Φίλες και φίλοι της Λειβαδιάς, της Θήβας, όλης της Βοιωτίας και όλης της Στερεάς. Χαίρομαι γιατί βρισκόμαστε σήμερα εδώ. Χαίρομαι γιατί
μετά από κάποιο καιρό, βρίσκομαι ξανά εδώ στα μέρη αυτά τα οποία είναι ηρωικά και λεβέντικα. Και χαίρομαι γιατί θα έχουμε την ευκαιρία να συζητήσουμε για τα μεγάλα θέματα που απασχολούν τη χώρα, για τα μεγάλα θέματα που απασχολούν την παράταξη.
Είπαμε πως αυτή η ώρα, αυτή η μέρα, μέσα στο τριήμερο του Αγίου Πνεύματος, προσφέρεται για μια συνάντηση, όχι απλά και μόνον για μια ομιλία, αλλά για μια συνάντηση και για μια συζήτηση βαθύτερου προβληματισμού, εδώ στην πόλη σας.
Και χαίρομαι γιατί αυτό το ζεστό σαββατιάτικο μεσημέρι είστε εδώ, ακριβώς για να ενώσουμε τους προβληματισμούς, την αγωνία μας και τον αγώνα μας για το μέλλον της Ελλάδας, για το μέλλον της δημοκρατικής προοδευτικής παράταξης.
Φίλες και φίλοι, από τις 6 Μαΐου μέχρι σήμερα, οι εβδομάδες που πέρασαν έκαναν δυστυχώς τα πράγματα πολύ χειρότερα για την πατρίδα μας. Τις τελευταίες μέρες, χθες και προχθές, η Νέα Δημοκρατία και ο ΣΥΡΙΖΑ παρουσίασαν τα πολιτικά τους προγράμματα. Από την παρουσίαση αυτή είναι πια φανερό για μένα ότι η χώρα οδηγείται στο διχασμό και την ακυβερνησία.
Θέλω να είμαι πολύ σαφής από την άποψη αυτή. Αντί να βγούμε από την οικονομική κρίση, αντί να αποκτήσουμε ελπίδα και προοπτική, κινδυνεύουμε να μπούμε -και μάλιστα να μπούμε με φόρα- σε μια νέα κρίση, αυτή τη φορά σε μια κρίση των σχέσεών μας με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Στο μεταξύ, η οικονομική κατάσταση της πατρίδας μας χειροτερεύει καθημερινά, σε πολύ μεγάλο βαθμό λόγω της πολιτικής αβεβαιότητας και της προοπτικής της ακυβερνησίας. Αυτό το βλέπουμε σε πάρα πολλούς τομείς. Ενδεικτικά αναφέρω τις τράπεζες, τον τουρισμό και την ενέργεια, όπου κλονίζεται χρηματοοικονομικά ο ίδιος ο πυλώνας της ΔΕΗ.
Κάποιοι νομίζουν ότι παίζεται ένα δικομματικό παιχνίδι ανάμεσα στη Νέα Δημοκρατία και το ΣΥΡΙΖΑ, όπως παλιά, όπως σε προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις. Αυτό είναι απολύτως αστείο, η εποχή των μονοκομματικών πλειοψηφιών και των αυτοδύναμων κυβερνήσεων έχει περάσει.
Μόνη λύση είναι η συνεργασία και η συνεννόηση. Μόνη λύση είναι η εφαρμογή της εθνικής στρατηγικής που έχει προτείνει το ΠΑΣΟΚ. Είναι η εθνική στρατηγική της συστηματικής και θαρραλέας αναθεώρησης των δυσμενών όρων του μνημονίου, δηλαδή της δανειακής σύμβασης. Ενώ ταυτόχρονα κρατάμε και εφαρμόζουμε τα πολλά θετικά στοιχεία της δανειακής σύμβασης με την Ελλάδα να βρίσκεται σταθερή και ισχυρή μέσα στην Ευρώπη και μέσα στη Ζώνη του ευρώ.
Πως μπορούμε όμως να πετύχουμε τη συνεννόηση, τη συνεργασία και την εφαρμογή αυτής της μόνης εφικτής ρεαλιστικής και υπεύθυνης στρατηγικής, όταν έχουν διαμορφωθεί αυτές οι θέσεις και αυτές οι στρατηγικές των άλλων πολιτικών κομμάτων;
Έχουμε μπει σε ένα επικίνδυνο αδιέξοδο.
Και αυτό το αδιέξοδο πρέπει να σπάσει. Υπάρχει ένας μόνο τρόπος για να γίνει αυτό: Nα είναι ισχυρό το ΠΑΣΟΚ. Μόνο ένα ισχυρό ΠΑΣΟΚ εγγυάται τη συνεννόηση και τη συνεργασία. Μόνο ένα ισχυρό ΠΑΣΟΚ εγγυάται την εφαρμογή της μόνης εθνικής στρατηγικής που μπορεί να βγάλει τον τόπο με ασφάλεια από την κρίση.
Ας πούμε, φίλες και φίλοι, τα πράγματα με το όνομά τους. Παρουσιάσαμε πρώτοι εδώ και πολλές μέρες, με απόλυτη ευθύτητα και ειλικρίνεια, την πρότασή μας, αυτή την εθνική στρατηγική της αναθεώρησης της δανειακής σύμβασης.
Την τεκμηριώσαμε και την εξειδικεύσαμε. Eξήγησα πολλές φορές ότι δε λέμε κάτι καινούριο, που το εμπνευστήκαμε τώρα, κατ΄ ανάγκην μετά τις εκλογές του Μαΐου και μετά την αλλαγή των συσχετισμών, μετά τη μείωση της δύναμης του ΠΑΣΟΚ.
Αυτά που προτείνουμε τώρα τα πρότεινα και πριν τις εκλογές του Μαΐου. Kαι στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτα άλλο από τη δημοσιοποίηση και την προβολή των θέσεων που υποστηρίξαμε, των θέσεων για τις οποίες αγωνιστήκαμε στην πολύμηνη σκληρή διαπραγμάτευση με την τρόικα. Πριν καταφέρουμε να φτάσουμε στη δανειακή σύμβαση, στη μείωση του χρέους, στο σχέδιο διάσωσης των τραπεζών, δηλαδή στο σχέδιο διάσωσης των καταθέσεων που είναι ο ιδρώτας και η αποταμίευση του ελληνικού λαού.
Και το κάναμε αυτό, κάτω από δύσκολες συνθήκες, μέσα σε έναν αρνητικό συσχετισμό δυνάμεων, μέσα σε μια συντηρητική Ευρώπη στην οποία κυριαρχούν οι ομογάλακτοι αδελφοί του κ. Σαμαρά και της Νέας Δημοκρατίας. Και με υπονομευμένο το εσωτερικό εθνικό μέτωπο, λόγω της μακράς προεκλογικής αβεβαιότητας στην οποία έχει μπει η χώρα, σας θυμίζω από την 1η Νοεμβρίου του 2011 και με μία αντιπολίτευση η οποία λειτουργούσε ισοπεδωτικά και μηδενιστικά χωρίς να αναλαμβάνει ούτε ένα μικρό ποσοστό της εθνικής ευθύνης για τη διαχείριση της κρίσης.
Αυτή τη στρατηγική την παρουσιάσαμε στους Ευρωπαίους σοσιαλιστές ηγέτες, τη συζήτησα με τον Πρόεδρο Ολάντ στο Παρίσι, με τους Αρχηγούς των σοσιαλιστικών κομμάτων στις Βρυξέλες και βρήκαμε ανταπόκριση. Είναι προφανές, ότι μπορούμε να αξιοποιήσουμε τη διαφαινόμενη αλλαγή των ευρωπαϊκών συσχετισμών.
Αλλά η Ευρώπη είναι πολύπλοκος και δύσκολος μηχανισμός. Δεν είναι εύκολο να διαμορφώσεις νέους συσχετισμούς. Θέλει πολύ μεγάλη προσοχή γιατί έχεις απέναντί σου όχι μόνο κυβερνήσεις, αλλά κοινοβούλια, κόμματα, εκλογικά σώματα, κοινωνίες, μέσα ενημέρωσης. Και καραδοκούν πάντα τα πιο άγρια κερδοσκοπικά τμήματα των διεθνών αγορών.
