Μια ιστορική αναδρομή
Β΄ ΜΕΡΟΣ
Του Παναγιώτη Γέροντα
Ανθυποπλοιάρχου (ΕΦ/Ο) ΠΝ
Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Ναυτική Επιθεώρηση»,
τεύχος 583, σελ. 30, ΔΕΚ 2012 – ΦΕΒ 2013, εκδ. ΥΙΝ/ΓΕΝ.
Αναδημοσίευση στο Περί Αλός με την έγκριση της «ΝΕ»
…συνέχεια από το Α΄ ΜΕΡΟΣ
Πανοραμική φωτογραφία του Μαντρακιού την εποχή της
Ιταλοκρατίας (Δημόσια και Κεντρική Βιβλιοθήκη Ρόδου).
ΦΩΤΟ: ΝΕ
|
Η ιταλική κατοχή των Δωδεκανήσων
Η Ιταλία επιτέθηκε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία στις 16/29 Σεπτεμβρίου 1911 με αφορμή την κακή μεταχείριση των Ιταλών εμπόρων στην Τριπολίτιδα. Η βαθύτερη όμως αιτία πρέπει να αναζητηθεί στην επιθυμία της Ρώμης να εξασφαλίσει τον έλεγχο στην Λιβύη. Επιδίωξη της Ιταλίας ήταν να εξασφαλίσει στην Ανατολική Μεσόγειο μια ζώνη αποκλειστικού ελέγχου. Η άρνηση της οθωμανικής διοίκησης να αποδεχθεί τελεσίγραφο των Ιταλών για στρατιωτική εγκατάσταση στην Τριπολίτιδα και την Κυρηναϊκή, οδήγησε σε ιταλική στρατιωτική απόβαση στην Βόρεια Αφρική. Η παθητική στάση των Μ. Δυνάμεων λόγω της διεθνούς κρίσης στο Αγιαδίρ [36], αλλά και λόγω της επιθυμίας να αποφύγουν την σύγκρουση με την Ρώμη, επέτρεψε στη Ρώμη ν’ ανακηρύξει στις 5 Νοεμβρίου την προσάρτηση της Τριπολίτιδας.
Οι οθωμανικές δυνάμεις αντέταξαν σοβαρή αντίσταση και ανάγκασαν τους Ιταλούς να μεταφέρουν αλλού τις επιθέσεις τους. Στην αρχή οι Ιταλοί βομβάρδισαν τα Δαρδανέλλια και στην συνέχεια στις 5 Μαΐου του 1912 με επικεφαλής τον στρατηγό Giovanni Ameglio (Αμέλιο) αποβιβάστηκαν στη Ρόδο και σε λίγες μέρες έκαμψαν και την τελευταία αντίσταση της οθωμανικής φρουράς.
Οι Έλληνες κάτοικοι του νησιού υποδέχθηκαν τους Ιταλούς ως απελευθερωτές και βοήθησαν στην διεξαγωγή των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων. Η έκφραση των ζωηρών προσδοκιών του ελληνικού πληθυσμού των Δωδεκανήσων διατυπώθηκε στο ψήφισμα του Εθνικού Πανδωδεκανησιακού Συνεδρίου, το οποίο συνήλθε στην Ιερά Μονή του Θεολόγου στη Πάτμο, τον Ιούνιο του 1912 το οποίο ευχαριστεί τους Ιταλούς, διαδηλώνει την απόφαση του ελληνικού πληθυσμού να αποτρέψει πάση θυσία την επαναφορά του οθωμανικού καθεστώτος, ενώ τέλος κηρύσσει την αυτονομία των απελευθερωμένων νησιών τα οποία ονομάζονται «Πολιτεία του Αιγαίου» [37].
Οι Ιταλοί παρέμειναν στην διοίκηση των Δωδεκανήσων μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1943. Ενώ στην αρχή είχαν διακηρύξει ότι η κατοχή των Δωδεκανήσων ήταν προσωρινή στην συνέχεια σκοπός τους έγινε η μονιμοποίηση της κατάστασης. Στο πλαίσιο αυτό οι Ιταλοί προχώρησαν μεθοδικά στον εξιταλισμό των νησιών. Οι Ιταλοί ήλεγχαν τις αφίξεις των Ελλήνων στα νησιά, απαγόρευσαν την κυκλοφορία ελληνικών εφημερίδων, ενώ στην εφημερίδα «Νέα Ρόδος» απαγορεύτηκε η αναφορά στις νίκες των Ελλήνων στους Βαλκανικούς Πολέμους.
