Σάββατο 29 Ιανουαρίου 2011

Οδοιπορικό στον Έβρο της Frontex

Εκεί που Ρουμάνοι αστυνομικοί υπερασπίζονται το Δουβλίνο ενάντια σε Μαροκινούς μετανάστες...της ομάδας alterthess











Στις 24 Οκτωβρίου του 2010, η ελληνική κυβέρνηση απέστειλε επείγουσα έκκληση στις Βρυξέλλες για βοήθεια στον έλεγχο των εξωτερικών χερσαίων συνόρων της χώρας με την Τουρκία λόγω της «εξαιρετικά μαζικής εισροής παράνομων μεταναστών».[1] Μία μόνο ημέρα μετά, η διεύθυνση της Frontex αποδέχτηκε το αίτημα.[2] Η Frontex άλλωστε συμμετέχει εδώ και καιρό στη φύλαξη των θαλάσσιων ελληνοτουρκικών συνόρων, ενώ μέσα στο Σεπτέμβρη είχε ιδρύσει το Γενικό Στρατηγείο της στον Πειραιά.[3] Τελικά, στις 2 Νοέμβρη ξεκίνησε στα σύνορα του Έβρου η ανάπτυξη των Ομάδων Ταχείας Επέμβασης στα Σύνορα (RABITs), στην πρώτη τους αποστολή από την ίδρυσή τους το 2007.[4]



Οι μόνες που αντέδρασαν σε αυτή την «κίνηση αλληλεγγύης» της Ευρώπης ήταν οι αντιρατσιστικές οργανώσεις της Ελλάδας και της Τουρκίας.[5] Στις 30 Οκτώβρη τούρκοι αντιρατσιστές οργάνωναν κινητοποίηση στην Ιστανμπούλ, στρεφόμενοι ενάντια στη Βελγική Πρεσβεία,[6] ενώ στις 18 Δεκέμβρη αντιρατσιστικές και μεταναστευτικές οργανώσεις από την Ελλάδα οργανώνουν πανελλαδική κινητοποίηση στα σύνορα του Έβρου.

Ακριβώς ένα μήνα μετά, το alterthess επιχειρεί μια κριτική ανασκόπηση του πειράματος του Έβρου, το οποίο υποδεικνύει και τη συνολική μεταναστευτική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αφού επισκεπτήκαμε το χώρο κράτησης στο χωριό Φυλάκιο του Έβρου και την έδρα της Frontex στην Αστυνομική Διεύθυνση της Ορεστιάδας, αφού συζητήσαμε με πρόσφυγες και μέλη αντιρατσιστικών οργανώσεων και διαβάσαμε τις αναφορές τις Frontex και τις κριτικές των think-tank της Ευρώπης, το βασικό συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι καμιά μορφή στρατιωτικής καταστολής δεν μπορεί να σταματήσει τη μετανάστευση. Το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να επιδεινώσει τους όρους διαβίωσης τόσο των προσφύγων, όσο και των κοινωνιών υποδοχής.



Οι ρυθμοί μετανάστευσης προς την Ευρώπη



Αφορμή για το αίτημα της ελληνικής κυβέρνησης αποτέλεσε η σημαντική αύξηση από την αρχή του χρόνου των προσφύγων που πέρασαν στην Ελλάδα από τον Έβρο, και οι οποίοι ανέρχονται, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Αστυνομικής Διεύθυνσης Ορεστιάδας σε 35.000. Άλλωστε, σύμφωνα με τον κανονισμό της Frontex, οι στρατιωτικές ομάδες RABITs επεμβαίνουν μόνο σε συνθήκες οξείας κρίσης, όταν δηλαδή «μια μαζική εισβολή αλλοδαπών επιχειρεί να εισέλθει παράνομα σε μια χώρα».[7] Μια τέτοια κρίση επικαλεστήκαν οι ελληνικές αρχές, συνεπικουρούμενες από τα κινδυνολογικά δημοσιεύματα των ημερών.[8] Είναι όμως έτσι τα πράγματα;

Οι αναφορές της ίδιας της Frontex καταγράφουν μια σημαντική μείωση στη συνολική κίνηση των προσφύγων προς την Ευρώπη. Στους πρώτους 9 μήνες του 2010, σε σχέση με τους αντίστοιχους του 2009, η μετακίνηση των προσφύγων από όλα τα θαλάσσια σύνορα της μειώθηκε κατά 71%, από 39.000 σε 11.000. Στα ελληνικά θαλάσσια σύνορα με την Τουρκία, από τις 24.000 του 2009, οι πρόσφυγες μειώθηκαν σε 5.600 το 2010.