Όλοι ποντάρουν στην ευρωπαϊκή κρίση, στην κρίση του ευρώ, στο ντόμινο επιπτώσεων από χώρα σε χώρα. Από την Ελλάδα στην Ιρλανδία, από την Ιρλανδία στην Πορτογαλία, από την Πορτογαλία στην Ισπανία, από την Ισπανία στην Ιταλία και ούτω καθεξής.
Ενώ όμως εμείς αγωνιζόμαστε, με αίσθημα ευθύνης και διαμορφώνουμε μια εθνική στρατηγική εφικτή προοδευτική ρεαλιστική. Μια στρατηγική ικανή να ενώσει τους Έλληνες και να συνεγείρει όλες τις εθνικές δυνάμεις που πρέπει να μπουν μέσα στη διαπραγμάτευση για την αναθεώρηση της σύμβασης και για την οριστική έξοδο της χώρας από την κρίση, οι άλλοι τι κάνουν;
Από τη μια μεριά έχουμε τη Νέα Δημοκρατία που καταφεύγει στον πιο παλιομοδίτικο ανεύθυνο ψυχροπολεμικό δημαγωγικό λόγο, επαναλαμβάνει την πλατφόρμα της 6ης Μαΐου. Αλλά εκείνη η πλατφόρμα είχε γεννηθεί μέσα στην ψευδαίσθηση της αυτοδύναμης πλειοψηφίας, που διεκδικούσε για τις εκλογές της 6ης Μαΐου η Νέα Δημοκρατία. Γιατί ο κ. Σαμαράς ήθελε να γίνει Πρωθυπουργός.
Από την άλλη μεριά, έχουμε τον ΣΥΡΙΖΑ, που χθες, μετά από ταλάντευση κάποιων εβδομάδων, έκανε πια τη ρητή και οριστική επιλογή της ρήξης με την Ευρώπη, της μονομερούς καταγγελίας, της επιστροφής στον κρατισμό και μάλιστα στις χειρότερες όψεις του κρατισμού: του συντεχνιασμού.
Έκανε την επιλογή που οδηγεί όχι μόνον στην οικονομική, αλλά και στην πολιτική απομόνωση της χώρας. Μια απομόνωση, που αφορά και την εξωτερική πολιτική και την αμυντική πολιτική της χώρας με την αποχώρηση από το ΝΑΤΟ, που θίγει καίρια τα εθνικά μας συμφέροντα στο Αιγαίο και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Αυτό το σκηνικό είναι απολύτως αδιέξοδο. Πρόκειται για έναν πλαστό δικομματισμό. Αυτό το σκηνικό, θέλω να το πω καθαρά, δεν δίνει κυβέρνηση στις 18 Ιουνίου, η Ελλάδα θα οδηγείται στην ακυβερνησία, μέσα από μια σειρά επικίνδυνων πρακτικών. Άλλοι επιστρέφουν στις αντικομουνιστικές ψυχώσεις του ψυχρού πολέμου και άλλοι φαντασιώνονται ότι είναι τα αντίγραφα και οι διάδοχοι του Τσε Γκεβάρα.
Πιστεύουν ίσως κάποιοι, συνηθισμένοι στο παλιό σκηνικό του δικομματισμού, ότι και τώρα το παιχνίδι παίζεται με δύο βασικούς παίκτες. Ότι ο ένας από τους δύο θα αναλάβει τη διακυβέρνηση του τόπου και θα τα βγάλει πέρα από την κρίση. Το βλέπω αυτό ακόμη και σε Μέσα Ενημέρωσης του προοδευτικού χώρου, που πιστεύουν ότι αυτό είναι το δίλημμα του ελληνικού λαού: Mία κυβέρνηση του κ. Σαμαρά ή μία κυβέρνηση του κ. Τσίπρα.
Αυτά τα διλήμματα είναι ανύπαρκτα και επικίνδυνα. Ζούμε στην εποχή των συνεργασιών, στην εποχή των συσπειρώσεων. Η χώρα δεν κυβερνιέται από καμία κυβέρνηση που διαθέτει μικρή νομιμοποίηση. Δεν κυβερνιέται ούτε με 18% ούτε με 25% του εκλογικού Σώματος.
Δεν κυβερνιέται ούτε καν με το 50% και πάνω του εκλογικού σώματος. Θέλει μεγάλα εθνικά μέτωπα. Δεν κυβερνάς τον τόπο με τους μισούς Έλληνες ή τα 2/3 των Ελλήνων απέναντι από την κυβέρνηση, σε μία σκληρή κοινωνική -όπως λέγεται- αντιπολίτευση που δεν δίνει νομιμοποίηση και συναίνεση για μεγάλες αλλαγές.
Κρίσιμο στοιχείο για το οποίο γίνεται πολλή συζήτηση, αλλά νομίζω μία συζήτηση χωρίς πραγματική βάση, δεν είναι ούτε το περιβόητο bonus των 50 εδρών στη Βουλή, που παίρνει το πρώτο κόμμα -γιατί αυτό είναι κρίσιμο όταν άλλες εποχές οδηγούσε σε αυτοδύναμες μονοκομματικές πλειοψηφίες. Αλλά για να λειτουργήσει έτσι το bonus των 50 εδρών πρέπει τα κόμματα να έχουν παλαιού τύπου, παλαιών εποχών ποσοστά, πάρα πολύ υψηλά ποσοστά των μεγάλων πολυσυλλεκτικών κομμάτων, που τώρα άλλαξε η εποχή και δεν υπάρχουν.
Τώρα λοιπόν, κανένα από τα δύο σενάρια πρώτου κόμματος, είτε το σενάριο που λέει Νέα Δημοκρατία είτε το σενάριο που λέει ΣΥΡΙΖΑ για όσους αρέσκονται στα σενάρια, δεν οδηγεί σε κυβερνητική λύση. Γιατί και στις δύο περιπτώσεις είναι στην πραγματικότητα αδύνατο να διαμορφωθεί σοβαρή λειτουργική, σταθερή πλειοψηφία.
Και στα δύο σενάρια προκύπτει βαθύς και επικίνδυνος διχασμός του εκλογικού σώματος, της κοινωνίας, που καθιστά ουσιαστικά ακυβέρνητη τη χώρα, ακόμη κι αν μπορεί αριθμητικά να σχηματιστεί στη Βουλή πλειοψηφία στήριξης ή ανοχής μιας κυβέρνησης.
Το ΠΑΣΟΚ έλεγε πριν τις εκλογές του Μαΐου ότι δεν είναι δεδομένο. Ότι οι Έλληνες δεν πρέπει να μένουν με την αίσθηση πως την επομένη των εκλογών θα υπάρχει μια κυβέρνηση, λίγο πολύ σαν την κυβέρνηση Παπαδήμου. Και ότι θα υπάρχει μια συγκεκριμένη πολιτική κατεύθυνση, απέναντι στην οποία οι άλλοι, με ευκολία αντιπολιτευόμενοι, χωρίς κόστος, μπορούν να τοποθετούνται λέγοντας ό,τι θέλουν.
Το ΠΑΣΟΚ λοιπόν και τώρα με απόλυτη σαφήνεια, με ειλικρίνεια, λέγοντας προεκλογικά αυτό που θα πει και μετεκλογικά, λέει ότι αυτή η κατάσταση δεν οδηγεί πουθενά και πρέπει να σπάσει. Και υπάρχει μόνον ένας τρόπος, αυτός που σας είπα: το ισχυρό εκλογικά και κοινοβουλευτικά ΠΑΣΟΚ, που μπορεί να επιβάλλει τη συνεννόηση και τη συνεργασία, που μπορεί να εγγυηθεί την εθνική στρατηγική της συστηματικής και υπεύθυνης αναθεώρησης του μνημονίου. Χωρίς να διακινδυνεύουμε την εκταμίευση των δόσεων. Χωρίς να χάνουμε τα οφέλη από τη συμφωνία και το πρόγραμμα στήριξης. Χωρίς να θέτουμε σε κίνδυνο την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας.
