Τρίτη 27 Δεκεμβρίου 2011

Χριστούγεννα στην Ελλάδα

Με έθιμα και παραδόσεις που έχουν τις ρίζες τους βαθιά πίσω στο χρόνο γιορτάζει η Ελλάδα τη γέννηση του Χριστού. Πόλεις και χωριά σε όλη τη χώρα στολίζονται, φωτίζονται και οι προετοιμασίες για την άφιξη της πιο χαρούμενης γιορτής της Χριστιανοσύνης «ντύνονται» με μελωδίες και παίρνουν άρωμα από τις κουζίνες των νοικοκυριών. Στα χωριά της βόρειας Ελλάδας, από τις παραμονές των εορτών ο νοικοκύρης ψάχνει στα χωράφια και διαλέγει το πιο όμορφο, το πιο γερό, το πιο χοντρό ξύλο από πεύκο ή ελιά και το πάει σπίτι του. Αυτό ονομάζεται Χριστόξυλο και είναι το ξύλο που θα καίει για όλο το δωδεκαήμερο των εορτών, από τα Χριστούγεννα μέχρι και τα Φώτα, στο τζάκι του σπιτιού. Η στάχτη των ξύλων αυτών προφύλασσε το σπίτι και τα χωράφια από κάθε κακό.

Πριν ο νοικοκύρης φέρει το Χριστόξυλο, η νοικοκυρά φροντίζει να έχει καθαρίσει το σπίτι και με ιδιαίτερη προσοχή το τζάκι, ώστε να μη μείνει ούτε ίχνος από την παλιά στάχτη. Καθαρίζουν ακόμη και την καπνοδόχο, για να μή βρίσκουν πατήματα να κατέβουν οι καλικάντζαροι, τα κακά δαιμόνια, όπως λένε στα παραδοσιακά χριστουγεννιάτικα παραμύθια. Το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων, όταν όλη η οικογένεια θα είναι μαζεμένη γύρω από το τζάκι, ο νοικοκύρης του σπιτιού ανάβει την καινούρια φωτιά και μπαίνει στην εστία το Χριστόξυλο. Σύμφωνα με τις παραδόσεις του λαού, καθώς καίγεται το Χριστόξυλο, ζεσταίνεται ο Χριστός στη φάτνη Του. Σε κάθε σπιτικό, οι νοικοκυραίοι προσπαθούν το Χριστόξυλο να καίει μέχρι τα Φώτα.
Στις περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης εμφανίζεται το έθιμο των μεταμφιέσεων, που φαίνεται πως έχει σχέση με τους καλικάντζαρους.
Στα χωριά Πλατανιά και Σιταγροί του Νομού Δράμας συναντάμε το έθιμο των Μωμόγερων, το οποίο προέρχεται από του Πόντιους πρόσφυγες. Η ονομασία έχει τις ρίζες της στις λέξεις μίμος ή μώμος και γέρος και συνδέεται με τις μιμητικές κινήσεις των πρωταγωνιστών. Αυτοί, φορώντας τομάρια ζώων – λύκων, τράγων ή άλλων – ή ντυμένοι με στολές ανθρώπων οπλισμένων με σπαθιά, έχουν τη μορφή γεροντικών προσώπων. Οι Μωμόγεροι εμφανίζονται καθ’ όλη τη διάρκεια του δωδεκαημέρου των εορτών, και προσδοκώντας τύχη για τη νέα χρονιά, γυρίζουν σε παρέες στους δρόμους των χωριών και τραγουδούν τα κάλαντα ή άλλους ευχετικούς στίχους. Όταν δύο παρέες συναντηθούν, κάνουν ψευτοπόλεμο μεταξύ τους, ώσπου η μία ομάδα να νικήσει και η άλλη να δηλώσει υποταγή.
Παραλλαγές του ίδιου εθίμου συναντώνται σε χωριά της Κοζάνης και της Καστοριάς, με την ονομασία Ραγκουτσάρια.