Η συνολική μείωση αυτή αποδίδεται γενικά στην οξύτατη οικονομική κρίση και την καλπάζουσα ανεργία, που καθιστά ακόμα πιο αβέβαιο το μέλλον των προσφύγων. Ειδικότερα όμως στα θαλάσσια σύνορα της Ευρώπης η μείωση των αριθμών οφείλεται και στη θωράκιση των ευρωπαϊκών συνόρων, την εντονότερη καταστολή και την δράση της Frontex. Επιπλέον, η Ευρωπαϊκή Ένωση πιέζει μέσα από διακρατικές συμφωνίες τις γειτονικές χώρες, όπως η Λιβύη και το Μαρόκο, να συμβάλλουν και αυτές στην καταστολή της μετανάστευσης, μέσα από ελέγχους, συλλήψεις, εγκλεισμούς σε στρατόπεδα συγκέντρωσης κοκ. Έτσι, κάποιοι θαλάσσιοι μεταναστευτικοί δρόμοι, όπως μέσω Μάλτας ή Καναρίων νησιών έχουν ακυρωθεί τελείως, σημείωνοντας μείωση κατά 99%, ενώ άλλοι πιο μαζικοί μέχρι πέρσι έχουν περιοριστεί κατά 60-70%. Η αντίστοιχη μείωση κατά 76% στα θαλάσσια ελληνοτουρκικά σύνορα στο ίδιο διάστημα, συνδέεται επίσης με τη δράση της Frontex στα ελληνικά νησιά.[9]

Έτσι, παρά τη συνολική μείωση της μετανάστευσης, όλο και περισσότεροι μετανάστες, ακόμα και από τις χώρες της Βόρειας Αφρικής αναγκάζονται να στραφούν προς τον Έβρο, ο οποίος απορροφά αυτή τη στιγμή πάνω από τα 2/3 της συνολικής κίνησης στα σύνορα. Ακόμα και αυτός ο αριθμός όμως παραμένει χαμηλός σε σχέση με τους πρόσφυγες που φτάνουν στα αεροδρόμια και σε καμιά περίπτωση δεν στηρίζει αντικειμενικά το κριτήριο της «μαζικής εισβολής» που δικαιολογεί την ανάπτυξη των RABITs. Πώς εξηγείται τότε όμως το αυξημένο ενδιαφέρον της Frontex;



Η πολιτική των κλειστών συνόρων



Η παρέμβαση της Frontex γίνεται καλύτερα κατανοητή στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής μεταναστευτικής πολιτικής. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αναπτύξει μια σειρά από εμπόδια για να καταστείλει τη μετανάστευση, εξορίζοντας ταυτόχρονα τις συνέπειες της κατασταλτικής της πολιτικής όσο το δυνατό πιο μακρυά από τις χώρες του πυρήνα. Έτσι, μέσα από διακρατικές συμφωνίες οι γειτονικές χώρες – transit, οι χώρες δηλαδή από όπου περνούν οι μετανάστες, όπως η Λιβύη, το Μαρόκο και η Τουρκία, υποχρεούνται σε ένταση των ελέγχων, εγκλεισμό των προσφύγων σε επί τόπου στρατόπεδα συγκέντρωσης κοκ[10]. Σύμφωνα μάλιστα με πιο προχωρημένους σχεδιασμούς, οι πρόσφυγες θα αιτούνται άσυλο από εκεί, χωρίς να έχουν φτάσει καν στην Ευρώπη.

Ακόμα, η Ε.Ε. πιέζει τις χώρες καταγωγής να αποδέχονται τις απελάσεις με διμερή σύμφωνα επανεισδοχής, όπως αυτό που υπογράφτηκε πρόσφατα με το Πακιστάν. Προσπαθώντας μάλιστα να αποφύγει το σκόπελο των ενδιάμεσων χωρών, η Ε.Ε. προσανατολίζεται όλο και περισσότερο στις απευθείας απελάσεις με πτήσεις charter, τις οποίες πρόσφατα ξεκίνησε να οργανώνει και η Frontex.[11]

Η σημαντικότερη όμως προς το παρόν έκφραση της πολιτικής αυτής είναι η Συνθήκη του Δουβλίνου ΙΙ. Σύμφωνα με την Συνθήκη αυτή, η οποία δεσμεύει όλα τα κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς και τα συνδεδεμένα μέλη της Σενγκεν, κάθε πρόσφυγας οφείλει να καταθέτει το αίτημά του για άσυλο στην πρώτη «ασφαλή» χώρα, δηλαδή στην πρώτα χώρα Σένγκεν, στην οποία καταφθάνει. Η Συνθήκη αυτή αφενός αναιρεί το βασικό δικαίωμα του πρόσφυγα να επιλέγει αυτός τη χώρα που θεωρεί ασφαλές καταφύγιο. Από την άλλη, μεταφέρει όλο το βάρος της υποδοχής στις περιφειακές χώρες της Ευρώπης, προστατευόντας στην πράξη τις χώρες στις οποίες συνήθως κατευθύνονται οι πρόσφυγες.