Το Βενετόκλειο Γυμνάσιο της Ρόδου σε φωτογραφία της
εποχής (Γεννάδειος Βιβλιοθήκη). ΦΩΤΟ: ΝΕ
|
Οι Ιταλοί «χτύπησαν» ιδιαίτερα τον τομέα της Παιδείας και του Πνεύματος. Αυστηρή λογοκρισία επεβλήθη σε όλα τα έντυπα των νησιών, ενώ εξορίστηκαν και εκτοπίστηκαν διανοούμενοι και πνευματικοί επιφανείς άνθρωποι της δωδεκανησιακής κοινωνίας. Ο ίδιος μάλιστα ο Ameglioπαρακολουθούσε και ήλεγχε την αλληλογραφία του φιλολόγου και διευθυντή του Βενετοκλείου Γυμνασίου Δημητρίου Αναστασιάδη τον οποίο εξόρισε αργότερα.
Από το 1913 σχεδιάζουν την ίδρυση ιταλικού πανεπιστημίου με σχολές ιατρικής και πολιτικών επιστημών για να μπορέσει η Ιταλία να ανταγωνιστεί την πολιτιστική επιρροή της Αγγλίας και της Γαλλίας στη Μέση Ανατολή. Η ίδρυση του πανεπιστημίου δεν έγινε ποτέ.
Από το 1915 αρχίζει η προώθηση της διδασκαλίας της ιταλικής γλώσσας με την δημιουργία νυχτερινών σχολείων τα οποία προσελκύουν αρκετούς μαθητές λόγω ελλείψεως διδάκτρων και δυνατότητας συνδυασμού με πρωινή εργασία. Ήδη από το 1914 είχε γίνει προσπάθεια απαγόρευσης Ελλήνων εκπαιδευτικών στα Δωδεκάνησα. Tο 1916 η ιταλική διοίκηση διόρισε επόπτη όλων των σχολείων της Δωδεκανήσου τον αρχαιολόγο Amedeo Maiuti. Ο επόπτης αρνείται το διορισμό του καθηγητή Γαλλικών και εγκρίνει μόνο το διορισμό γυμνασιάρχη στο Βενετόκλειο Γυμνάσιο.
Στις 20 Σεπτεμβρίου 1916 ιδρύθηκε με την υποστήριξη της διοίκησης παράρτημα της μορφωτικής εταιρείας Dante Alighieri. Η Dante Alighieri άνοιξε διάφορα σχολεία στη Ρόδο με σκοπό τη διάδοση της ιταλικής γλώσσας και πολιτισμού.
Το ίδιο έτος διορίζεται στο Βενετόκλειο καθηγητής της Ιταλικής γλώσσας ο Ιωάννης Μακρής. Διπλωματούχοι δάσκαλοι που είχαν έλθει από την Ιταλία, καθώς και αξιωματικοί και υπαξιωματικοί του στρατού ανέλαβαν διδακτικό έργο. Συνολικά το 1916 – 1917 τα Ιταλικά παρακολούθησαν 2.353 μαθητές. Το 1917 ο διοικητής Croce εκφράζει την ευαρέσκειά του για την εισαγωγή της Ιταλικής γλώσσας στο «Βενετόκλειο» Γυμνάσιο.
Το 1926 ιδρύθηκε στην Ρόδο το «Istituto Magistrale» («Ιταλικό Διδασκαλείο») στο οποίο έπρεπε απαραιτήτως να φοιτήσουν όσοι Δωδεκανήσιοι ήθελαν να γίνουν δάσκαλοι. Ακόμη αναγνωρίζονταν μόνο τα πτυχία των ιταλικών πανεπιστημίων, ενώ υπήρχε κατεύθυνση οι Δωδεκανήσιοι να σπουδάζουν στο Πανεπιστήμιο της Πίζας.
