείτε να έρθετε με την ησυχία σας. Θα μου επιτρέψετε να προηγηθώ, για να εκτελέσω τις εντολές του αφέντη μου, για την υποδοχή σας.
Κόβοντας δρόμο, έφτασε σε μια περιοχή, που υπήρχε ένα κάστρο, και που ήξερε, ότι ανήκε σε ένα πολύ κακό μάγο, πλούσιο, ιδιοκτήτη όλης της γύρω περιοχής, και ο οποίος, καταδυνάστευε τους φτωχούς αγρότες που είχε στη δούλεψη του.
Φτάνοντας ο γάτος στα χωράφια με το πιο υπέροχο στάρι, είπε στους αγρότες:
-Ωραίο στάρι, σε ποιον ανήκει;
-Στο μάγο που μένει στο κάστρο,..του απάντησαν.Εκείνος παίρνει τα περισσότερα κι εμάς μας αφήνει και πεινάμε. Είναι όμως δυνατός και τον φοβόμαστε.
-Φίλοι μου τα βάσανα σας τελείωσαν. Ο αφέντης μου ο Μαρκήσιος του Καραμπά, θα διώξει το μάγο από τη ζωή σας, αρκεί μόνο, από εδώ και πέρα όποιος σας ρωτά, σε ποιον ανήκουν τα χωράφια με το στάρι, να λέτε ότι ανήκουν στο Μαρκήσιο του Καραμπά.
Εκείνοι δέχθηκαν με λαχτάρα. Το ίδιο ακριβώς συμφωνήθηκε με τους αγρότες των αμπελώνων του μάγου, με τους σταβλίτες των στάβλων του μάγου, και γενικά με όλους όσους ήταν στην υπηρεσία του μάγου.
Έπειτα ο γάτος, πήγε στο κάστρο και ζήτησε να δει το μάγο, γιατί ήθελε να υποβάλει τα σέβη του μια και είχε ακούσει για τις θαυμαστές ικανότητες του, να μεταμορφώνεται.
Κολακευμένος ο μάγος, δέχθηκε το γάτο, και καμάρωσε με τους επαίνους και τις κολακείες του.
-Άρχοντα μου, είπε ο γάτος όλο ταπεινότητα,.. ήθελα πολύ να σε γνωρίσω, γιατί έχω ακούσει τόσα για σένα από τον αφέντη μου το Μαρκήσιο του Καραμπά, ήμουν όμως δύσπιστος ο ίδιος. Και πείθομαι μόνο από τα δικά μου μάτια.
-Τι ακριβώς δεν πιστεύεις;;
-Είναι αλήθεια ότι μπορείς να μεταμορφωθείς στο μεγαλύτερο πλάσμα που υπάρχει;;
Μπορείς να μεταμορφωθείς σε ένα δράκο ας πούμε;;
Αμέσως ο μάγος μεταμορφώθηκε σε δράκο, κι ο γάτος κάνοντας το φοβισμένο φώναξε:
-Εντάξει με έπεισες, όμως μπορείς να μεταμορφωθείς και σε ένα λιοντάρι;
Ο μάγος άλλαξε μορφή και έγινε λιοντάρι. Και στη συνέχεια έπαιρνε όποια μορφή του ζητούσε ο γάτος. Στο τέλος κουρασμένος του είπε:
-Κουράστηκα και χρειάζομαι ξεκούραση. Ελπίζω τώρα να πείστηκες.
Κι ο γάτος που πέτυχε στο σκοπό του να κουράσει το μάγο, του είπε:
-Εντάξει σίγουρα μπορείς να μεταμορφωθείς σε τόσο μεγάλα ζώα. Είμαι όμως πεπεισμένος ότι δε θα μπορούσες ποτέ να μεταμορφωθείς σε κάτι μικρό, όπως για παράδειγμα...σε ένα ποντίκι.
Πειραγμένος εντελώς από τα λόγια του γάτου, ο μάγος μεταμορφώθηκε αμέσως σε ένα ποντίκι.
Τότε ο γάτος όρμησε και έκανε το κουρασμένο ποντίκι, μια χαψιά.
Έτσι τελείωσε η βασιλεία του μάγου. Οι υπηρέτες δεν μπορούσαν να κρύψουν τη χαρά τους, και θέλησαν να μάθουν σε ποιον οφείλουν τη σωτηρία τους.