Στην Πέλλα αναβιώνει το έθιμο της «Κόλιντα Μπάμπω», όπου οι κάτοικοι ανάβουν φωτιές φωνάζοντας «κόλιντα μπάμπω», που σημαίνει «σφάζουν γιαγιά». Σύμφωνα με το έθιμο, οι φωτιές ανάβουν για να μάθουν οι άνθρωποι για τη σφαγή του Ηρώδη και να προφυλαχτούν.
Στη Σιάτιστα Κοζάνης αναβιώνουν οι «κλαδαριές», φωτιές που ανάβονται για να ζεστάνουν τον Χριστό, τα «κόλιαντα», κάλαντα στο τοπικό σιατιστινό ιδίωμα, και τα «μπουμπουσάρια», τα καρναβάλια με το καθαρά σιατιστινό Αϊβασιλιάτικο χορό.
Στη Φλώρινα, οι κάτοικοι υποδέχονται τη γέννηση του Χριστού ανάβοντας μεγάλες φωτιές στις 12 τα μεσάνυχτα, που συμβολίζουν τη φωτιά που άναψαν οι ποιμένες της Βηθλεέμ για να ζεσταθεί ο νεογέννητος Χριστός. Φωτιές ανάβουν επίσης και το βράδυ της Πρωτοχρονιάς.
ΘΕΣΣΑΛΙΑ
Ένα από τα σημαντικότερα χριστουγεννιάτικα έθιμα της Θεσσαλίας είναι το σφάξιμο του γουρουνιού. Η προετοιμασία για το σφάξιμο γινόταν με εξαιρετική φροντίδα, ενώ επακολουθούσε γλέντι μέχρι τα ξημερώματα, για να επαναληφθεί η ίδια διαδικασία την επόμενη και τη μεθεπόμενη μέρα. Τρεις-τέσσερις συγγενικές οικογένειες καθόριζαν με τη σειρά ποιά ημέρα θα έσφαζε το γουρούνι της. Η ημέρα αυτή καθιερώθηκε ως «γουρουνοχαρά» ή «γρουνουχαρά». Όταν μάλιστα προσκαλούσαν κάποιον, δεν έλεγαν «έλα να σφάξουμε το γουρούνι», αλλά «έλα, έχουμε γουρουνοχαρά».
Τα μεσάνυχτα της παραμονής των Χριστουγέννων γίνεται το λεγόμενο «τάισμα» της βρύσης. Οι κοπέλες πηγαίνουν στην πιο κοντινή βρύση «για να κλέψουν το άκραντο νερό». Το λένε άκραντο, δηλαδή αμίλητο, γιατί δε βγάζουν λέξη σ’ όλη τη διαδρομή. Αλείφουν τις βρύσες του χωριού με βούτυρο και μέλι, με την ευχή, όπως τρέχει το νερό να τρέχει και η προκοπή στο σπίτι τον καινούργιο χρόνο και όπως γλυκό είναι το μέλι, έτσι γλυκιά να είναι και η ζωή τους. Για να έχουν καλή σοδειά, όταν φτάνουν εκεί, την «ταΐζουν», με διάφορες λιχουδιές, όπως βούτυρο, ψωμί, τυρί, όσπρια ή κλαδί ελιάς. Έλεγαν μάλιστα πως όποια θα πήγαινε πρώτη στη βρύση, αυτή θα στεκόταν και η πιο τυχερή ολόκληρο το χρόνο. Έπειτα ρίχνουν στη στάμνα ένα βατόφυλλο και τρία χαλίκια, «κλέβουν νερό» και γυρίζουν στα σπίτια τους πάλι αμίλητες μέχρι να πιούνε όλοι από το άκραντο νερό. Με το ίδιο νερό ραντίζουν και τις τέσσερις γωνίες του σπιτιού, ενώ σκορπούν στο σπίτι και τα τρία χαλίκια.