Έτσι, μέτα το ασφυκτικό κλείσιμο των υπολοίπων θαλάσσιων συνόρων, όλο και περισσότεροι πρόσφυγες αναγκάζονται να περάσουν από την Ελλάδα. Εδώ, χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: σε αυτούς που είναι άμεσα απελάσιμοι, και οι οποίοι κρατούνται για μήνες στα κέντρα κράτησης, μέχρι να βρεθεί τρόπος να απελαθούν, και σε αυτούς που προέρχοναι από χώρες εμπόλεμες (όπως το Αφγανιστάν ή η Σομαλία) ή χώρες προς τις οποίες δεν μπορεί πρακτικά να εκτελεστεί η απέλαση (όπως το Μαρόκο και η Τυνησία). Στους δεύτερους, που είναι προς το παρόν και η πλειοψηφία, η Αστυνομία δίνει μια γραπτή εντολή να εγκαταλείψουν τη χώρα σε 30 ημέρες. Με αυτό το χαρτί ωστόσο, απαγορεύεται να ταξιδέψουν νόμιμα προς οποιαδήποτε άλλη χώρα. Οι πρόσφυγες εγκλωβίζονται στην Ελλάδα ως «παράνομοι» μετανάστες, αφού απαγορεύεται τόσο η διαμονή, όσο και η διαφυγή τους.

Αρκετές χιλιάδες από αυτούς επιδιώκουν να συνεχίσουν το ταξίδι τους χωρίς έγγραφα, μέσα από το λιμάνια της Ηγουμενίτσας και της Πάτρας, με τις γνωστές συνέπειες. Δεκάδες από αυτούς τραυματίζονται ή χάνουν τη ζωή τους ενώ εκατοντάδες και χιλιάδες αναγκάζονται να παραμένουν στις πόλεις αυτές επί μήνες, σε άθλιες συνθήκες. Η κατάσταση αυτή συμβάλλει φυσικά στην υποβάθμιση των περιοχών αυτών, δίνοντας και το έδαφος για την ανάπτυξη ρατσιστικών πρακτικών. Άλλοι πρόσφυγες προσπαθούν να κινηθούν από τη στεριά, μέσα από τα βόρεια σύνορα της χώρα, ενώ πολλές χιλιάδες εγκλωβίζονται για καιρό στην Αθήνα και τις άλλες πόλεις.



Από το Δουβλίνο στη Frontex



Ακόμα όμως και όσοι καταφέρουν να αποδράσουν από την ελληνική φυλακή και φτάσουν σε άλλη χώρα, δεν μπορούν να καταθέσουν αίτηση ασύλου εκεί. Η Συνθήκη του Δουβλίνου ΙΙ επιβάλλει την «επιστροφή» τους στην Ελλάδα και την εξέταση της αίτησής τους από τις ελληνικές αρχές, αφού η Ελλάδα υπήρξε η πρώτη «ασφαλής» χώρας στην οποία φτάσανε.

Ωστόσο, το πόσο «ασφαλής» είναι η Ελλάδα για τους πρόσφυγες, φαίνεται από μια ματιά στα στοιχεία. Oι περισσότεροι άνθρωποι που χρήζουν διεθνούς προστασίας δεν έχουν καν την ευκαιρία να ζητήσουν ακρόαση για το αίτημα ασύλου. Αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα εκκρεμούν περισσότερες από 52.000 αιτήσεις χορήγησης ασύλου. Στην Αθήνα, γίνονται δεκτές μόνο περίπου νέες 20 αιτήσεις κάθε εβδομάδα. Ακόμα όμως και για εκείνους τους λίγους που καταφέρνουν να υποβάλουν αίτηση για άσυλο στην Ελλάδα, δεν υπάρχει καμία πιθανότητα να αναγνωρισθούν ως πρόσφυγας. αφού μόνο το 0,3% των αιτήσεων έγινε δεκτό το 2009. Για παράδειγμα, ενώ κανένας πρόσφυγας από το Ιράκ δεν πήρε άσυλο στην Ελλάδα, το 77% των Ιρακινών αιτούντων άσυλο έτυχαν διεθνούς προστασίας στη Γερμανία.