Φίλες και φίλοι, εάν δεν γίνει αυτό, εάν το ΠΑΣΟΚ δεν είναι ισχυρό εκλογικά και κοινοβουλευτικά, δεν μπορεί να παίξει το ρόλο του. Δεν μπορεί να λειτουργήσει ως εγγυητής και καταλύτης αυτών των εξελίξεων. Δεν μπορούμε να εγγυηθούμε ούτε την κυβέρνηση του τόπου, την κυβερνησιμότητα του τόπου, ούτε την εφαρμογή μιας υπεύθυνης και εφαρμόσιμης κυβερνητικής πολιτικής.
Δεν πρόκειται να κάνουμε πίσω από τη θέση αυτή. Γιατί τη θέση αυτή τη διατυπώνουμε με αίσθημα εθνικής ευθύνης, αλλά και με επίγνωση της επερχόμενης κρίσης της ιστορίας, γιατί όλους θα μας κρίνει και θα μας κρίνει πολύ σύντομα, σε μήνες, η ιστορία. Ο πολιτικός χρόνος έχει συμπυκνωθεί. Οι εξελίξεις είναι γρήγορες και καταλυτικές, και όλα αυτά δεν κρίνονται μόνον εκλογικά σε μία ή δύο εκλογές, αλλά τελικώς κρίνονται με ιστορικό κριτήριο σε εθνικό επίπεδο.
Στο μεταξύ – κι αυτό είναι ακόμη χειρότερο – όπως σας είπα, η χώρα, καθώς η αβεβαιότητα παρατείνεται, αυτοακυρώνεται. Η πολιτική αβεβαιότητα αυτής της μακράς προεκλογικής περιόδου, που τροφοδοτείται από την τακτική των δύο κομμάτων, πλήττει καίρια την οικονομία, βαθαίνει την κρίση και κάνει εξαιρετικά δύσκολη τη διαχείριση της κρίσης μετά τις εκλογές.
Ανέφερα ήδη τρία σημεία. Χάρη στις προσπάθειές μας αυτούς τους δύο τελευταίους μήνες, μέσα στην αβεβαιότητα και με κάποιους να επαγγέλλονται τη μονομερή καταγγελία και ακύρωση της δανειακής σύμβασης, οι Ευρωπαίοι εταίροι μας εκταμίευσαν τα 75 από τα 150 δισεκατομμύρια που έχουν δώσει συνολικά στην Ελλάδα, στο πλαίσιο του δανείου των 240 εκατομμυρίων.
Τα χρήματα αυτά είναι αναγκαία για την αναδιάρθρωση, τη μείωση του χρέους και τη βελτίωση των όρων εξυπηρέτησης, τη βελτίωση των επιτοκίων και των τόκων που ανακουφίζουν τον ελληνικό λαό. Ξέρετε πόσο; 7,2 δισεκατομμύρια κατά μέσο όρο το χρόνο την κρίσιμη περίοδο της προσαρμογής, διευκολύνοντάς μας να φτάσουμε σε πλεονάσματα, σε πρωτογενή πλεονάσματα.
Και βεβαίως, από αυτά τα 75, τα 25 τα έχουμε πάρει και ήδη έχουμε διαθέσει 18 για τη στήριξη των τραπεζών, όχι των τραπεζιτών.
Όχι για να πάνε στις τσέπες των μεγαλομετόχων, αλλά για τη στήριξη των καταθέσεων, των καταθέσεων που έχουν μείνει στις ελληνικές τράπεζες και στηρίζουν την ελληνική οικονομία. Όχι των καταθέσεων που βγήκαν στο εξωτερικό και τροφοδοτούν το «οριζόντιο κόμμα της δραχμής», το κόμμα εκείνων που έβγαλαν τα λεφτά τους έξω σε ευρώ και περιμένουν να εξοκείλει η Ελλάδα για να την αγοράσουν φθηνά, σε δραχμές, σε πληθωριστικές και «κατοχικές» δραχμές.
Όμως η αβεβαιότητα αυτή δημιουργεί αβεβαιότητα στις συμπεριφορές του καταθετικού κοινού. Δημιουργεί κάθε μέρα πρόβλημα σε σχέση με το ύψος των καταθέσεων. Κι αυτό είναι κάτι που πρέπει να μας απασχολήσει στέλνοντας ένα μήνυμα σταθερότητας και ασφάλειας στον ελληνικό λαό, αλλά το μήνυμα αυτό πρέπει να έρθει από όλες τις πολιτικές δυνάμεις.
Το δεύτερο παράδειγμά μου ήταν ο τουρισμός. Ο Μάιος είναι ο μήνας που γίνονται συνήθως 3 εκατομμύρια κρατήσεις ξένων τουριστών για να έρθουν να κάνουν τις διακοπές τους στην Ελλάδα και να μας πληρώσουν με τα λεφτά τους. Γιατί ο τουρισμός είναι στην πραγματικότητα μια εξαγωγική δραστηριότητα που πραγματοποιείται στην Ελλάδα, αλλά λειτουργεί προς τα έξω.
Έχουμε δραματική μείωση των κρατήσεων, λόγω της εικόνας αποσταθεροποίησης και αβεβαιότητας που στέλνει στα διεθνή Μέσα Ενημέρωσης η χώρα. Τουρισμός σημαίνει μεγάλη συμβολή στο ΑΕΠ, μεγάλη συμβολή στην απασχόληση. Κρίση στον τουρισμό σημαίνει μεγαλύτερη ύφεση, μεγαλύτερη ανεργία. Σημαίνει ότι διαψεύδονται βασικές οικονομικές προβλέψεις για το 2012 και τα επόμενα χρόνια που είναι τα χρόνια εξόδου από την κρίση.
Και το τρίτο σημείο, το οποίο έχει ήδη βγει στην επιφάνεια, είναι η χρηματοοικονομική κρίση στην ενέργεια. Η χρηματοοικονομική κρίση στη ΔΕΗ, που μπορεί να οδηγήσει τη χώρα σε πολύ μεγάλη περιπέτεια. Είναι μία κρίση πολιτική. Αυτό συμβαίνει γιατί δεν υπάρχει κυβέρνηση. Δεν υπάρχει κοινοβουλευτική πλειοψηφία ικανή να συνεχίσει τη διαχείριση της κρίσης και να λύνει τα προβλήματα που λύναμε εμείς, όντας αντιμέτωποι μόνοι μας με το φάσμα της κρίσης.
Φίλες και φίλοι, είναι καθαρή η θέση μας. Το ΠΑΣΟΚ δεν πρόκειται να μπει σε παιχνίδια τα οποία, αντί να μας βγάλουν από την κρίση, μας πηγαίνουν βαθύτερα μέσα στην κρίση αυτή. Σας θυμίζω πολύ συνοπτικά, ότι αφετηρία των προτάσεών μας για την αναθεώρηση της δανειακής σύμβασης, είναι η ανάγκη να παραταθεί, ει δυνατόν για τρία χρόνια, η περίοδος προσαρμογής. Η περίοδος μέσα στην οποία πρέπει να βγούμε από τα ελλείμματα, στα πλεονάσματα για να γίνει η χώρα μας βιώσιμη, ανταγωνιστική, ξανά ισότιμη.
Δεν το λέμε τυχαία αυτό. Είχαμε αγωνιστεί γι' αυτό στη σκληρή διαπραγμάτευση, μπορούμε να βρούμε τη χρηματοδότηση των πρόσθετων αυτών ετών. Υπάρχει ήδη διάθεση αποδοχής. Δεν είναι τυχαίο ότι σημαντικοί παράγοντες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης, όπως ο ίδιος ο κ. Γιούνκερ τάσσονται υπέρ της παράτασης. Γιατί αντιλαμβάνονται ότι πρέπει όλα να γίνουν με τρόπο πιο ήπιο, πιο φιλικό για τον πολίτη, πιο φιλικό για την ανάπτυξη. Και πάνω σε αυτή μας τη θέση, για την παράταση του χρόνου προσαρμογής, έχουμε οικοδομήσει τα έξι σημεία τα οποία σας τα θυμίζω για να τροφοδοτήσω τη συζήτησή μας.