Σε πολλά χωριά της Θεσσαλίας, επιστρέφοντας από την εκκλησία στο σπίτι, τα κορίτσια βάζουν παραδίπλα στο αναμμένο τζάκι κλωνάρια κέδρου που τα ξεδιαλέγουν, ενώ τα αγόρια τοποθετούν κλαδιά από αγριοκερασιά. Τα μικρά αυτά κλαδιά δέντρων αντιπροσωπεύουν τις προσωπικές τους επιθυμίες για την πραγματοποίηση μιας όμορφης ζωής. Φροντίζουν μάλιστα τα κλαδιά αυτά να είναι λυγερά και παρακολουθούν με ενδιαφέρον ποιο κλωνάρι θα καεί πρώτο, καθώς λένε πως αυτό είναι καλό σημάδι για το κορίτσι ή το αγόρι, αντίστοιχα, και συγκεκριμένα πως θα είναι αυτό που θα παντρευτεί πρώτο.
Ξεχωριστό «χρώμα» έχουν τα Χριστούγεννα για τους Καραγκούνηδες της Θεσσαλίας, τα έθιμα και οι παραδόσεις των ημερών στους οποίους έχουν τις ρίζες τους βαθιά πίσω στο χρόνο.
Η γιορτή των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς ασκούσε ανέκαθεν τεράστια επίδραση στην καραγκούνικη ψυχή, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο εκπαιδευτικός και μελετητής, Ζήσης Τζιαμούρτας.
Την παραμονή, αναφέρει χαρακτηριστικά, οι νοικοκυρές ήταν από νωρίς στο πόδι, προετοιμάζοντας με ιδιαίτερη φροντίδα και λαχτάρα τις κλούρες για τα μικρά παιδιά, που θα τραγουδούσαν στο χωριό την παραμονή, τις αυγοκλούρες, αλλά και τη Χριστουγεννιάτικη κότα.
Την παραγεμιστή κότα, όπως την έλεγαν, που στο εσωτερικό της έβαζαν λίγο ρύζι, σύκα, σταφίδες, εντόσθια από κοτόπουλο και κομμάτια από πρόσφορα για να είναι ευλογημένο το τραπέζι του Χριστού.
Πριν ξημερώσει, κατά τις τρεις, με τα καινούργια τους ρούχα και «καθαροί» από τη νηστεία των 40 ημερών έπαιρναν το δρόμο για την εκκλησία με ξεχωριστή ευλάβεια, για να παρακολουθήσουν τη Θεία Λειτουργία και να πάρουν τη μεταλαβιά.
Όταν τελείωνε η λειτουργία, οι γυναίκες μοίραζαν στους ενορίτες, άλλες μέσα στο ναό, ψωμί, που είχαν στις κανίστρες και τηγανισμένα κοτόπουλα που είχαν σε χωμάτινα πιάτα και άλλες έξω στην αυλή για να πασχίσουν οι ψυχές των πεθαμένων, λέγοντας την ευχή «Χρόνια πολλά και ο Θεός σχωρέσ’».
Όταν όλοι οι χωριανοί έβγαιναν από την εκκλησία, στον αύλειο χώρο, χαρούμενοι και γελαστοί έλεγαν μεταξύ τους «Χρόνια πολλά». Δεν ασπάζονταν οι μικρότερες ούτε οι νύφες τα χέρια των μεγαλυτέρων, όταν μεταλάβαιναν τα άχραντα μυστήρια. Μερικοί δε τουφεκούσαν με τους γκράδες.
Και αυτό, εξηγεί ο κ. Τζιαμούρτας, για να απομακρυνθούν τα κακά πνεύματα που επενεργούν πάντοτε επικίνδυνα στις προσπάθειες των ανθρώπων, όπως πίστευαν.
Το μεσημέρι, όλη η οικογένεια, καθισμένη στην ψάθα γύρω από την τάβλα, έτρωγε τη παραγεμιστή κότα και σούπα, αφού πρώτα έκαναν το σταυρό τους. Το γεγονός των Χριστουγέννων δεν το έψελναν μόνο μέσα στην εκκλησία οι Καραγκούνηδες, αλλά και τα μικρά παιδιά, ηλικίας 8-13 ετών, την παραμονή, γυρνώντας σε όλα τα σπίτια του χωριού πριν ακόμα χαράξει καλά.