Το Πάσχα του 1919 οι Δωδεκανήσιοι με συλλαλητήρια διαδήλωσαν την διάθεση του ελληνικού πληθυσμού για ένωση με την μητέρα Ελλάδα. Σε αυτές τις διαδηλώσεις όμως τα κυβερνητικά όργανα έχασαν την ψυχραιμία τους με αποτέλεσμα να αρχίσουν να πυροβολούν τους διαδηλωτές με αποτέλεσμα να σκοτωθούν δύο διαδηλωτές και να τραυματιστούν άλλοι δεκαοχτώ. Εμπνευστής των διαδηλώσεων θεωρήθηκε από τις ιταλικές αρχές ο μητροπολίτης Ρόδου Απόστολος ο Α΄ (Τρύφωνος) [38], τον οποίο οι Ιταλοί τον συνέλαβαν και τον εξόρισαν στην Πάτμο και από εκεί έφυγε στην Κωνσταντινούπολη.
Ο Ιταλός Κυβερνήτης Mario Lago σε
συνάντηση με τον De Vecchi, όταν
ο δεύτερος ήταν υπουργός Παιδείας
και επισκέφθηκε την Ρόδο και τα
άλλα νησιά (Δημόσια Κεντρική
Βιβλιοθήκη Ρόδου). ΦΩΤΟ: ΝΕ
|
Η Συνθήκη της Λωζάννης (24/7/1923) σηματοδοτεί και τηνde jure μόνιμη ιταλική κατάληψη και πλήρη κυριαρχία. Από το 1923 μέχρι την 11/9/1943 τα Δωδεκάνησα θα είναι προσαρτημένα στο Ιταλικό Βασίλειο έχοντας τον χαρακτηρισμό «Possedimento» («Κτήση») του ιταλικού Κοινοβουλίου. Οι δύο κυβερνήτες της Ιταλίας στα Δωδεκάνησα Mario Lago (Νοέμβριος 1922-Νοέμβριος 1936) και Cesare Maria De Vecchi conte di Val Cismon (Νοέμβριος 1936-Δεκέμβριος 1940) θα είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα απολυταρχικής διοικήσεως. Σε όλους τους τομείς επιχειρείται ένας βίαιος εξιταλισμός. Κυβερνητικό διάταγμα του 1924 περί δασικής ζώνης επέφερε την οικονομική εξαθλίωση των νησιών [39]. Με το πρόσχημα της αναδάσωσης και την προστασία των δασών ο αγρότης υποχρεωνόταν σε βαριά πρόστιμα. Στο τέλος έχανε τα πάντα και κατέληγε να δουλεύει με εξευτελιστικές απολαβές εργάτης στα ιταλικά δημόσια έργα. Επίσης το 1929 με το νέο κτηματολόγιο, η ιταλική Διοίκηση κρατικοποίησε όλα τα δάση που ανήκαν σε κοινότητες, στην Εκκλησία, σε μοναστήρια και σε ιδιώτες [40]. Οι Ιταλοί έλαβαν ανθελληνικά μέτρα και στο εμπόριο και την βιοτεχνία. Τα ιταλικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που είχαν ανοίξει υποκαταστήματα στα Δωδεκάνησα δεν ευνοούσαν παροχή πιστώσεων σε Έλληνες εμπόρους. Τέλος, από το 1926 οι Ιταλοί δεν δίνουν άδειες ασκήσεως του εμπορικού επαγγέλματος στους Έλληνες. Το χονδρικό εμπόριο είχε περάσει όλο στα χέρια Ιταλών, Φραγκολεβαντίνων και Εβραίων [41].
Όλα τα σημαντικά μονοπώλια είχαν περάσει σε ιταλικές εταιρείες, όπως του καπνού, των ξηρών καρπών, της οινοπνευματοποιίας, της αλευροβιομηχανίας, της κεραμοποιίας, της αγγειοπλαστικής κ.α.. Από τις έντεκα γραμμές θαλασσίων μεταφορών και ακτοπλοΐας, οι έξι ήταν ιταλικές, μία γαλλική, δύο τουρκικές και δύο ελληνικές [42]. Παρόμοια ιταλική κυριαρχία παρατηρείται και στις μεγάλες τουριστικές μονάδες αλλά και στις μεγάλες κατασκευαστικές εταιρείες [43].