-Τη σωτηρία σας όλοι την οφείλετε στο πιο δίκαιο αφέντη του κόσμου, το Μαρκήσιο του Καραμπά που είναι και ο νέος αφέντης σας. Μαζί του θα ζήσουμε όλοι ευτυχισμένοι.
Και μάλιστα φτάνει σε λίγο, και θα ήθελα να του ετοιμάσετε ένα τραπέζι με ότι καλύτερο υπάρχει.
Όλοι έτρεξαν να εκτελέσουν τις εντολές του νέου αφέντη τους, χαρούμενοι.
Στο μεταξύ, ο βασιλιάς είχε φτάσει στα χωράφια με το στάρι, και σταματώντας θαυμάζοντας τη σοδειά, ρώτησε έναν αγρότη σε ποιον ανήκουν. Εκείνος του είπε:
-Ο αφέντης μας είναι ο Μαρκήσιος του Καραμπά.
Ικανοποιημένος ο βασιλιάς, σταμάτησε στους αμπελώνες, παίρνοντας κι εκεί την ίδια απάντηση, και στη συνέχεια στους στάβλους.
Έπειτα έφτασε στο κάστρο, όπου η υποδοχή ήταν πράγματι μεγαλοπρεπής.
Ο γάτος στην είσοδο, τους καλωσόρισε στο κάστρο του Μαρκήσιου του Καραμπά, και τους οδήγησε στην τραπεζαρία, όπου τους περίμεναν τα ωραιότερα φαγητά, τα πιο νόστιμα γλυκά και τα πιο μεθυστικά κρασιά.
Κάποια στιγμή είπε στον αφέντη του, ιδιαιτέρως:
-Όπως σου υποσχέθηκα αφέντη, είναι όλα δικά σου, καθώς και ο θησαυρός που είναι κρυμμένος στο υπόγειο θησαυροφυλάκιο.
-Μα πώς;; Τι έγινε;;
-Κάποια μέρα αφέντη ίσως να σου τα πω. Εγώ εκπλήρωσα την υπόσχεση μου.
Ο βασιλιάς κατενθουσιασμένος πρότεινε στο Μαρκήσιο να κάνει γυναίκα του τη κόρη του και ο νέος δέχθηκε με χαρά.
Έζησαν όλοι με αγάπη και καλοσύνη, χωρίς να ανησυχούν για τίποτα.
Ο γάτος μας έμεινε σύμβουλος του Μαρκήσιου του Καραμπά, του πρώην γιου του μυλωνά, για όλη τη ζωή του, χωρίς να κοπιάσει πια για τίποτα.
Κι έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.
Μια φορά κι ένα καιρό ήταν ένας μυλωνάς που είχε τρεις γιους. Σαν έφτασε ο καιρός και γέρος πια και άρρωστος πέθαινε, φώναξε τους τρεις γιους του, και τους είπε:
-Δεν έχω μεγάλο βιος, παρά μόνο το μύλο, ένα γάιδαρο, αυτό το σπίτι κι ένα γάτο. Το μύλο τον αφήνω στο πρώτο μου γιο, το γάιδαρο στο δεύτερο και το γάτο στο τρίτο. Στο σπίτι μπορείτε να μένετε και οι τρεις, ώστε να έχετε μια στέγη πάνω από το κεφάλι σας.
Μετά το θάνατο του πατέρα, ο δεύτερος γιος συνεργάστηκε με τον αδελφό του που είχε πάρει το μύλο κι έτσι θα μπορούσαν να έχουν μια δουλειά. Και μάλιστα κορόιδευαν το μικρό τους αδελφό για τη δική του κληρονομιά, το γάτο. Ο τρίτος, ο δόλιος, κοιτούσε το γάτο, κι αναρωτιόταν σε τι θα μπορούσε να του χρησιμεύσει.
Ένα βράδυ που ο νεαρός είχε πάει βόλτα στο ποτάμι, ακούει ξαφνικά μια φωνή να του λέει:
-Αφέντη μην ανησυχείς. Τώρα που σου ανήκω, και θέλοντας να εξασφαλίσω και τη δική μου ζωή, μπορώ να σου πω ότι είμαι ένας γάτος με χαρίσματα. Αν με αφήσεις θα σε κάνω πλούσιο. Θέλω μόνο τις μπότες σου και ένα σάκο.