Εξαιτίας αυτής της κατάστασης, σχεδόν κάθε πρόσφυγας που προσέφυγε σε δικαστήριο ευρωπαϊκής χώρας ενάντια στην απόφαση απέλασής του στην Ελλάδα με το επιχείρημα ότι η τελευταία δεν είναι ασφαλής χώρα, κέρδιζε τη δίκη. Μετά μάλιστα από σχετικές αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα του Στρασβούργου, αλλά και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου του Λουξεμβούργου, μια σειρά ευρωπαϊκών χωρών αναγκάστηκαν να αναστείλουν την εφαρμογή της Συνθήκης[12]. Μέχρι τις αρχές Νοέμβρη, οι χώρες αυτές αυξήθηκαν σε 6 (Αυστρία, Βέλγιο, Βρετανία, Ολλανδία, Νορβηγία, Σουηδία) ενώ εντάθηκαν οι πιέσεις από πολλές πλευρές, όπως το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες (ECRE)[13], να ανασταλθεί συνολικά η συνθήκη.

Στα μέσα Οκτώβρη η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες πραγματοποίησε αποστολή στον Έβρο, όπου διαπίστωσε συνθήκες ανθρωπιστικής κρίσης. Όπως ανέφερε, οι συνθήκες κράτησης των νεοεισερχομένων αλλοδαπών στο ελληνικό έδαφος έχουν επιδεινωθεί σοβαρά, εξαιτίας του υπερσυνωστισμού που παρατηρείται στα υπάρχοντα κέντρα κράτησης. Άντρες, γυναίκες και παιδιά στοιβάζονται σε στενούς χώρους, με άθλιες συνθήκες υγιεινής, χωρίς δυνατότητα προαυλισμού. Βασικές υπηρεσίες, όπως η παροχή ενημέρωσης στους κρατουμένους, η διερμηνεία σε γλώσσα που μπορούν να κατανοήσουν, και η νομική συνδρομή για τη διαδικασία του ασύλου, απουσιάζουν τελείως. Σημειώνει ακόμα ότι 44 άτομα έχασαν τη ζωή τους στην περιοχή κατά τη διάρκεια των πρώτων εννέα μηνών του 2010, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, ενώ ο πραγματικός αριθμός των θυμάτων πιστεύεται ότι είναι μεγαλύτερος και ζητά τη λήψη άμεσων μέτρων.[14]

Τις ίδιες ημέρες ο Ειδικός Εισηγητής του ΟΗΕ για τα Βασανιστήρια Μάνφρεντ Νόβακ παρουσίασε σε συνέντευξη τύπου τα πορίσματα της δεκαήμερης επίσκεψής του στην Ελλάδα, σε σχέση με τις συνθήκες κράτησης σε φυλακές και αστυνομικά τμήματα. Αναφέρει μεταξύ άλλων την υπερσυγκέντρωση κρατουμένων κάτω από απάνθρωπες συνθήκες, τη ρατσιστική αντιμετώπιση των αλλοδαπών κατά τη μακρά κράτησή τους σε αστυνομικά τμήματα, και κατέληξε στην ανάγκη να αναθεωρηθεί η Συνθήκη του Δουβλίνου ΙΙ.[15]

Ένα από τα κομβικά σημεία της ευρωπαϊκής μεταναστευτικής πολιτικής, κατέρρεε από το ίδιο το βάρος των συνεπειών της. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έπρεπε ή να παραδεχτεί την αποτυχία και να επιτρέψει την μετακίνηση των προσφύγων στο εσωτερικό της, ή να προσπαθήσει να εντατικοποιήσει ακόμα περισσότερο τον έλεγχο στα εξωτερικά σύνορα. Φυσικά, επέλεξε το δεύτερο.

Η αποστολή της Frontex στον Έβρο έτσι δεν αποτελεί «έκφραση αλληλεγγύης» της Ευρώπης προς την Ελλάδα, αλλά αναγκαίο πυλώνα για τη διάσωση της πολιτικής του Δουβλίνου. Οι αξιωματικοί της Frontex, μαζί με τους έλληνες αστυνομικούς και συνοριοφύλακες, ανέλαβαν το καθήκον του περιορισμού του αριθμού των προσφύγων που ζητούν προστασία και καταφύγιο στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό επιτυγχάνεται με αυστηρότερη διαλογή των εισερχομένων σε άμεσα απελάσιμους ή μη. Καθώς για παράδειγμα οι προερχόμενοι από το Αφγανιστάν ή οι ανήλικοι δεν είναι απελάσιμοι, οι πρόσφυγες πιέζονται να δηλώνουν άλλες καταγωγές ή ακόμα και άλλες ηλικίες. Οι ισχυρισμοί τους ελέγχονται με διάφορους τρόπους (τεστ γνώσεων για τη χώρα καταγωγής, σωματομετρικά στοιχεία κα), ενώ δεν λείπουν οι καταγγελίες για παραποίηση των πραγματικών στοιχείων.[16]