Στα εκκλησιαστικά ζητήματα η ιταλική Διοίκηση ήρθε σε σύγκρουση με τους Έλληνες της Δωδεκανήσου στο θέμα του Αυτοκεφάλου της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Οι προσπάθειες ίδρυσης Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Δωδεκανήσου από τον κυβερνήτη Lago προσέκρουσαν πάνω στην αντίδραση του ποιμνίου [44] στα Δωδεκάνησα, των Δωδεκανησίων της διασποράς (Αθήνας και Αιγύπτου) καθώς και στην αναβλητική στάση του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Τελικά το όλο θέμα «υποβαθμίστηκε» από τον κυβερνήτη De Vecchi [45].
Στις 4 Ιανουαρίου του 1932 η Ιταλία υπογράφει με την Τουρκία συνθήκη καθορισμού της αιγιαλίτιδας ζώνης μεταξύ Καστελλόριζου και τουρκικών ακτών. Πρωτόκολλο (28 Δεκεμβρίου) ρυθμίζει όλα τα εναπομείναντα ζητήματα μεταξύ των δύο κρατών σχετικά με τα θαλάσσια σύνορα των Δωδεκανήσων με το πιο κατηγορηματικό τρόπο.
Ιδιαίτερα σκληρή πολιτική θα επιβάλει ο De Vecchi ο οποίος ξεκάθαρα δήλωσε ότι σκοπός του ήταν η εξομοίωση των Δωδεκανήσων με την υπόλοιπη Ιταλία [46]. Με διάταγμα του 1937 η ιταλική Διοίκηση υποβιβάζει την ελληνική γλώσσα σε «lingua locale» (τοπική γλώσσα). Έγινε μάθημα προαιρετικό και διδασκόταν στα σχολεία χωρίς βιβλία. Όλα τα μαθήματα γίνονταν στα ιταλικά. Επιπλέον μπήκε στα σχολεία και το μάθημα της «culturafascista» («φασιστική αγωγή»).
Η γερμανική και αγγλική κατοχή των Δωδεκανήσων
Τα Δωδεκάνησα ευρίσκονται υπό τον έλεγχο των Γερμανών από την 11η Σεπτεμβρίου 1943, όπου ο τελευταίος Ιταλός κυβερνήτης Inigo Campioni υπέγραψε την παράδοση του Ιταλικού Στρατού στον Γερμανό στρατηγό Kleeman ως απότοκο της προηγηθείσης συνθηκολόγησης της Ιταλίας, μέχρι τις 9 Μαΐου 1945.
Η γερμανική κατοχή έφερε πείνα και εξαθλίωση στον δωδεκανησιακό λαό και πολλές διώξεις Ελλήνων και Εβραίων. Μετά την μάχη της Κω κατά την οποία οι Γερμανοί κατέλαβαν το νησί, οι νέοι κατακτητές προχώρησαν σε μαζικές εκτελέσεις Ιταλών αξιωματικών που αντιστάθηκαν στους εισβολείς.
Οι Γερμανοί λόγω της κρίσιμης καμπής που είχε ο πόλεμος για αυτούς δεν ασχολούνταν ιδιαίτερα για τα κοινωνικά, θρησκευτικά και εκπαιδευτικά ζητήματα των νησιών. Αυτά τα ζητήματα συνέχιζε να τα ασκεί μια σκιώδης ιταλική διοίκηση. Παρόλα αυτά έδωσαν το δικαίωμα στα ελληνικά κατηχητικά να λειτουργήσουν ελευθέρως ως ημερήσια σχολεία εφαρμόζοντας μάλιστα και το αναλυτικό πρόγραμμα του ελληνικού Υπουργείου Παιδείας. Η απόφαση αυτή ουσιαστικά καταργούσε το διάταγμα του 1937, αν και ποτέ δεν έγινε επισήμως για πολιτικούς λόγους [47]. Η λειτουργία των κατηχητικών έφερε σε σύγκρουση την Μητρόπολη της Ρόδου με τους Ιταλούς ιθύνοντες και οι Γερμανοί ανέλαβαν τον ρόλο του διαιτητή. Οι Γερμανοί τελικά επέτρεψαν την καθημερινή λειτουργία των κατηχητικών υπό την εποπτεία της Μητροπόλεως Ρόδου με τον όρο ότι οι ώρες λειτουργίας τους δεν θα συνέπιπταν με αυτές των «κυβερνητικών σχολείων» τα οποία τελούσαν υπό ιταλικό έλεγχο. Η Μητρόπολη της Ρόδου οργάνωσε τα «κατηχητικά σχολεία» ενώ τα ιταλικά «κυβερνητικά σχολεία» τα σχολικά έτη 1944-45 λειτουργούσαν στοιχειωδώς ή και καθόλου λόγω ελλείψεως μαθητών.