Πρώτο σημείο. Δεν μπορούν να γίνουν άλλες περικοπές σε εισοδήματα. Καμία άλλη περικοπή σε μισθούς και συντάξεις. Δεν αντέχουμε περικοπή στη ζήτηση. Στα τέλη Αυγούστου του 2011 σας θυμίζω ότι η Τρόικα έφυγε τα μεσάνυχτα από το γραφείο μου στο Υπουργείο Οικονομικών, γιατί συγκρουστήκαμε ακριβώς στο ζήτημα αυτό. Γιατί δεν μπορούσα να αποδεχτώ μέτρα, που μειώνουν τη ζήτηση, μειώνουν το εισόδημα, βαθαίνουν την ύφεση. Και έτσι μπήκαμε σε μια σκληρή διαπραγμάτευση που οδήγησε στη μείωση του χρέους, στη μείωση των τόκων, στην διεύρυνση του δανείου από τα 110 στα 240 δις.
Έπρεπε όμως να κάνουμε σταθμίσεις. Έπρεπε κάποια να δεχτούμε και κάποια να απορρίψουμε. Κάπου να συμφωνήσουμε γιατί τότε δεν είχαμε πάρει αυτά που έχουμε πάρει σήμερα. Τότε δεν υπήρχε ο Πρόεδρος Ολάντ στη Γαλλία και δεν υπήρχε η διάθεση των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών να μας βοηθήσουν όπως θέλουν να μας βοηθήσουν τώρα.
Το ίδιο ισχύει και για το δεύτερο σημείο, για τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας και τη συλλογική αυτονομία, που θέλαμε πάντα και θέλουμε να κινούνται στο επίπεδο που τα προστατεύει όλα αυτά το ευρωπαϊκό κοινωνικό Δίκαιο.
Μάλλιασε η γλώσσα μας να τα λέμε στην Τρόικα, η οποία όμως ήταν καθοδηγημένη όχι μόνο από τους ευρωπαϊκούς και διεθνείς θεσμούς, αλλά και από εγχώριους παράγοντες, που άλλα έλεγαν δημόσια και άλλα ζητούσαν παρασκηνιακά από την Τρόικα.
Το τρίτο σημείο, το πιο κρίσιμο για τον άνεργο για τον επιχειρηματία, για την αγορά, είναι ότι μπορεί από τα χρήματα της δανειακής σύμβασης τουλάχιστον 50 δις να πέσουν στην αγορά. Να πέσουν στην πραγματική οικονομία τα επόμενα χρόνια, τους επόμενους μήνες. Γιατί η εκταμίευση είναι άμεση.
Έτσι θα μπορέσουμε να πληρώσουμε το ΦΠΑ που χρωστάμε. Έτσι θα μπορέσουμε να δώσουμε στην αγορά 6,2 δις που χρωστάει το κράτος. Από αυτά το 1,2 είναι σε ασφαλιστικά Ταμεία και ιδίως στο ασφαλιστικό Ταμείο των δημοσίων υπαλλήλων.
Έτσι θα μπορέσουμε να αλλάξουμε τους κανόνες του ΤΕΙΡΕΣΙΑ γι' αυτούς που παλεύουν δύσκολα μέσα στην κρίση και για μια επιταγή που δεν μπόρεσαν να πληρώσουν, έχουν μπει στη μαύρη λίστα. Έτσι θα μπορέσουμε, μέσα από το τραπεζικό σύστημα, που θα είναι υπό τον έλεγχο του κράτους πλέον, να δώσουμε νέα δάνεια, να ανανεώσουμε τα δάνεια, να διευκολύνουμε δραστικά επιχειρήσεις και νοικοκυριά.
Όχι τις μεγάλες υπερχρεωμένες επιχειρήσεις, που είδα να είναι βασικό ενδιαφέρον του κ. Τσίπρα χτες, ώστε όσοι έχουν μεγάλες οφειλές και μεγάλες εκκρεμότητες να χαθούν μέσα σε μια γενική κρίση της ελληνικής οικονομίας και του τραπεζικού συστήματος. Αλλά τα νοικοκυριά, τους επαγγελματίες που χρωστούν μέχρι 25.000 ευρώ κι έχουμε πει ότι μπαίνουν στη ρύθμιση για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά.
Το τέταρτο σημείο είναι το ξεμπλοκάρισμα των μεγάλων έργων. Η Ελλάδα μπορεί να αντέξει, τα επόμενα τρία χρόνια, μεγάλα έργα υποδομής δημόσια και ιδιωτικά 55 δις. Μόνο 6 δις είναι τα μπλοκαρισμένα έργα των αυτοκινητοδρόμων. Αυτά μπορούν να ξεμπλοκαριστούν τώρα, γιατί αυτό που έλειπε ήταν η συμμετοχή των Τραπεζών, λόγω της αδυναμίας των Τραπεζών. Αυτό σημαίνει νέα εργοτάξια, υπερ-εργολαβίες, προσλήψεις, 100.000 θέσεις εργασίας.
Το πέμπτο σημείο είναι το αναπτυξιακό πακέτο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έχει πει κανείς στους Έλληνες και ιδίως στους Έλληνες αγρότες, ότι η Ουγγαρία έχει ζήσει μια πολύ δύσκολη εμπειρία; Στην Ουγγαρία, που δεν είναι στο ευρώ, είναι όμως στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η Σοσιαλιστική Κυβέρνηση που υπήρχε, διαχειριζόμενη την κρίση οδήγησε τη χώρα σε ένα πρόγραμμα στήριξης μέσω και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Και επειδή υπήρξε αυτό το πρόγραμμα στήριξης, η ουγγρική Δεξιά κέρδισε τις εκλογές με πλειοψηφία 2/3. Ήρθε στην εξουσία μια πανίσχυρη Κυβέρνηση. Και αυτή η πανίσχυρη Κυβέρνηση άρχισε να παίρνει μονομερείς πρωτοβουλίες. Και το αποτέλεσμα των μονομερών πρωτοβουλιών, ήταν να αποφασίσει ομόφωνα η Ευρωπαϊκή Ένωση το Συμβούλιο Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών τη διακοπή της εκταμίευσης των κοινοτικών κονδυλίων στην Ουγγαρία, εάν δεν συμμορφωθεί.
Όσοι παίζουν με τη φωτιά στις σχέσεις μας με την Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν πει στον Έλληνα αγρότη ότι υπάρχει ο κίνδυνος διακοπής εκταμίευσης των πόρων της ΚΑΠ, της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, που είναι ζωτική για το εισόδημα του ελληνικού αγροτικού κόσμου;
Και έκτο σημείο, αυτό που αφορά άμεσα τον άνεργο και ιδίως το νέο άνεργο: τα κονδύλια του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου, που θέλουμε να επιταχυνθούν. Που είναι έτοιμοι οι εταίροι μας να επιταχύνουν την εκταμίευσή τους για προγράμματα κατάρτισης, νεανικής επιχειρηματικότητας και τα προγράμματα των Δήμων, που είναι καθοριστικά.
Και το πρόγραμμα κοινωφελούς εργασίας που ξεμπλοκαρίστηκε τώρα από το Συμβούλιο της Επικρατείας, με 45.000 κυλιόμενες θέσεις εργασίας και τα προγράμματα, τα λεγόμενα της αυτεπιστασίας των Δήμων, με 120.000 θέσεις εργασίας κυλιόμενες για την επόμενη περίοδο, ιδίως για νέους ανθρώπους. Αλλά και για έργα τοπικής ανάπτυξης.
Αυτή είναι η πρότασή μας, αυτά μπορούν να γίνουν όπως μπορούν να γίνουν κι όλα τα άλλα που έχουμε πει για τις μειώσεις φόρων και τελών, για την αλλαγή του κλίματος, για να βγει η Ελλάδα στο ξέφωτο.
Φίλες και φίλοι, κλείνω λέγοντας μια μόνο φράση για το παρελθόν. Αναλάβαμε να σηκώσουμε ένα τεράστιο βάρος, ένα δυσανάλογο βάρος. Αναλάβαμε μόνοι μας τη διαχείριση της κρίσης, ενώ αναμφίβολα το σωστό ήταν η διαχείριση της κρίσης να μοιραστεί δίκαια και αναλογικά σε όλες τις πολιτικές δυνάμεις της πατρίδας.