Έτσι, ο στόχος δεν είναι η «ανακούφιση» του ελληνικού συστήματος ασύλου, η οποία θα μπορούσε να επιτευχθεί άμεσα με την αναστολή της Συνθήκης του Δουβλίνου, αλλά αντίθετα,η διάσωση του Δουβλίνου και άρα η συνεχής επιβάρυνση της Ελλάδας. Έτσι, αμέσως μετά την ανταπόκριση της Ε.Ε. στο ελληνικό αίτημα και την ανάπτυξη της Frontex στον Έβρο, οι συζητήσεις για αναστολή της Συνθήκης πάγωσαν και καμιά άλλη χώρα δεν προχώρησε σε διακοπή των απελάσεων στην Ελλάδα.




Η στάση της ελληνικής πλευράς



Το δεύτερο αναγκαίο βήμα, στο οποίο ήδη προχωρά η ελληνική κυβέρνηση, θα είναι η αναμόρφωση του ελληνικού συστήματος ασύλου ώστε να ανταπεξέρχεται στον όγκο των αιτήσεων. Μέσα από το νέο νομοσχέδιο που βρίσκεται σε φάση διαβούλευσης, οι ελληνικές αρχές προσπαθούν να περιορίσουν τον αριθμό των προσφύγων που θα έχουν το δικαιώμα ακόμα και να υποβάλλουν αίτημα ασύλου. Οι αιτήσεις που θα γίνονται θα εξετάζονται πια σε 30 μόνο ημέρες και έτσι σχεδιάζεται να περιοριστεί δραστικά ο αριθμός των προσφύγων που αποκτούν τη δυνατότητα προσωρινής νομιμότητας μέσα από τη λεγόμενη «ροζ κάρτα», το έγγραφο δηλαδή που αποδεικνύει ότι έχουν καταθέσει αίτηση ασύλου και περιμένουν την –αρνητική σχεδόν πάντα- απάντηση.

Η Αστυνομία από την πλευρά της τίθεται και αυτή στην υπηρεσία του Δουβλίνου και της ευρωπαϊκής πολιτικής, αφού, όπως δήλωνουν οι ίδιοι οι αξιωματούχοι της,[17] ρίχνει το βάρος στον έλεγχο των συνόρων της Ελλάδας προς τις υπόλοιπες Ευρωπαϊκές χώρες, με σκοπό να καθιστούν έτσι αδύνατη τη διέλευση της Ελλάδας και άρα, υποτίθεται, να αποθαρρύνουν και την είσοδο σε αυτή. Σε πλήρη αντίστροφή της εικόνας που διαμορφώνεται από την παρέμβαση της Frontex, δεν μπαίνει τόσο η ευρωπαϊκή αστυνομία στην υπηρεσία του ελληνικού κράτους, όσο η ελληνική αστυνομία στην υπηρεσία της κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής (η οποία όμως φυσικά διαμορφώνεται με τη συνεργασία της ελληνικής κυβέρνησης).

Η πολιτική αυτή ωστόσο δεν έχει αρνητικές συνέπειες μόνο για τους πρόσφυγες, οι οποίοι στην πράξη στερούνται κάθε δυνατότητα διεθνούς προστασίας, αλλά και για την ελληνική κοινωνία. Ο εγκλεισμός μερικών δεκάδων χιλιάδων προσφύγων, καταδικασμένων στην «παρανομία», χωρίς κανένα κοινωνικό και πολιτικό δικαιώμα και χωρίς τη δυνατότητα ακόμα και να εργαστούν, στις γειτονιές κυρίως της Αθήνας προκαλεί φαινόμενα αλυσιδωτής υποβάθμισης. Πάνω σε αυτή την κατάσταση βρήκε το αναγκαίο υπόβαθρο ο ρατσιστικός λόγος της ελληνικής ακροδεξιάς, και ακόμα περισσότερο, η «κινηματική» πρακτική των νεοφασιστικών οργανώσεων όπως η Χρυσή Αυγή.

Για πρώτη φορά λοιπόν, κατάφερε να αποκτήσει σημαντικό έρεισμα σε λαϊκές γειτονιές της Αθήνας, οργανώνοντας φασίζουσες «επιτροπές κατοίκων» που αναλαμβάνουν το κυνήγι των προσφύγων. Το καθεστώς φασιστικής επικυριαρχίας του Αγίου Παντελεήμονα δίνει τη δυνατότητα για επέκταση των επιθέσεων σε άλλες γειτονιές (πλ. Αττικής, πλ. Αμερικής, Ομόνοια), ακόμα και σε επαρχιακές πόλεις, με πρόσφατο και τραγικό παράδειγμα τον πυροβολισμό των προσφύγων στην Ηγουμενίτσα.