Ο κυβερνήτης De Vecchi στο γραφείο
του (Δημόσια και Κεντρική
Βιβλιοθήκη Ρόδου). ΦΩΤΟ: ΝΕ
|
Ήδη από τον επόμενο χειμώνα από την εγκαθίδρυση της γερμανικής κατοχής στα Δωδεκάνησα, βρετανικές δυνάμεις σε συνεργασία με τους άνδρες του Ιερού Λόχου υπό τον συνταγματάρχη Χριστόδουλο Τσιγάντε σχεδίαζαν την κατάληψη των Δωδεκανήσων για λογαριασμό των Συμμάχων. Στις 8 Μαΐου 1945 έφτασε στη Σύμη ο διοικητής Δωδεκανήσου, υποστράτηγος Βάγκνερ, για να υπογράψει πρακτικό παράδοσης των εκεί γερμανικών δυνάμεων στους αντιπροσώπους των Συμμάχων - Αγγλίας, Γαλλίας και Ελλάδας. Στη συνέχεια, ο Ιερός Λόχος αποχώρησε και τα νησιά περιήλθαν υπό βρετανική στρατιωτική διοίκηση, η οποία παρέμεινε για δύο σχεδόν χρόνια. Η αγγλική διοίκηση διατήρησε το διοικητικό και φοροεισπρακτικό σύστημα της φασιστικής Ιταλίας, οι Ιταλοί υπάλληλοι παρέμειναν στις θέσεις του ενώ δείχθηκε απροθυμία για την παλιννόστηση των Δωδεκανήσιων Ελλήνων που ζούσαν στο εξωτερικό [48].
Στην συνέχεια η παραχώρηση των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα ακολούθησε τις γεωπολιτικές εξελίξεις και ιδίως την ενδυνάμωση της Σοβιετικής Ένωσης, η οποία έδινε εδάφη στους δορυφόρους της. Αντίθετα για την Ελλάδα δεν ήταν δυνατόν να ικανοποιηθούν άλλες εδαφικές διεκδικήσεις πλην αυτών των Δωδεκανήσων. Παράλληλα στα εσωτερικά της Ελλάδος είχε επικρατήσει εκρηκτική εμφυλιακή πόλωση και η παραχώρηση των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα θα ενίσχυε το κύρος της ελληνικής Κυβέρνησης στην ελληνική κοινή γνώμη. Η Τουρκία από την άλλη δεν είχε αντίρρηση τότε να παραχωρηθούν τα Δωδεκάνησα στην Ελλάδα με τον μόνο όρο ότι θα κατοχυρωνόταν η ασφάλεια των μικρασιατικών παραλίων. Η στάση αυτής της Τουρκίας πήγαζε από την πεποίθηση ότι έπρεπε να ακολουθήσει συντηρητική πολιτική στο ρευστό μεταπολεμικό περιβάλλον με πρώτη προτεραιότητα την εδαφική ακεραιότητά της. Παράλληλα δεν ήθελαν οι Τούρκοι ιθύνοντες να ερεθίσουν περαιτέρω τους Σοβιετικούς οι οποίοι το καλοκαίρι του 1946 έθεσαν θέμα αναθεώρησης του καθεστώτος των Στενών· ενέργεια που από την Δύση ερμηνεύτηκε ως μία δυναμική προσπάθεια της σοβιετικής πολιτικής για τον έλεγχο της Ανατολικής Μεσογείου.