ΗΠΕΙΡΟΣ
Tο «αναμμένο πουρνάρι» είναι μια ωραία συνήθεια που βασίζεται σε μια παλιά παράδοση. Όταν γεννήθηκε ο Χριστός και πήγαν, λέει, οι βοσκοί να προσκυνήσουν, ήταν νύχτα σκοτεινή. Βρήκαν κάπου ένα ξερό πουρνάρι κι έκοψαν τα κλαδιά του. Πήρε ο καθένας από ένα κλαδί στο χέρι, του έβαλε φωτιά και γέμισε το σκοτεινό βουνό χαρούμενες φωτιές και τριξίματα και κρότους. Από τότε, λοιπόν, έχουν τη συνήθεια στα χωριά της Άρτας, όποιος πάει στο σπίτι του γείτονα, για να πει τα χρόνια πολλά, καθώς και όλα τα παιδιά τα παντρεμένα, που θα πάνε στο πατρικό τους, για να φιλήσουν το χέρι του πατέρα και της μάνας τους, να κρατούν ένα κλαρί πουρνάρι, ή ό,τι άλλο δεντρικό που καίει τρίζοντας. Στο δρόμο το ανάβουν και το πηγαίνουν έτσι αναμμένο στο πατρικό τους σπίτι και γεμίζουν χαρούμενες φωτιές και κρότους τα σκοτεινά δρομάκια του χωριού.
Στα Γιάννενα δεν κρατούν ολόκληρο το πουρνάρι αναμμένο στο χέρι τους, αλλά κρατούν στη χούφτα τους μια χεριά δαφνόφυλλα και πουρναρόφυλλα, που τα πετούν στο τζάκι, μόλις μπούνε και καλημερίζουν. Κι όταν τα φύλλα τα ξερά πιάσουν φωτιά κι αρχίσουν να τρίζουν και να πετάνε σπίθες, εύχονται: «Αρνιά, κατσίκια, νύφες και γαμπρούς!». Αυτή είναι η καλύτερη ευχή για κάθε νοικοκύρη. Να προκόβουν τα κοπάδια του, να πληθαίνει η φαμελιά του, να μεγαλώνουν τα κορίτσια και τα παλικάρια του, να του φέρνουν στο σπίτι νύφες και γαμπρούς, να του δώσουν εγγόνια που δε θ’ αφήσουν τ’ όνομα το πατρικό να σβήσει.
ΙΟΝΙΟ-ΖΑΚΥΝΘΟΣ
Στη Ζάκυνθο, ένα νησί που υπήρξε για πολλούς αιώνες σταυροδρόμι λαών και πολιτισμών τα έθιμα σχηματοποιήθηκαν στην διαδρομή του χρόνου με διάχυτες τις επιρροές της θρησκευτικής μας παράδοσης αλλά με στοιχεία τόσο από την ανατολική ορθόδοξη εκκλησία όσο και από τη δυτική καθολική εκκλησία.
Για πολλούς αιώνες το νησί ήταν κάτω από την κυριαρχία Λατίνων, Ενετών, Γάλλων και Αγγλών και οι επιδράσεις από τα έθιμα της τότε άρχουσας τάξης πέρασαν σταδιακά στα ευρύτερα κοινωνικά στρώματα και αφομοιώθηκαν από τον απλό λαό. Το γεγονός ότι οι κατά καιρούς κατακτητές υπήρξαν ομόθρησκοι με το ντόπιο πληθυσμό επέτρεψε να μεταλαμπαδευτούν έθιμα και παραδόσεις με αναγεννησιακά και πρώϊμα ευρωπαϊκά χαρακτηριστικά.
Ιδιαίτερα σημαντικη υπήρξε η επιροή των Ενετών που είχαν ενσωματώσει τη Ζάκυνθο και όλα τα Ιόνια νησιά στο διοικητικό σύστημα της «Γαληνοτάτης δημοκρατίας του Αγίου Μάρκου» για τρείς περίπου αιώνες.
Πριν τον εορτασμό της γέννησης του Χριστού, προηγείται ένα σαραντάημερο νηστείας, σωματικής και πνευματικής, που αρχίζει από τις 14 Νοεμβρίου και τελειώνει στις 24 Δεκεμβρίου.
Η ήμερα της παραμονής των Χριστουγέννων είναι μία από τις σημαντικότερες μέρες του χρόνου για κάθε Ζακυνθινή οικογένεια. Όλα τα μέλη της μαζεύονται στο πατρικό σπίτι της οικογένειας ώστε να κόψουν όλοι μαζί την Ζακυνθινή παραμονιάτικη κουλούρα των Χριστουγέννων.