Απέναντι στο λόγο και την πρακτική της ακροδεξιάς, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ δείχνει μάλλον κατανόηση και απολογητική διάθεση, ενισχύοντας τον κίνδυνο της ανάπτυξης ενός πραγματικού κοινωνικού φασισμού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η τοποθέτηση του Υπουργού Υγείας Α. Λοβέρδου στη Βουλή, ο οποίος, σε πλήρη συμφωνία με τον Άδωνη Γεωργιάδη του ΛΑΟΣ, απέδωσε ούτε λίγο ούτε πολύ τα ελλείματα του ΕΣΥ στην περίθαλψη των «λαθρομεταναστών»[18]. Σε μια λιγότερη προβεβλημένη, αλλά μάλλον περισσότερο σημαντική ομιλία του στη Θράκη, ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας Ε. Βενιζέλος χαρακτήρισε τη μετανάστευση ως τη «σύγχρονη απειλή», αναμορφώνοντας αντίστοιχα και το αμυντικό δόγμα της χώρας[19]. Η Εισαγωγική ‘Εκθεση του νέου νομοσχεδίου για το άσυλο, μοιάζει να απολογείται για την «αναποτελεσματική» μέχρι τώρα προσπάθεια αστυνομικής καταστολής των προσφύγων, που επέτρεψε σε μερικές δεκάδες χιλιάδες από αυτούς να διαμένουν ημι-νόμιμα, εφοδιασμένοι με τις ροζ κάρτες.[20]

Πέρα λοιπόν από τη σαφή αντιμεταναστευτική πολιτική της, η κυβέρνηση φαίνεται διατεθειμένη να βουτήξει και στα θολά νερά του ρατσιστικού ή φασιστικού λαϊκισμού, με απρόβλεπτες συνέπειες για το μέλλον της κοινωνίας μας. Η είσοδος του αρχηγού της Χρυσής Αυγής, και γνωστού πρώην (;) έμμισθου πράκτορα της ΚΥΠ, Νίκου Μιχαλολιάκου στο Δημοτικό Συμβούλιο της Αθήνας υποδεικνύει αυτούς τους κινδύνους. Λίγες ημέρες μετά την εκλογή του, ο εκλογικά νομιμοποιημένος ηγέτης των νεοναζί ηγήθηκε, αποτυχημένης ευτυχώς, προσπάθειας των μελών της οργάνωσής τους να επιτεθούν στους μουσουλμάνους πρόσφυγες που συγκεντρώθηκαν στις πλατείες για τη δημόσια προσευχή του Μπαϊραμιού.[21]



Η Frontex στον Έβρο



Η παρουσία λοιπόν της Frontex στον Έβρο έχει μάλλον πολιτικό, παρά πρακτικό νόημα. Άλλωστε οι 175 αστυνομικοί που αναπτύχθηκαν εκεί, δεν αποτελούν καμιά τεράστια δύναμη για μια συνοριογραμμή πολλών δεκάδων χιλιομέτρων. Η κύρια αποστολή τους είναι μάλλον να διαφημίσουν την «ευρωπαϊκή αλληλεγγύη», διασώζοντας έτσι το αρχιτεκτόμηνα της ευρωπαϊκής αντιμεταναστευτικής πολιτικής, με άξονα τη συνθήκη του Δουβλίνου.

Η δύναμη της Frontex αποτελείται από 175 αστυνομικούς, προερχόμενους από 26 χώρες της συνθήκης Σένγκεν. Οι αστυνομικοί μάλιστα φορούν τις στολές της δικής υπηρεσίας, συμπληρωμένες με ένα έξτρα επώμιο διακριτικό της Frontex. Διαθέτουν επίσης ένα ελικόπτερο και ένα λεωφορείο (από τη Ρουμανία, που επέδειξε επίσης εξαιρετικό ζήλο και στην αντίστοιχη επιχείρηση στο Αιγαίο), 9 φορτηγάκια με θερμικές κάμερες (κυρίως από Γερμανία) και άλλα 30 περίπου οχήματα.

Η βασική της έδρα είναι στην Αστυνομική Διεύθυνση της Ορεστιάδας, όπου διατηρούν και το γραφείο συντονισμού, αλλά και προβολής της επιχείρησης. Τα όχηματά τους κυκλοφορούν και σταθμεύουν σε διάφορα σημεία της μικρής πόλης.