Η μόνη αντίδραση η οποία όμως ξεπεράστηκε γρήγορα κατά την διάρκεια των συνεδριάσεων του Συμβουλίου των υπουργών των Εξωτερικών των Συμμάχων στο Παρίσι το 1946 ήταν από την Σοβιετική Ένωση λόγω της «δυσπιστίας» της προς την «αντιδραστική» ελληνική Κυβέρνηση. Τελικά όμως η σοβιετική πλευρά δέχθηκε την παραχώρηση των Δωδεκανήσων μαζί με το Καστελόριζο στην Ελλάδα με μοναδικό όρο την αποστρατικοποίηση των νήσων.
Την απόφαση των υπουργών επικύρωσε η συνθήκη της Ελλάδας και Ιταλίας που υπεγράφη στο Παρίσι (10 Φεβρουαρίου 1947). Η συνθήκη αυτή απέδιδε στην Ελλάδα την ιταλική κυριαρχία επί των Δωδεκανήσων όπως αυτή είχε συμφωνηθεί με την συνθήκη ειρήνης του Ουσύ (18 Οκτωβρίου 1912-αναγνώριση ιταλικής κυριαρχίας Δωδεκανήσου και Καστελόριζου), το άρθρο 15 της Συνθήκης της Λωζάννης [49] και τις ιταλοτουρκικές συμφωνίες του 1932, με τις οποίες καθορίζονταν τα ιταλοτουρκικά θαλάσσια σύνορα. Η Ελλάδα λοιπόν συμφώνως του Διεθνούς Δικαίου ανέλαβε ως διάδοχο κράτος τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της Ιταλίας όπως αυτά ορίζονταν από τις προαναφερθείσες συνθήκες και συμφωνίες.
Η ανάληψη της διοίκησης των νησιών από την Ελλάδα έγινε στις 31 Μαρτίου 1947 με την παράδοσή τους από τους Βρετανούς στον Έλληνα στρατιωτικό διοικητή, αντιναύαρχο Περικλή Ιωαννίδη. Τα Δωδεκάνησα προσαρτήθηκαν και επισήμως στην Ελλάδα στις 7 Μαρτίου 1948. Ο στρατιωτικός διοικητής αποχώρησε και συστάθηκε η Γενική Διοίκηση Δωδεκανήσου, με πρώτο γενικό διοικητή τον Κάσιο γιατρό και αγωνιστή, Νικόλαο Μαυρή [50].
Λίνδος, Ρόδος. ΦΩΤΟ: Κώστας Ανδρεόπουλος
kostasandreopoulos.blogspot.gr
|
Συμπεράσματα
Η ιστορία των Δωδεκανήσων δείχνει ξεκάθαρα δύο πράγματα. Πρώτον, ότι αποτελούν μια γεωγραφική ενότητα. Πράγματι διαχρονικά τα νησιά αυτά συνδέονται με κοινή μοίρα. Από την Αθηναϊκή Συμμαχία στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και το Βυζάντιο και από εκεί στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, την Ιταλία, την Γερμανία, την Αγγλία και την τελικά την Ελλάδα, τα Δωδεκάνησα πορεύονται μαζί στο χρόνο.
Δεύτερον, η βαθιά ελληνικότητα των νησιών. Αυτό δεν αποτελεί σχήμα λόγου, είναι μια αναμφισβήτητη αλήθεια. Τα Δωδεκάνησα κατοικούνται από Έλληνες συνεχόμενα από τα μυκηναϊκά χρόνια, ίσως και πιο πριν. Προσπάθειες αλλοίωσης και αφομοίωσης του ελληνικού πληθυσμού προσέκρουσαν πάνω στην ακλόνητη πίστη του πληθυσμού των Δωδεκανήσων στην ελληνική ταυτότητά του.
Η ενσωμάτωση των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα σηματοδότησε την εθνική ολοκλήρωση αλλά και μια πραγμάτωση δικαιοσύνης γιατί μετά από την παρέλευση πολλών κατακτητών και αιώνων ο ελληνικός πληθυσμός των Δωδεκανήσων ευτύχησε να ενωθεί με τους υπόλοιπους αδελφούς Έλληνες.
http://perialos.blogspot.gr/2013/08/blog-post_26.htmlΕυχαριστούμε πολύ για την επίσκεψη! thiva post
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ευχαριστούμε πολύ για την επίσκεψη!
Τα μόνα σχόλια που σβήνω είναι οι ύβρεις.