Η ζακυνθινή κουλούρα είναι μοναδικό έθιμο στο νησί και αποτελεί μια πραγματική ιεροτελεστία για κάθε σπίτι. Συμβολίζει την ενότητα της οικογένειας και την πίστη στη γέννηση του θεανθρώπου.
Την διαδικασία της κοπής την αναλαμβάνει το γηραιότερο μέλος της οικογένειας. Αυτό παίρνει της κουλούρα στα χέρια του, την κρατάει από την κάτω πλευρά της, την βάζει πάνω από το τζάκι ή σε μια γωνία του σπιτιού και με ένα ποτήρι κρασί αλλά και με λάδι, την βρέχει από πάνω σχηματίζοντας έναν σταυρό. Χαράματα της προπαραμονής των Χριστουγέννων η νοικοκυρά έχει ξεκινήσει το ζύμωμα ενώ έχει αρχίσει να ζεσταίνει τον φούρνο για το ψήσιμο των χριστόψωμων (κουλούρων).
Αφού σταυρώσει τρεις φορές τα υλικά μέσα στη σκάφη αρχίζει και ζυμώνει το προζύμι και αργότερα ζυμώνει τα χριστόψωμα. Ένα ξεχωριστό χριστόψωμο με τρύπα στη μέση θα είναι η περίφημη Ζακυνθινή παραμονιάτικη κουλούρα των Χριστουγέννων. που μέσα βάζει ένα κέρμα ή όπως το ονομάζουν οι ντόπιοι «ηύρεμα».
Πάνω στο τραπέζι, την παραμονή των Χριστουγέννων, το μόνα φαγητά που υπάρχουν είναι μπρόκολα και ελιές.
Οταν έρθει η ώρα της κοπής της κουλούρας, όλοι κάθονται στο τραπέζι και ο αρχηγός της οικογένειας, αρχίζει να κόβει από τυχαίο σημείο την κουλούρα. Το πρώτο κομμάτι είναι του Χριστού ή του φτωχού, το δεύτερο του σπιτιού και τα άλλα των υπολοίπων μελών της οικογένειας, πάντα κατά σειρά ηλικίας, από το μεγαλύτερο προς το μικρότερο.
Την ίδια μέρα το μεσημέρι, όλη η οικογένεια μαζεύεται γύρω από το τραπέζι και περιμένουν με λαχτάρα τις νοικοκυρές του σπιτιού να φέρουν τη βραστή γαλοπούλα, αυγολέμονο και φυσικά το κρασί.
Η Ζακυνθινή παραμονιάτικη κουλούρα των Χριστουγέννων, σύμφωνα με μια παλιά τοπική παράδοση, συμβολίζει το άστρο της Βηθλεέμ, που οδήγησε τους τρεις Μάγους στο Σπήλαιο της Γέννησης.
Το «ηύρεμα» συμβολίζει το Θείο Βρέφος. Το κρασί και το λάδι, που ρίχνει ο σπιτονοικοκύρης στη φωτιά από το κέντρο της κουλούρας, συμβολίζουν τα δώρα των Μάγων.
Η φλόγα που φουντώνει στιγμιαία, δείχνει την Ανάσταση του Ιησού και την απολύτρωση των Πρωτοπλάστων. Τέλος οι πυροβολισμοί που ρίχνονται και λένε «για τον Ηρώδη», δείχνουν την αγανάκτηση των ανθρώπων για τον καταχθόνιο διώχτη του νεογέννητου Χριστού.
ΣΤΕΡΕΑ ΕΛΛΑΔΑ
Τσιγαρίθρες, λουκάνικα, μπουμπάρια, χριστόψωμα, βασιλόψωμα, βασιλοκουλούρες, μπακλαβάδες και πολλά κάλαντα είναι γεμάτα τα Χριστούγεννα και η Πρωτοχρονιά στη Ρούμελη.