Έπρεπε να θέσουμε τα ζητήματα στον ελληνικό λαό από την αρχή, με ανοιχτό και καθαρό τρόπο και να ζητήσουμε εντολή και νομιμοποίηση, εν γνώσει της κρίσης και προκειμένου να βγούμε από την κρίση.
Το γεγονός ότι δεν έγινε αυτό, οδήγησε στο να έχει χρεωθεί το ΠΑΣΟΚ το σύνολο του προβλήματος και σε πολύ μεγάλο βαθμό να έχει ξεχαστεί το πώς και τι παραδόθηκε τον Οκτώβριο του 2009. Πώς και γιατί παραδόθηκε η χώρα σε κατάσταση συντριβής, με έλλειμμα 16% με ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών που να έχει το μεγαλύτερο διεθνώς έλλειμμα στο δυτικό κόσμο. Με μια οικονομία που δεν παράγει τίποτε, με ένα τραπεζικό σύστημα κούφιο στο εσωτερικό του, μετά από μία αμεριμνησία ετών η οποία είναι τραγική και ιστορικά εγκληματική.
Η χώρα όμως τώρα δεν μπορεί να κοιτάζει προς τα πίσω. Πρέπει να κοιτάζουμε προς τα μπρος προς το μέλλον. Η επιλογή που κάνει η λεγόμενη ριζοσπαστική Αριστερά, που στην πραγματικότητα δεν είναι Αριστερά δεν είναι ριζοσπαστική, αλλά είναι ο εκφραστής ενός δημαγωγικού και λαϊκίστικου λόγου, είναι η καταφυγή στο παρελθόν.
Το μέλλον όμως δεν είναι καρικατούρα του παρελθόντος. Είναι κάτι που θα σχεδιάσουμε και θα διαμορφώσουμε όλες οι Ελληνίδες και όλοι οι Έλληνες μαζί. Αυτή είναι η δική μας πίστη, αυτή είναι η δική μας πρόταση.
Και με τη δύναμη της αλήθειας θα νικήσουμε, γιατί τίποτε άλλο δεν έχει την ισχύ της αλήθειας. Ευχαριστώ πολύ.
Ευάγγελος Βενιζέλος
μετά από κάποιο καιρό, βρίσκομαι ξανά εδώ στα μέρη αυτά τα οποία είναι ηρωικά και λεβέντικα. Και χαίρομαι γιατί θα έχουμε την ευκαιρία να συζητήσουμε για τα μεγάλα θέματα που απασχολούν τη χώρα, για τα μεγάλα θέματα που απασχολούν την παράταξη.
Είπαμε πως αυτή η ώρα, αυτή η μέρα, μέσα στο τριήμερο του Αγίου Πνεύματος, προσφέρεται για μια συνάντηση, όχι απλά και μόνον για μια ομιλία, αλλά για μια συνάντηση και για μια συζήτηση βαθύτερου προβληματισμού, εδώ στην πόλη σας.
Και χαίρομαι γιατί αυτό το ζεστό σαββατιάτικο μεσημέρι είστε εδώ, ακριβώς για να ενώσουμε τους προβληματισμούς, την αγωνία μας και τον αγώνα μας για το μέλλον της Ελλάδας, για το μέλλον της δημοκρατικής προοδευτικής παράταξης.
Φίλες και φίλοι, από τις 6 Μαΐου μέχρι σήμερα, οι εβδομάδες που πέρασαν έκαναν δυστυχώς τα πράγματα πολύ χειρότερα για την πατρίδα μας. Τις τελευταίες μέρες, χθες και προχθές, η Νέα Δημοκρατία και ο ΣΥΡΙΖΑ παρουσίασαν τα πολιτικά τους προγράμματα. Από την παρουσίαση αυτή είναι πια φανερό για μένα ότι η χώρα οδηγείται στο διχασμό και την ακυβερνησία.
Θέλω να είμαι πολύ σαφής από την άποψη αυτή. Αντί να βγούμε από την οικονομική κρίση, αντί να αποκτήσουμε ελπίδα και προοπτική, κινδυνεύουμε να μπούμε -και μάλιστα να μπούμε με φόρα- σε μια νέα κρίση, αυτή τη φορά σε μια κρίση των σχέσεών μας με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Στο μεταξύ, η οικονομική κατάσταση της πατρίδας μας χειροτερεύει καθημερινά, σε πολύ μεγάλο βαθμό λόγω της πολιτικής αβεβαιότητας και της προοπτικής της ακυβερνησίας. Αυτό το βλέπουμε σε πάρα πολλούς τομείς. Ενδεικτικά αναφέρω τις τράπεζες, τον τουρισμό και την ενέργεια, όπου κλονίζεται χρηματοοικονομικά ο ίδιος ο πυλώνας της ΔΕΗ.
Κάποιοι νομίζουν ότι παίζεται ένα δικομματικό παιχνίδι ανάμεσα στη Νέα Δημοκρατία και το ΣΥΡΙΖΑ, όπως παλιά, όπως σε προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις. Αυτό είναι απολύτως αστείο, η εποχή των μονοκομματικών πλειοψηφιών και των αυτοδύναμων κυβερνήσεων έχει περάσει.
Μόνη λύση είναι η συνεργασία και η συνεννόηση. Μόνη λύση είναι η εφαρμογή της εθνικής στρατηγικής που έχει προτείνει το ΠΑΣΟΚ. Είναι η εθνική στρατηγική της συστηματικής και θαρραλέας αναθεώρησης των δυσμενών όρων του μνημονίου, δηλαδή της δανειακής σύμβασης. Ενώ ταυτόχρονα κρατάμε και εφαρμόζουμε τα πολλά θετικά στοιχεία της δανειακής σύμβασης με την Ελλάδα να βρίσκεται σταθερή και ισχυρή μέσα στην Ευρώπη και μέσα στη Ζώνη του ευρώ.
Πως μπορούμε όμως να πετύχουμε τη συνεννόηση, τη συνεργασία και την εφαρμογή αυτής της μόνης εφικτής ρεαλιστικής και υπεύθυνης στρατηγικής, όταν έχουν διαμορφωθεί αυτές οι θέσεις και αυτές οι στρατηγικές των άλλων πολιτικών κομμάτων;
Έχουμε μπει σε ένα επικίνδυνο αδιέξοδο.
Και αυτό το αδιέξοδο πρέπει να σπάσει. Υπάρχει ένας μόνο τρόπος για να γίνει αυτό: Nα είναι ισχυρό το ΠΑΣΟΚ. Μόνο ένα ισχυρό ΠΑΣΟΚ εγγυάται τη συνεννόηση και τη συνεργασία. Μόνο ένα ισχυρό ΠΑΣΟΚ εγγυάται την εφαρμογή της μόνης εθνικής στρατηγικής που μπορεί να βγάλει τον τόπο με ασφάλεια από την κρίση.
Ας πούμε, φίλες και φίλοι, τα πράγματα με το όνομά τους. Παρουσιάσαμε πρώτοι εδώ και πολλές μέρες, με απόλυτη ευθύτητα και ειλικρίνεια, την πρότασή μας, αυτή την εθνική στρατηγική της αναθεώρησης της δανειακής σύμβασης.
Την τεκμηριώσαμε και την εξειδικεύσαμε. Eξήγησα πολλές φορές ότι δε λέμε κάτι καινούριο, που το εμπνευστήκαμε τώρα, κατ΄ ανάγκην μετά τις εκλογές του Μαΐου και μετά την αλλαγή των συσχετισμών, μετά τη μείωση της δύναμης του ΠΑΣΟΚ.
Αυτά που προτείνουμε τώρα τα πρότεινα και πριν τις εκλογές του Μαΐου. Kαι στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτα άλλο από τη δημοσιοποίηση και την προβολή των θέσεων που υποστηρίξαμε, των θέσεων για τις οποίες αγωνιστήκαμε στην πολύμηνη σκληρή διαπραγμάτευση με την τρόικα. Πριν καταφέρουμε να φτάσουμε στη δανειακή σύμβαση, στη μείωση του χρέους, στο σχέδιο διάσωσης των τραπεζών, δηλαδή στο σχέδιο διάσωσης των καταθέσεων που είναι ο ιδρώτας και η αποταμίευση του ελληνικού λαού.