Σαν χαμένος κοιτούσε το γάτο του ο νέος, μη μπορώντας να πιστέψει ότι του μιλούσε με ανθρώπινη φωνή.
-Γιατί δεν είχες μιλήσει τόσο καιρό που είσαι μαζί μας;
-Γιατί δεν είχα κανένα λόγο. Τη ζεστή μου γωνιά την είχα, το φαγητό μου το είχα. Τώρα όμως πρέπει να επιβιώσουμε και οι δύο.
Ο νεαρός έβγαλε τις μπότες του και τις έδωσε στο γάτο, και του έδωσε και ένα σακί.
-Όμως εγώ θα είμαι ξυπόλητος;
-Έχε μου εμπιστοσύνη αφέντη και γρήγορα θα έχεις πολλά πλούτη.
Παίρνει λοιπόν το σάκο και φεύγει τρεχάτος. Τον γεμίζει με ζουμερά χορταρικά και τον τοποθετεί κάπου, ανοικτό. Πολύ σύντομα ένας παχουλός λαγός δελεάζεται από το λαχταριστό δόλωμα και πηγαίνει να το φάει. Πετάγεται ο γάτος μας από εκεί που ήταν κρυμμένος και κλείνει το λαγό στο σακί.
Στη συνέχεια ο γάτος, φορτώνεται το σακί και πηγαίνει στο παλάτι, όπου ζητά να δει το βασιλιά.
Ο βασιλιάς σαν άκουσε ότι ζητούσε να τον δει ένας γάτος που μιλούσε, έδωσε την άδεια.
-Τα σέβη μου μεγαλειότατε, είπε ο γάτος κάνοντας υπόκλιση.
Ο αφέντης μου ο Μαρκήσιος του Καραμπά, σου στέλνει ένα δώρο για να εκφράσει το σεβασμό του.
Ο βασιλιάς καλοφαγάς, μόλις είδε το λαγό, και το χαρισματικό γάτο, συμπάθησε αμέσως τον άγνωστο Μαρκήσιο, και η συμπάθεια μεγάλωνε με το καιρό, μια και τέτοια γευστικά δώρα με το καλύτερο κυνήγι, έρχονταν κάθε τρεις ημέρες.
Ο νέος όταν επέστρεφε ο γάτος, ρωτούσε τι γινόταν, αλλά η μόνη απάντηση που έπαιρνε ήταν :
-Μην ανησυχείς αφέντη, δουλεύω και για τους δυο μας. Όταν έρθει η ώρα θα πρέπει να κάνεις ότι σου πω.
Και έφτασε ένα πρωινό, που ο γάτος έμαθε, ότι ο βασιλιάς θα έβγαινε με συντροφιά τη μονάκριβη κόρη του, για περίπατο με την άμαξα του.
-Γρήγορα,.. είπε στον αφέντη του, πρέπει να πάμε στο ποτάμι.
Όταν έφτασαν εκεί, του ζήτησε να βγάλει όλα τα ρούχα του και να βουτήξει στο νερό. Κι ότι γίνει να συμφωνεί πάντα μαζί του. Έτσι κι έγινε. Ο νέος βούτηξε στο ποτάμι γυμνός και περίμενε.
Σαν πλησίαζε η άμαξα, ο γάτος πετάχτηκε μπροστά της φωνάζοντας:
-Βοήθεια, ληστές έκλεψαν τα ρούχα του αφέντη μου, του Μαρκήσιου του Καραμπά και τον άφησαν γυμνό στο ποτάμι.
Ο βασιλιάς που αναγνώρισε τον υπηρέτη, έδωσε αμέσως εντολή στη φρουρά του να βοηθήσουν το Μαρκήσιο. Ακόμα έστειλε στο παλάτι κάποιον να φέρει ρούχα στεγνά και καθαρά για να φορέσει ο άρχοντας. Τα ρούχα ήρθαν, ο Μαρκήσιος με τη βοήθεια των φρουρών, ντύθηκε μεγαλοπρεπέστατα, και παρουσιάστηκε με τον γάτο, μπροστά στο βασιλιά και τη κόρη του.