Οι περισσότεροι κάτοικοι της περιοχής, συνηθισμένοι δεκαετίες τώρα στη στρατιωτικοποίηση, την αντιμετωπίζουν κυρίως ως μια έξτρα πηγή εσόδων. Άλλωστε, με την ανεργία να μαστίζει την περιοχή σε ποσοστά πολύ μεγαλύτερα ακόμα και από τα εθνικά, η τοπική οικονομία περιστρέφεται ουσιαστικά γύρω από το στρατό και την αστυνομία.

Παρά την έλλειψη ακόμα επίσημων, αξιόπιστων στοιχείων, φαίνεται ότι από τις αρχές του Νοέμβρη, οπότε και ξεκίνησε η επιχείρηση, ο ρυθμός εισόδου έχει μειωθεί. Ωστόσο, είναι δύσκολο να διαπιστωθεί αν αυτό οφείλεται στον κατασταλτικό της ρόλο, ή σε εποχικές μεταβολές, καθώς αυτή την περιόδο πάντα μειώνεται η μετανάστευση, ειδικά στον Έβρο. Είναι πιθανό επίσης η παρουσία της να έχει φοβίσει τους πρόσφυγες, μετά την αντίστοιχη εμπειρία στο Αιγαίο, οι οποίοι έτσι πιθανά καθυστερούν το ταξίδι τους.



Στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Φυλάκιου



Ο φόβος των προσφύγων ωστόσο, δεν οφείλεται τόσο στον έλεγχο: άλλωστε κάποιος που έχει ξεκινήσει από το Μαρόκο για να φτάσει στη Γαλλία, δεν πρόκειται μάλλον να το μετανιώσει στη Θράκη. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος από την παρουσία της Frontex προέρχεται από τη συμμετοχή της στο διαχωρισμό των προσφύγων σε άμεσα απελάσιμους, όπως συμβαίνει εδώ και μερικά χρόνια στο Αιγαίο. Οι αξιωματικοί της Frontex αποδεικνύονται επίσης πολύ πιο αυστηροί στην καταγραφή βιομετρικών στοιχείων των προσφύγων, ώστε ακόμα και αν αυτοί καταφέρουν να φτάσουν σε άλλη χώρα εκτός Ελλάδας για να καταθέσουν άσυλο, οι τοπικές αρχές να τους αναγνωρίσουν και να τους απελάσουν πίσω στην Ελλάδα.

Καθώς όμως οι απελάσεις από την Ελλάδα είναι ακόμα δύσκολες, το πρώτο άμεσο αποτέλεσμα θα είναι ο υπερκορεσμός των στρατοπέδων συγκέντρωσης της περιοχής. Ήδη, όλα τα αστυνομικά κρατητήρια και οι σταθμοί συνοριακής φύλαξης, όπως αυτός στο Σουφλί, είναι γεμάτα. Κάποιοι από τους πρόσφυγες κρατούνται για λίγες ημέρες, μέχρι να αφεθούν με τη γραπτή εντολή αποχώρησης από τη χώρα. Άλλοι, κρατούνται παράνομα για μήνες, μέχρι να μπορέσει να οργανωθεί η απέλασή τους.

Ενδεικτική είναι η κατάσταση στο χώρο κράτησης στο χωριό Φυλάκιο (τραγιή σύμπτωση το όνομα), λίγο έξω από την Ορεστιάδα. Όταν το επισκεπτήκαμε πριν από λίγες ημέρες, πέσαμε πάνω στην «απελευθέρωση» (με το γνωστό χαρτί των 30 ημερών) μιας ομάδας, αφρικανών κυρίως, προσφύγων. Όσοι είχαν χρήματα, 60 ευρώ ή 85 δολάρια, πήραν το λεωφορείο του ΚΤΕΛ που κάνει απευθείας δρομολόγιο Φυλάκιο – Αθήνα. Τους υπόλοιπους θα τους μεταφέρει η Αστυνομία μέχρι την Ορεστιάδα.

Από εκεί και μετά, θα συνεχίσουν μόνοι τους το ταξίδι, ακόμα και με τα πόδια. Πολλές φορές, αλληλέγγυοι πολίτες από την Αλεξανδρούπολη πληρώνουν το εισιτήριο του τρένου. Ένας μαροκινός πρόσφυγας που μας μίλησε, κατευθύνεται στη Γαλλία, όπου ήδη έχει πάει η οικογένειά του. Τον άλλο συμπατριώτη του, και συγκρατούμενο του, τον περιμένει η έγκυος γυναίκα του στην Ιταλία. Κανείς από τους δύο δεν είχε άλλα λεφτά για να πάρει το λεωφορείο και κανείς επίσης δεν ήξερε πόσο μακρυά είναι η Αθήνα. Τα 1000 περίπου χιλιόμετρα που τους απαντήσαμε, τους φάνηκαν πολλά, αλλά σίγουρα αυτό δεν αρκεί για να τους απογοητεύσει.