Και το κάναμε αυτό, κάτω από δύσκολες συνθήκες, μέσα σε έναν αρνητικό συσχετισμό δυνάμεων, μέσα σε μια συντηρητική Ευρώπη στην οποία κυριαρχούν οι ομογάλακτοι αδελφοί του κ. Σαμαρά και της Νέας Δημοκρατίας. Και με υπονομευμένο το εσωτερικό εθνικό μέτωπο, λόγω της μακράς προεκλογικής αβεβαιότητας στην οποία έχει μπει η χώρα, σας θυμίζω από την 1η Νοεμβρίου του 2011 και με μία αντιπολίτευση η οποία λειτουργούσε ισοπεδωτικά και μηδενιστικά χωρίς να αναλαμβάνει ούτε ένα μικρό ποσοστό της εθνικής ευθύνης για τη διαχείριση της κρίσης.
Αυτή τη στρατηγική την παρουσιάσαμε στους Ευρωπαίους σοσιαλιστές ηγέτες, τη συζήτησα με τον Πρόεδρο Ολάντ στο Παρίσι, με τους Αρχηγούς των σοσιαλιστικών κομμάτων στις Βρυξέλες και βρήκαμε ανταπόκριση. Είναι προφανές, ότι μπορούμε να αξιοποιήσουμε τη διαφαινόμενη αλλαγή των ευρωπαϊκών συσχετισμών.
Αλλά η Ευρώπη είναι πολύπλοκος και δύσκολος μηχανισμός. Δεν είναι εύκολο να διαμορφώσεις νέους συσχετισμούς. Θέλει πολύ μεγάλη προσοχή γιατί έχεις απέναντί σου όχι μόνο κυβερνήσεις, αλλά κοινοβούλια, κόμματα, εκλογικά σώματα, κοινωνίες, μέσα ενημέρωσης. Και καραδοκούν πάντα τα πιο άγρια κερδοσκοπικά τμήματα των διεθνών αγορών.
Όλοι ποντάρουν στην ευρωπαϊκή κρίση, στην κρίση του ευρώ, στο ντόμινο επιπτώσεων από χώρα σε χώρα. Από την Ελλάδα στην Ιρλανδία, από την Ιρλανδία στην Πορτογαλία, από την Πορτογαλία στην Ισπανία, από την Ισπανία στην Ιταλία και ούτω καθεξής.
Ενώ όμως εμείς αγωνιζόμαστε, με αίσθημα ευθύνης και διαμορφώνουμε μια εθνική στρατηγική εφικτή προοδευτική ρεαλιστική. Μια στρατηγική ικανή να ενώσει τους Έλληνες και να συνεγείρει όλες τις εθνικές δυνάμεις που πρέπει να μπουν μέσα στη διαπραγμάτευση για την αναθεώρηση της σύμβασης και για την οριστική έξοδο της χώρας από την κρίση, οι άλλοι τι κάνουν;
Από τη μια μεριά έχουμε τη Νέα Δημοκρατία που καταφεύγει στον πιο παλιομοδίτικο ανεύθυνο ψυχροπολεμικό δημαγωγικό λόγο, επαναλαμβάνει την πλατφόρμα της 6ης Μαΐου. Αλλά εκείνη η πλατφόρμα είχε γεννηθεί μέσα στην ψευδαίσθηση της αυτοδύναμης πλειοψηφίας, που διεκδικούσε για τις εκλογές της 6ης Μαΐου η Νέα Δημοκρατία. Γιατί ο κ. Σαμαράς ήθελε να γίνει Πρωθυπουργός.
Από την άλλη μεριά, έχουμε τον ΣΥΡΙΖΑ, που χθες, μετά από ταλάντευση κάποιων εβδομάδων, έκανε πια τη ρητή και οριστική επιλογή της ρήξης με την Ευρώπη, της μονομερούς καταγγελίας, της επιστροφής στον κρατισμό και μάλιστα στις χειρότερες όψεις του κρατισμού: του συντεχνιασμού.
Έκανε την επιλογή που οδηγεί όχι μόνον στην οικονομική, αλλά και στην πολιτική απομόνωση της χώρας. Μια απομόνωση, που αφορά και την εξωτερική πολιτική και την αμυντική πολιτική της χώρας με την αποχώρηση από το ΝΑΤΟ, που θίγει καίρια τα εθνικά μας συμφέροντα στο Αιγαίο και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Αυτό το σκηνικό είναι απολύτως αδιέξοδο. Πρόκειται για έναν πλαστό δικομματισμό. Αυτό το σκηνικό, θέλω να το πω καθαρά, δεν δίνει κυβέρνηση στις 18 Ιουνίου, η Ελλάδα θα οδηγείται στην ακυβερνησία, μέσα από μια σειρά επικίνδυνων πρακτικών. Άλλοι επιστρέφουν στις αντικομουνιστικές ψυχώσεις του ψυχρού πολέμου και άλλοι φαντασιώνονται ότι είναι τα αντίγραφα και οι διάδοχοι του Τσε Γκεβάρα.
Πιστεύουν ίσως κάποιοι, συνηθισμένοι στο παλιό σκηνικό του δικομματισμού, ότι και τώρα το παιχνίδι παίζεται με δύο βασικούς παίκτες. Ότι ο ένας από τους δύο θα αναλάβει τη διακυβέρνηση του τόπου και θα τα βγάλει πέρα από την κρίση. Το βλέπω αυτό ακόμη και σε Μέσα Ενημέρωσης του προοδευτικού χώρου, που πιστεύουν ότι αυτό είναι το δίλημμα του ελληνικού λαού: Mία κυβέρνηση του κ. Σαμαρά ή μία κυβέρνηση του κ. Τσίπρα.
Αυτά τα διλήμματα είναι ανύπαρκτα και επικίνδυνα. Ζούμε στην εποχή των συνεργασιών, στην εποχή των συσπειρώσεων. Η χώρα δεν κυβερνιέται από καμία κυβέρνηση που διαθέτει μικρή νομιμοποίηση. Δεν κυβερνιέται ούτε με 18% ούτε με 25% του εκλογικού Σώματος.
Δεν κυβερνιέται ούτε καν με το 50% και πάνω του εκλογικού σώματος. Θέλει μεγάλα εθνικά μέτωπα. Δεν κυβερνάς τον τόπο με τους μισούς Έλληνες ή τα 2/3 των Ελλήνων απέναντι από την κυβέρνηση, σε μία σκληρή κοινωνική -όπως λέγεται- αντιπολίτευση που δεν δίνει νομιμοποίηση και συναίνεση για μεγάλες αλλαγές.
Κρίσιμο στοιχείο για το οποίο γίνεται πολλή συζήτηση, αλλά νομίζω μία συζήτηση χωρίς πραγματική βάση, δεν είναι ούτε το περιβόητο bonus των 50 εδρών στη Βουλή, που παίρνει το πρώτο κόμμα -γιατί αυτό είναι κρίσιμο όταν άλλες εποχές οδηγούσε σε αυτοδύναμες μονοκομματικές πλειοψηφίες. Αλλά για να λειτουργήσει έτσι το bonus των 50 εδρών πρέπει τα κόμματα να έχουν παλαιού τύπου, παλαιών εποχών ποσοστά, πάρα πολύ υψηλά ποσοστά των μεγάλων πολυσυλλεκτικών κομμάτων, που τώρα άλλαξε η εποχή και δεν υπάρχουν.
Τώρα λοιπόν, κανένα από τα δύο σενάρια πρώτου κόμματος, είτε το σενάριο που λέει Νέα Δημοκρατία είτε το σενάριο που λέει ΣΥΡΙΖΑ για όσους αρέσκονται στα σενάρια, δεν οδηγεί σε κυβερνητική λύση. Γιατί και στις δύο περιπτώσεις είναι στην πραγματικότητα αδύνατο να διαμορφωθεί σοβαρή λειτουργική, σταθερή πλειοψηφία.
Και στα δύο σενάρια προκύπτει βαθύς και επικίνδυνος διχασμός του εκλογικού σώματος, της κοινωνίας, που καθιστά ουσιαστικά ακυβέρνητη τη χώρα, ακόμη κι αν μπορεί αριθμητικά να σχηματιστεί στη Βουλή πλειοψηφία στήριξης ή ανοχής μιας κυβέρνησης.