Ο γάτος έκανε τη παρουσίαση:
-Μεγαλειότατε σας παρουσιάζω τον αφέντη μου Μαρκήσιο του Καραμπά.
-Ο νέος χωρίς να πει τίποτα υποκλίθηκε και υπέβαλε τα σέβη του, ευχαριστώντας το βασιλιά για τη πολύτιμη βοήθεια του.
-Κι ο βασιλιάς του απάντησε ότι ήταν το λιγότερο που μπορούσε να κάνει για έναν άρχοντα, που τόσο καιρό τον τιμούσε με το καλύτερο κυνήγι που του έστελνε, και ακόμα χαιρόταν, που έστω και με αυτές τις συνθήκες, έκανε τη γνωριμία του επιτέλους.
Όταν σύστησε τη κόρη του, οι δύο νέοι κοιτάχτηκαν με ευχαρίστηση. Η βασιλοπούλα τον έβρισκε πολύ όμορφο, αλλά και ο νέος, ήταν εξίσου γοητευμένος.
Αφού έδωσε ο γάτος οδηγίες στον αμαξά, πρότεινε στον αφέντη του να προσκαλέσει στο κάστρο του, το βασιλιά με τη βασιλοπούλα. Ο βασιλιάς δέχθηκε ευχαρίστως.
Και τότε ο πονηρός γάτος, τους είπε:
-Μπορείτε να έρθετε με την ησυχία σας. Θα μου επιτρέψετε να προηγηθώ, για να εκτελέσω τις εντολές του αφέντη μου, για την υποδοχή σας.
Κόβοντας δρόμο, έφτασε σε μια περιοχή, που υπήρχε ένα κάστρο, και που ήξερε, ότι ανήκε σε ένα πολύ κακό μάγο, πλούσιο, ιδιοκτήτη όλης της γύρω περιοχής, και ο οποίος, καταδυνάστευε τους φτωχούς αγρότες που είχε στη δούλεψη του.
Φτάνοντας ο γάτος στα χωράφια με το πιο υπέροχο στάρι, είπε στους αγρότες:
-Ωραίο στάρι, σε ποιον ανήκει;
-Στο μάγο που μένει στο κάστρο,..του απάντησαν.Εκείνος παίρνει τα περισσότερα κι εμάς μας αφήνει και πεινάμε. Είναι όμως δυνατός και τον φοβόμαστε.
-Φίλοι μου τα βάσανα σας τελείωσαν. Ο αφέντης μου ο Μαρκήσιος του Καραμπά, θα διώξει το μάγο από τη ζωή σας, αρκεί μόνο, από εδώ και πέρα όποιος σας ρωτά, σε ποιον ανήκουν τα χωράφια με το στάρι, να λέτε ότι ανήκουν στο Μαρκήσιο του Καραμπά.
Εκείνοι δέχθηκαν με λαχτάρα. Το ίδιο ακριβώς συμφωνήθηκε με τους αγρότες των αμπελώνων του μάγου, με τους σταβλίτες των στάβλων του μάγου, και γενικά με όλους όσους ήταν στην υπηρεσία του μάγου.
Έπειτα ο γάτος, πήγε στο κάστρο και ζήτησε να δει το μάγο, γιατί ήθελε να υποβάλει τα σέβη του μια και είχε ακούσει για τις θαυμαστές ικανότητες του, να μεταμορφώνεται.
Κολακευμένος ο μάγος, δέχθηκε το γάτο, και καμάρωσε με τους επαίνους και τις κολακείες του.
-Άρχοντα μου, είπε ο γάτος όλο ταπεινότητα,.. ήθελα πολύ να σε γνωρίσω, γιατί έχω ακούσει τόσα για σένα από τον αφέντη μου το Μαρκήσιο του Καραμπά, ήμουν όμως δύσπιστος ο ίδιος. Και πείθομαι μόνο από τα δικά μου μάτια.