Τα έθιμα ξεκινούν από την παραμονή των Χριστουγέννων και ολοκληρώνονται μετά την Πρωτοχρονιά. Ξεκινούν με τη «χοιροσφαγή» αλλά και τον τρόπο με τον οποίο σφάζουν τα γουρούνια και φτάνει μέχρι το «πάντρεμα της φωτιάς». Συνοδεύονται με γλέντι, με κάλαντα και αρκετά μεγάλο τελετουργικό.
Στα χωριά της Δυτικής Φθιώτιδας και του Δομοκού, της Παρνασσίδας και της Δωρίδας η «σφαγή των χοίρων» η λεγόμενη «χοιροσφαγή» παίρνει ένα εντελώς διαφορετικό χαρακτήρα. Σχεδόν σε κάθε σπίτι υπάρχει γουρούνι. Οι κάτοικοι και οι προσκεκλημένοι σε ομάδες ξεκινούν το σφάξιμο από σπίτι σε σπίτι. Μάλιστα προσδίδουν ένα τελετουργικό στην χοιροσφαγή. Είναι απαραίτητο να υπάρχει φωτιά και ζεστό νερό, να υπάρχει κάρβουνο και λιβάνι και την ώρα που γίνεται η σφαγή, η νοικοκυρά, θα πρέπει να τα ρίξει πάνω στη σφαγή. Μάλιστα στο στόμα του χοίρου συνηθίζεται να τοποθετούν ένα λεμόνι για να μένει ανοιχτό.
Στη συνέχεια τοποθετούν το χοιρινό ανάμεσα σε δύο ξύλα μεγάλα και αρχίζουν το «ξεπάστωμα». Όταν τελειώσουν όλους του χοίρους της γειτονιάς αρχίζει το γλέντι ενώ την ίδια ώρα οι νοικοκυρές ξεκινούν να φτιάξουν λουκάνικα τσιγαρίθρες και μπουμπάρια. Σε ένα μεγάλο καζάνι ρίχνουν τμήματα από το λίπος του χοίρου που έχει και κομμάτια κρέας πάνω του, το βάζουν στη φωτιά και αυτό αρχίζει να λιώνει. Συλλέγουν το ρευστό λίπος σε δοχεία και ότι απομένει στο τέλος είναι τσιγαρίθρες. Το «σβήνουν» με καλό κρασί και είναι από τους πρώτους μεζέδες στο γλέντι.
Τα πνευμόνια, και την σπλήνα και άλλα εντόσθια μαζί με πράσο, ρύζι και μυρωδικά οι νοικοκυρές στη Φθιώτιδα τα χρησιμοποιούν για να φτιάξουν «μπουμπάρια». Όλη αυτή την μάζα την περνούν μέσα σε ένα έντερο και στη συνέχεια τα βράζουν για αρκετή ώρα. Από κει και μετά μεταφέρονται στο φούρνο για να ροδοκοκκινίσουν και αποτελούν έναν πρώτης τάξεως μεζέ για τις επόμενες μέρες.
Τα ξημερώματα των Χριστουγέννων σε ορισμένες περιοχές όπως σε αυτές τις Λοκρίδας το «τσικνίζουν». Μετά το τέλος της Θείας Λειτουργίας τα ξημερώματα των Χριστουγέννων ανάβουν τις φωτιές και πριν ακόμα βγει ο ήλιος έχουν ήδη στήσει το Χριστουγεννιάτικο τραπέζι με χοιρινά και μεζέδες.
Στα χωριά της δυτικής Φθιώτιδας τα ξημερώματα των Χριστουγέννων συνηθίζουν να «αρραβωνιάζουν» τη φωτιά. Οι νοικοκυρές τοποθετούν στο τζάκι ένα πολύ μεγάλο ξύλο και εκείνη την ώρα σύμφωνα με την παράδοση ό,τι ζητήσεις μπορεί να γίνει. Βεβαίως αυτό που θα ζητήσεις πρέπει να αφορά στα παιδιά και όχι στους παντρεμένους.