Το ΠΑΣΟΚ έλεγε πριν τις εκλογές του Μαΐου ότι δεν είναι δεδομένο. Ότι οι Έλληνες δεν πρέπει να μένουν με την αίσθηση πως την επομένη των εκλογών θα υπάρχει μια κυβέρνηση, λίγο πολύ σαν την κυβέρνηση Παπαδήμου. Και ότι θα υπάρχει μια συγκεκριμένη πολιτική κατεύθυνση, απέναντι στην οποία οι άλλοι, με ευκολία αντιπολιτευόμενοι, χωρίς κόστος, μπορούν να τοποθετούνται λέγοντας ό,τι θέλουν.
Το ΠΑΣΟΚ λοιπόν και τώρα με απόλυτη σαφήνεια, με ειλικρίνεια, λέγοντας προεκλογικά αυτό που θα πει και μετεκλογικά, λέει ότι αυτή η κατάσταση δεν οδηγεί πουθενά και πρέπει να σπάσει. Και υπάρχει μόνον ένας τρόπος, αυτός που σας είπα: το ισχυρό εκλογικά και κοινοβουλευτικά ΠΑΣΟΚ, που μπορεί να επιβάλλει τη συνεννόηση και τη συνεργασία, που μπορεί να εγγυηθεί την εθνική στρατηγική της συστηματικής και υπεύθυνης αναθεώρησης του μνημονίου. Χωρίς να διακινδυνεύουμε την εκταμίευση των δόσεων. Χωρίς να χάνουμε τα οφέλη από τη συμφωνία και το πρόγραμμα στήριξης. Χωρίς να θέτουμε σε κίνδυνο την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας.
Φίλες και φίλοι, εάν δεν γίνει αυτό, εάν το ΠΑΣΟΚ δεν είναι ισχυρό εκλογικά και κοινοβουλευτικά, δεν μπορεί να παίξει το ρόλο του. Δεν μπορεί να λειτουργήσει ως εγγυητής και καταλύτης αυτών των εξελίξεων. Δεν μπορούμε να εγγυηθούμε ούτε την κυβέρνηση του τόπου, την κυβερνησιμότητα του τόπου, ούτε την εφαρμογή μιας υπεύθυνης και εφαρμόσιμης κυβερνητικής πολιτικής.
Δεν πρόκειται να κάνουμε πίσω από τη θέση αυτή. Γιατί τη θέση αυτή τη διατυπώνουμε με αίσθημα εθνικής ευθύνης, αλλά και με επίγνωση της επερχόμενης κρίσης της ιστορίας, γιατί όλους θα μας κρίνει και θα μας κρίνει πολύ σύντομα, σε μήνες, η ιστορία. Ο πολιτικός χρόνος έχει συμπυκνωθεί. Οι εξελίξεις είναι γρήγορες και καταλυτικές, και όλα αυτά δεν κρίνονται μόνον εκλογικά σε μία ή δύο εκλογές, αλλά τελικώς κρίνονται με ιστορικό κριτήριο σε εθνικό επίπεδο.
Στο μεταξύ – κι αυτό είναι ακόμη χειρότερο – όπως σας είπα, η χώρα, καθώς η αβεβαιότητα παρατείνεται, αυτοακυρώνεται. Η πολιτική αβεβαιότητα αυτής της μακράς προεκλογικής περιόδου, που τροφοδοτείται από την τακτική των δύο κομμάτων, πλήττει καίρια την οικονομία, βαθαίνει την κρίση και κάνει εξαιρετικά δύσκολη τη διαχείριση της κρίσης μετά τις εκλογές.
Ανέφερα ήδη τρία σημεία. Χάρη στις προσπάθειές μας αυτούς τους δύο τελευταίους μήνες, μέσα στην αβεβαιότητα και με κάποιους να επαγγέλλονται τη μονομερή καταγγελία και ακύρωση της δανειακής σύμβασης, οι Ευρωπαίοι εταίροι μας εκταμίευσαν τα 75 από τα 150 δισεκατομμύρια που έχουν δώσει συνολικά στην Ελλάδα, στο πλαίσιο του δανείου των 240 εκατομμυρίων.
Τα χρήματα αυτά είναι αναγκαία για την αναδιάρθρωση, τη μείωση του χρέους και τη βελτίωση των όρων εξυπηρέτησης, τη βελτίωση των επιτοκίων και των τόκων που ανακουφίζουν τον ελληνικό λαό. Ξέρετε πόσο; 7,2 δισεκατομμύρια κατά μέσο όρο το χρόνο την κρίσιμη περίοδο της προσαρμογής, διευκολύνοντάς μας να φτάσουμε σε πλεονάσματα, σε πρωτογενή πλεονάσματα.
Και βεβαίως, από αυτά τα 75, τα 25 τα έχουμε πάρει και ήδη έχουμε διαθέσει 18 για τη στήριξη των τραπεζών, όχι των τραπεζιτών.
Όχι για να πάνε στις τσέπες των μεγαλομετόχων, αλλά για τη στήριξη των καταθέσεων, των καταθέσεων που έχουν μείνει στις ελληνικές τράπεζες και στηρίζουν την ελληνική οικονομία. Όχι των καταθέσεων που βγήκαν στο εξωτερικό και τροφοδοτούν το «οριζόντιο κόμμα της δραχμής», το κόμμα εκείνων που έβγαλαν τα λεφτά τους έξω σε ευρώ και περιμένουν να εξοκείλει η Ελλάδα για να την αγοράσουν φθηνά, σε δραχμές, σε πληθωριστικές και «κατοχικές» δραχμές.
Όμως η αβεβαιότητα αυτή δημιουργεί αβεβαιότητα στις συμπεριφορές του καταθετικού κοινού. Δημιουργεί κάθε μέρα πρόβλημα σε σχέση με το ύψος των καταθέσεων. Κι αυτό είναι κάτι που πρέπει να μας απασχολήσει στέλνοντας ένα μήνυμα σταθερότητας και ασφάλειας στον ελληνικό λαό, αλλά το μήνυμα αυτό πρέπει να έρθει από όλες τις πολιτικές δυνάμεις.
Το δεύτερο παράδειγμά μου ήταν ο τουρισμός. Ο Μάιος είναι ο μήνας που γίνονται συνήθως 3 εκατομμύρια κρατήσεις ξένων τουριστών για να έρθουν να κάνουν τις διακοπές τους στην Ελλάδα και να μας πληρώσουν με τα λεφτά τους. Γιατί ο τουρισμός είναι στην πραγματικότητα μια εξαγωγική δραστηριότητα που πραγματοποιείται στην Ελλάδα, αλλά λειτουργεί προς τα έξω.
Έχουμε δραματική μείωση των κρατήσεων, λόγω της εικόνας αποσταθεροποίησης και αβεβαιότητας που στέλνει στα διεθνή Μέσα Ενημέρωσης η χώρα. Τουρισμός σημαίνει μεγάλη συμβολή στο ΑΕΠ, μεγάλη συμβολή στην απασχόληση. Κρίση στον τουρισμό σημαίνει μεγαλύτερη ύφεση, μεγαλύτερη ανεργία. Σημαίνει ότι διαψεύδονται βασικές οικονομικές προβλέψεις για το 2012 και τα επόμενα χρόνια που είναι τα χρόνια εξόδου από την κρίση.
Και το τρίτο σημείο, το οποίο έχει ήδη βγει στην επιφάνεια, είναι η χρηματοοικονομική κρίση στην ενέργεια. Η χρηματοοικονομική κρίση στη ΔΕΗ, που μπορεί να οδηγήσει τη χώρα σε πολύ μεγάλη περιπέτεια. Είναι μία κρίση πολιτική. Αυτό συμβαίνει γιατί δεν υπάρχει κυβέρνηση. Δεν υπάρχει κοινοβουλευτική πλειοψηφία ικανή να συνεχίσει τη διαχείριση της κρίσης και να λύνει τα προβλήματα που λύναμε εμείς, όντας αντιμέτωποι μόνοι μας με το φάσμα της κρίσης.