-Τι ακριβώς δεν πιστεύεις;;
-Είναι αλήθεια ότι μπορείς να μεταμορφωθείς στο μεγαλύτερο πλάσμα που υπάρχει;;
Μπορείς να μεταμορφωθείς σε ένα δράκο ας πούμε;;
Αμέσως ο μάγος μεταμορφώθηκε σε δράκο, κι ο γάτος κάνοντας το φοβισμένο φώναξε:
-Εντάξει με έπεισες, όμως μπορείς να μεταμορφωθείς και σε ένα λιοντάρι;
Ο μάγος άλλαξε μορφή και έγινε λιοντάρι. Και στη συνέχεια έπαιρνε όποια μορφή του ζητούσε ο γάτος. Στο τέλος κουρασμένος του είπε:
-Κουράστηκα και χρειάζομαι ξεκούραση. Ελπίζω τώρα να πείστηκες.
Κι ο γάτος που πέτυχε στο σκοπό του να κουράσει το μάγο, του είπε:
-Εντάξει σίγουρα μπορείς να μεταμορφωθείς σε τόσο μεγάλα ζώα. Είμαι όμως πεπεισμένος ότι δε θα μπορούσες ποτέ να μεταμορφωθείς σε κάτι μικρό, όπως για παράδειγμα...σε ένα ποντίκι.
Πειραγμένος εντελώς από τα λόγια του γάτου, ο μάγος μεταμορφώθηκε αμέσως σε ένα ποντίκι.
Τότε ο γάτος όρμησε και έκανε το κουρασμένο ποντίκι, μια χαψιά.
Έτσι τελείωσε η βασιλεία του μάγου. Οι υπηρέτες δεν μπορούσαν να κρύψουν τη χαρά τους, και θέλησαν να μάθουν σε ποιον οφείλουν τη σωτηρία τους.
-Τη σωτηρία σας όλοι την οφείλετε στο πιο δίκαιο αφέντη του κόσμου, το Μαρκήσιο του Καραμπά που είναι και ο νέος αφέντης σας. Μαζί του θα ζήσουμε όλοι ευτυχισμένοι.
Και μάλιστα φτάνει σε λίγο, και θα ήθελα να του ετοιμάσετε ένα τραπέζι με ότι καλύτερο υπάρχει.
Όλοι έτρεξαν να εκτελέσουν τις εντολές του νέου αφέντη τους, χαρούμενοι.
Στο μεταξύ, ο βασιλιάς είχε φτάσει στα χωράφια με το στάρι, και σταματώντας θαυμάζοντας τη σοδειά, ρώτησε έναν αγρότη σε ποιον ανήκουν. Εκείνος του είπε:
-Ο αφέντης μας είναι ο Μαρκήσιος του Καραμπά.
Ικανοποιημένος ο βασιλιάς, σταμάτησε στους αμπελώνες, παίρνοντας κι εκεί την ίδια απάντηση, και στη συνέχεια στους στάβλους.
Έπειτα έφτασε στο κάστρο, όπου η υποδοχή ήταν πράγματι μεγαλοπρεπής.
Ο γάτος στην είσοδο, τους καλωσόρισε στο κάστρο του Μαρκήσιου του Καραμπά, και τους οδήγησε στην τραπεζαρία, όπου τους περίμεναν τα ωραιότερα φαγητά, τα πιο νόστιμα γλυκά και τα πιο μεθυστικά κρασιά.
Κάποια στιγμή είπε στον αφέντη του, ιδιαιτέρως:
-Όπως σου υποσχέθηκα αφέντη, είναι όλα δικά σου, καθώς και ο θησαυρός που είναι κρυμμένος στο υπόγειο θησαυροφυλάκιο.
-Μα πώς;; Τι έγινε;;
-Κάποια μέρα αφέντη ίσως να σου τα πω. Εγώ εκπλήρωσα την υπόσχεση μου.
Ο βασιλιάς κατενθουσιασμένος πρότεινε στο Μαρκήσιο να κάνει γυναίκα του τη κόρη του και ο νέος δέχθηκε με χαρά.
Έζησαν όλοι με αγάπη και καλοσύνη, χωρίς να ανησυχούν για τίποτα.
Ο γάτος μας έμεινε σύμβουλος του Μαρκήσιου του Καραμπά, του πρώην γιου του μυλωνά, για όλη τη ζωή του, χωρίς να κοπιάσει πια για τίποτα.
Κι έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ευχαριστούμε πολύ για την επίσκεψη!
Τα μόνα σχόλια που σβήνω είναι οι ύβρεις.