Όμως μετά τους «αρραβώνες» έχουμε το «πάντρεμα» της φωτιάς που γίνεται τα ξημερώματα της πρωτοχρονιάς. Στο τζάκι την παραμονή της πρωτοχρονιάς μπαίνουν δύο μεγάλα ξύλα. Ο νοικοκύρης φροντίζει να είναι ακριβώς ίδια και να καίγονται το ίδιο. Σύμφωνα με την παράδοση τα δύο ξύλα συμβολίζουν την αλλαγή της ημέρας αλλά και την αλλαγή του χρόνου. Η παράδοση επιμένει ότι όποια ευχή και αν κάνει κάποιος εκείνη τη μέρα ακόμη και κατάρα, αυτή θα πιάσει τόπο. Σε άλλες περιοχές της Φθιώτιδας αυτό έχει αντικατασταθεί με το «σπούρνι». Ένα μικρό παιδί κάθεται σταυροπόδι μπροστά στο αναμμένο τζάκι, ρίχνει αλάτι πάνω στη φωτιά και κάνει διάφορες ευχές για την οικογένεια, για την υγεία, για τα σπαρτά που σύμφωνα με την παράδοση «πιάνουν τόπο». Αποζημίωση του μικρού παιδιού είναι το πρώτο και καλύτερο κομμάτι μπακλαβά που φτιάχνουν οι νοικοκυρές.
Είτε με καρύδια που είναι επικρατέστερο είτε με αμύγδαλα κάθε σπίτι στην Ρούμελη έχει το μπακλαβά του. Υπάρχει μάλιστα ανταγωνισμός στις νοικοκυρές για το ύψος που θα έχει το γλυκό τους, το μέγεθος του ταψιού που θα χρησιμοποιήσουν ενώ τις προηγούμενες ημέρες το ξενύχτι είναι δεδομένο για να ανοίξουν τα χειροποίητα φύλλα.
Μέσα σε όλα τα άλλα ξεχωρίζουν το βασιλόψωμο και οι βασιλοκουλούρες που τρώγονται ανήμερα του Αγίου Βασιλείου, αφού από τον Αϊ Βασίλη πήρε το όνομά του. Σε ορισμένες περιοχές εκτός από αλεύρι οι νοικοκυρές βάζουν μέσα ρεβύθι αλεσμένο, ή ακόμη και ντόπιο καλαμπόκι. Βάζουν μέσα βασιλικό και μυρωδικά και πάνω του δημιουργούν διάφορα σχήματα και παραστάσεις οι οποίες έχουν σχέση με την καθημερινότητα. Αφορούν είτε στην παραγωγή και τα χωράφια, είτε στην υγεία και τα ακίνητα είτε στην οικογένεια. Μετά το ψήσιμο του είναι έτοιμο να κοπεί, την ώρα του φαγητού, το μεσημέρι της Πρωτοχρονιάς.
ΚΡΗΤΗ
Πλήθος εθίμων στην Κρήτη και ιδιαίτερα στα χωριά της για τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά. Τα περισσότερα διατηρούνται και στις ημέρες μας, δίνοντας ένα διαφορετικό τόνο στις γιορτές και από αυτά τα έθιμα ξεχωρίζουν: το σφάξιμο του χοίρου, το χριστόψωμο, τα γλυκίσματα, το ποδαρικό, τα κάλαντα, η «καλή χέρα» και η μπουγάτσα.
Παλιότερα στα χωριά, ήταν έθιμο κάθε οικογένεια να μεγαλώνει ένα γουρούνι. Ο χοίρος σφάζονταν την παραμονή των Χριστουγέννων κι ήταν το κύριο Χριστουγεννιάτικο έδεσμα. Τον χοίρο τον έσφαζαν την ημέρα των Αγίων Δέκα και έφτιαχναν: λουκάνικα, απάκια, πηχτή ή τσιλαδιά, σύγλινα (δηλαδή το κρέας του γουρουνιού κομμένο σε μικρά κομμάτια, που το έψηναν και το έβαζαν σε μεγάλα δοχεία και το κάλυπταν με το λιωμένο λίπος του ζώου), ομαθιές (έντερα χοίρου γεμισμένα με ρύζι, σταφίδες και κομματάκια συκώτι), τσιγαρίδες (κομμάτια μαγειρεμένου λίπους με μπαχαρικά που το έτρωγαν με ζυμωτό ψωμί για κολατσιό, όταν μάζευαν τις ελιές).