Μας μιλήσαν επίσης και για τις συνθήκες μέσα στο κέντρο κράτησης. Ο «πρότυπος» χώρος προσωρινής κράτησης, όπως διαφημίστηκε το Φυλάκιο όταν ξεκίνησε τη λειτουργία του πριν από 3 χρόνια, έχει μετατραπεί σε ένα άθλιο στρατόπεδο συγκέντρωσης, εφάμιλλο της Παγανής και της Βέννας.

Εξακόσιοι, εφτακόσιοι, ακόμα και χίλιοι πολλές φορές πρόσφυγες, ανάμεσά τους οικογένειες και παιδιά, στριμώχονται σε 5 θαλάμους των 70 κρεβατιών. Ένα κρεβάτι αντιστοιχεί χοντρικά σε δυο άτομα. Κάθε θάλαμος διαθέτει τρεις – συνήθως βουλωμένες - τουαλέτες, αλλά καμία ντουζιέρα. Το φαγητό είναι προφανώς λίγο και κακό, ενώ το πόσιμο νερό είναι γεμάτο χώμα. Κανένας γιατρός ή κοινωνικός λειτουργός δεν είχε δει τουλάχιστον τους πρόσφυγες που μιλήσαμε εμείς.

Όλα αυτά βέβαια, για ανθρώπους που έχουν αποφασίσει να κάνουν το γύρω του κόσμου για να αλλάξουν τη ζωή τους, είναι δευτερεύοντα. Το σημαντικό είναι ότι η ευρωπαϊκή και ελληνική προσφυγική δεν τους αφήνει κανένα περιθώριο νόμιμης εισόδου και παραμονής. Η μόνη νόμιμη δυνατότητα που έχουν τυπικά είναι να κάνουν αίτηση ασύλου στην Ελλάδα: η βέβαιη αρνητική απάντηση στοιχίζει 600 ευρώ, που είναι η άτυπη ταρίφα για την κατάθεση της αίτησης μέσα από το στρατόπεδο. Πρακτικά λοιπόν, δεν υπάρχει κανένας νόμιμος τρόπος να μεταναστεύσει κάποιος, ή έστω να ζητήσει άσυλο στην Ευρωπαϊκή Ένωση.



Η κινητοποίηση των αντιρατσιστικών οργανώσεων



Σε άλλους καιρούς, η παρουσία ξένης δύναμης στα σύνορα της χώρας, θα θεωρούνταν εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας. Σήμερα, καμιά από τις «πατριωτικές» δυνάμεις του ελληνικού πολιτικού φάσματος δεν θέτει φυσικά τέτοιο θέμα. Προτεραιότητα όλου του κυρίαρχου πολιτικού μπλοκ εξουσίας, όπως και των ακροδεξιών συμπληρωμάτων του, είναι ο πόλεμος ενάντια στους μετανάστες.

Έτσι, οι μόνοι που στέκονται ενάντια στην παρουσία της Frontex, παραμένουν οι αντιρατσιστικές και μεταναστευτικές οργανώσεις και οι αντίστοιχοι πολιτικοί χώροι. Το πρώτο πρακτικό βήμα προγραμματίζεται στις 18 Δεκέμβρη, όταν συλλογικότητες κυρίως από τη Βόρεια Ελλάδα, από τη Θεσσαλονίκη, την Ηγουμενίτσα, την Ξάνθη, αλλά και από την περιοχή του Έβρου, καλούν σε κινητοποίηση στην περιοχή των συνόρων.

Στόχος τους να αναδείξουν την κατάσταση στο Φυλάκιο και τα σύνορα, να ασκήσουν ένα στοιχείωδη κοινωνικό έλεγχο στις κατασταλτικές δυνάμεις, ελληνικές ή ευρωπαϊκές και , κυρίως, να συνδέσουν την πολιτική των κλειστών συνόρων με την πολιτική της κρίσης και της φτώχειας.



Περισσότερες φωτογραφίες από την επίσκεψη στον Έβρο

Κέντρο κράτησης μεταναστών Έβρος,



Frontex- Εβρος


πηγη


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ευχαριστούμε πολύ για την επίσκεψη!

Τα μόνα σχόλια που σβήνω είναι οι ύβρεις.

Χειρουργικό Ιατρείο

Χειρουργικό Ιατρείο