Και σήμερα όμως πολλοί στα χωριά ανατρέφουν γουρούνια τα οποία τα σφάζουν παραμονές των Χριστουγέννων
Το ζύμωμα του χριστόψωμου θεωρείται έργο θείο και είναι έθιμο καθαρά Χριστιανικό. Οι γυναίκες φτιάχνουν τη ζύμη με ιδιαίτερη ευλάβεια και υπομονή. Το ζύμωμα είναι μια ιεροτελεστία. Χρησιμοποιούν ακριβά υλικά, όπως ψιλοκοσκινισμένο αλεύρι, ροδόνερο, μέλι, σουσάμι, κανέλα και γαρίφαλα, και κατά τη διάρκεια του ζυμώματος λένε: «Ο Χριστός γεννιέται, το φως ανεβαίνει, το προζύμι για να γένει». Πλάθουν το ζυμάρι και παίρνουν τη μισή ζύμη και φτιάχνουν μια κουλούρα. Με την υπόλοιπη φτιάχνουν σταυρό με λουρίδες απ’ τη ζύμη. Στο κέντρο βάζουν ένα άσπαστο καρύδι ή ένα αυγό, συμβολίζοντας τη γονιμότητα.
Για το χριστουγεννιάτικο τραπέζι, το Χριστόψωμο είναι ευλογημένο ψωμί, αφού αυτό θα στηρίξει τη ζωή του νοικοκύρη και της οικογένειάς του. Το κόβουν ανήμερα τα Χριστούγεννα, δίνοντας πολλές ευχές.
Στο Ηράκλειο υπάρχει και το έθιμο της μπουγάτσας, όπου οι κάτοικοι καταναλώνουν ανήμερα της Πρωτοχρονιάς μεγάλες ποσότητες μπουγάτσας θέλοντας να είναι γλυκιά η πρώτη τους γεύση. Μάλιστα σε όλους τους δρόμους του Ηρακλείου την παραμονή της Πρωτοχρονιάς στήνονται υπαίθριοι πάγκοι για την διανομή μπουγάτσας.
Στα Χανιά, στην σπηλιά του Αϊ Γιάννη στην Μαραθοκεφάλα Κισάμου την παραμονή των Χριστουγέννων τελείται Αρχιερατική θεία λειτουργία. Η αναπαράσταση της φάτνης όπου γεννήθηκε ο Χριστός με πρόβατα, βοσκούς φωτιές σήμαντρα και το αστέρι να λάμπει στην κορυφή της σπηλιάς δίνουν ιδιαίτερο χρώμα.
Παλιότερα, από την παραμονή των Χριστουγέννων οι γεωργοί, οι βοσκοί και οι ναυτικοί έλεγαν «πώς παλεύουν οι καιροί και οι αέρηδες ποιος θα γεννηθεί και ποιος θα βαπτισθεί». Όποιος γεννηθεί, όποιος δηλαδή υπερισχύσει και βγει νικητής την ημέρα των Χριστουγέννων, αυτός θα υπερισχύσει μέχρι και τα Φώτα, αλλα και ολόκληρο τον καινούργιο χρόνο.
Πιο παλιά το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων έκοβαν κλαδιά και βλαστούς οι νοικοκυρές και οι κόρες και τα πήγαιναν στο σπίτι. Τα έβαζαν σε ποτήρι με νερό και προσμονούσαν να ανθίσουν.
Το «ακοίμητο» τζάκι με τα μεγάλα κούτσουρα εξακουθεί και τις ημέρες μας να δίνει τον τόνο μιας γιορτής οικογενειακής που όλοι αναζητούν ελπίζοντας σε ένα καλύτερο νέο έτος. Οι παλαιότεροι έλεγαν πώς μέσα από την αθρακιά -την στάχτη- μπορούσαν να μαντέψουν τα μελλούμενα.

από PolisPress

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ευχαριστούμε πολύ για την επίσκεψη!

Τα μόνα σχόλια που σβήνω είναι οι ύβρεις.

Χειρουργικό Ιατρείο

Χειρουργικό Ιατρείο