Φίλες και φίλοι, είναι καθαρή η θέση μας. Το ΠΑΣΟΚ δεν πρόκειται να μπει σε παιχνίδια τα οποία, αντί να μας βγάλουν από την κρίση, μας πηγαίνουν βαθύτερα μέσα στην κρίση αυτή. Σας θυμίζω πολύ συνοπτικά, ότι αφετηρία των προτάσεών μας για την αναθεώρηση της δανειακής σύμβασης, είναι η ανάγκη να παραταθεί, ει δυνατόν για τρία χρόνια, η περίοδος προσαρμογής. Η περίοδος μέσα στην οποία πρέπει να βγούμε από τα ελλείμματα, στα πλεονάσματα για να γίνει η χώρα μας βιώσιμη, ανταγωνιστική, ξανά ισότιμη.
Δεν το λέμε τυχαία αυτό. Είχαμε αγωνιστεί γι' αυτό στη σκληρή διαπραγμάτευση, μπορούμε να βρούμε τη χρηματοδότηση των πρόσθετων αυτών ετών. Υπάρχει ήδη διάθεση αποδοχής. Δεν είναι τυχαίο ότι σημαντικοί παράγοντες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης, όπως ο ίδιος ο κ. Γιούνκερ τάσσονται υπέρ της παράτασης. Γιατί αντιλαμβάνονται ότι πρέπει όλα να γίνουν με τρόπο πιο ήπιο, πιο φιλικό για τον πολίτη, πιο φιλικό για την ανάπτυξη. Και πάνω σε αυτή μας τη θέση, για την παράταση του χρόνου προσαρμογής, έχουμε οικοδομήσει τα έξι σημεία τα οποία σας τα θυμίζω για να τροφοδοτήσω τη συζήτησή μας.
Πρώτο σημείο. Δεν μπορούν να γίνουν άλλες περικοπές σε εισοδήματα. Καμία άλλη περικοπή σε μισθούς και συντάξεις. Δεν αντέχουμε περικοπή στη ζήτηση. Στα τέλη Αυγούστου του 2011 σας θυμίζω ότι η Τρόικα έφυγε τα μεσάνυχτα από το γραφείο μου στο Υπουργείο Οικονομικών, γιατί συγκρουστήκαμε ακριβώς στο ζήτημα αυτό. Γιατί δεν μπορούσα να αποδεχτώ μέτρα, που μειώνουν τη ζήτηση, μειώνουν το εισόδημα, βαθαίνουν την ύφεση. Και έτσι μπήκαμε σε μια σκληρή διαπραγμάτευση που οδήγησε στη μείωση του χρέους, στη μείωση των τόκων, στην διεύρυνση του δανείου από τα 110 στα 240 δις.
Έπρεπε όμως να κάνουμε σταθμίσεις. Έπρεπε κάποια να δεχτούμε και κάποια να απορρίψουμε. Κάπου να συμφωνήσουμε γιατί τότε δεν είχαμε πάρει αυτά που έχουμε πάρει σήμερα. Τότε δεν υπήρχε ο Πρόεδρος Ολάντ στη Γαλλία και δεν υπήρχε η διάθεση των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών να μας βοηθήσουν όπως θέλουν να μας βοηθήσουν τώρα.
Το ίδιο ισχύει και για το δεύτερο σημείο, για τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας και τη συλλογική αυτονομία, που θέλαμε πάντα και θέλουμε να κινούνται στο επίπεδο που τα προστατεύει όλα αυτά το ευρωπαϊκό κοινωνικό Δίκαιο.
Μάλλιασε η γλώσσα μας να τα λέμε στην Τρόικα, η οποία όμως ήταν καθοδηγημένη όχι μόνο από τους ευρωπαϊκούς και διεθνείς θεσμούς, αλλά και από εγχώριους παράγοντες, που άλλα έλεγαν δημόσια και άλλα ζητούσαν παρασκηνιακά από την Τρόικα.
Το τρίτο σημείο, το πιο κρίσιμο για τον άνεργο για τον επιχειρηματία, για την αγορά, είναι ότι μπορεί από τα χρήματα της δανειακής σύμβασης τουλάχιστον 50 δις να πέσουν στην αγορά. Να πέσουν στην πραγματική οικονομία τα επόμενα χρόνια, τους επόμενους μήνες. Γιατί η εκταμίευση είναι άμεση.
Έτσι θα μπορέσουμε να πληρώσουμε το ΦΠΑ που χρωστάμε. Έτσι θα μπορέσουμε να δώσουμε στην αγορά 6,2 δις που χρωστάει το κράτος. Από αυτά το 1,2 είναι σε ασφαλιστικά Ταμεία και ιδίως στο ασφαλιστικό Ταμείο των δημοσίων υπαλλήλων.
Έτσι θα μπορέσουμε να αλλάξουμε τους κανόνες του ΤΕΙΡΕΣΙΑ γι' αυτούς που παλεύουν δύσκολα μέσα στην κρίση και για μια επιταγή που δεν μπόρεσαν να πληρώσουν, έχουν μπει στη μαύρη λίστα. Έτσι θα μπορέσουμε, μέσα από το τραπεζικό σύστημα, που θα είναι υπό τον έλεγχο του κράτους πλέον, να δώσουμε νέα δάνεια, να ανανεώσουμε τα δάνεια, να διευκολύνουμε δραστικά επιχειρήσεις και νοικοκυριά.
Όχι τις μεγάλες υπερχρεωμένες επιχειρήσεις, που είδα να είναι βασικό ενδιαφέρον του κ. Τσίπρα χτες, ώστε όσοι έχουν μεγάλες οφειλές και μεγάλες εκκρεμότητες να χαθούν μέσα σε μια γενική κρίση της ελληνικής οικονομίας και του τραπεζικού συστήματος. Αλλά τα νοικοκυριά, τους επαγγελματίες που χρωστούν μέχρι 25.000 ευρώ κι έχουμε πει ότι μπαίνουν στη ρύθμιση για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά.
Το τέταρτο σημείο είναι το ξεμπλοκάρισμα των μεγάλων έργων. Η Ελλάδα μπορεί να αντέξει, τα επόμενα τρία χρόνια, μεγάλα έργα υποδομής δημόσια και ιδιωτικά 55 δις. Μόνο 6 δις είναι τα μπλοκαρισμένα έργα των αυτοκινητοδρόμων. Αυτά μπορούν να ξεμπλοκαριστούν τώρα, γιατί αυτό που έλειπε ήταν η συμμετοχή των Τραπεζών, λόγω της αδυναμίας των Τραπεζών. Αυτό σημαίνει νέα εργοτάξια, υπερ-εργολαβίες, προσλήψεις, 100.000 θέσεις εργασίας.
Το πέμπτο σημείο είναι το αναπτυξιακό πακέτο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έχει πει κανείς στους Έλληνες και ιδίως στους Έλληνες αγρότες, ότι η Ουγγαρία έχει ζήσει μια πολύ δύσκολη εμπειρία; Στην Ουγγαρία, που δεν είναι στο ευρώ, είναι όμως στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η Σοσιαλιστική Κυβέρνηση που υπήρχε, διαχειριζόμενη την κρίση οδήγησε τη χώρα σε ένα πρόγραμμα στήριξης μέσω και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Και επειδή υπήρξε αυτό το πρόγραμμα στήριξης, η ουγγρική Δεξιά κέρδισε τις εκλογές με πλειοψηφία 2/3. Ήρθε στην εξουσία μια πανίσχυρη Κυβέρνηση. Και αυτή η πανίσχυρη Κυβέρνηση άρχισε να παίρνει μονομερείς πρωτοβουλίες. Και το αποτέλεσμα των μονομερών πρωτοβουλιών, ήταν να αποφασίσει ομόφωνα η Ευρωπαϊκή Ένωση το Συμβούλιο Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών τη διακοπή της εκταμίευσης των κοινοτικών κονδυλίων στην Ουγγαρία, εάν δεν συμμορφωθεί.
Όσοι παίζουν με τη φωτιά στις σχέσεις μας με την Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν πει στον Έλληνα αγρότη ότι υπάρχει ο κίνδυνος διακοπής εκταμίευσης των πόρων της ΚΑΠ, της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, που είναι ζωτική για το εισόδημα του ελληνικού αγροτικού κόσμου;
Και έκτο σημείο, αυτό που αφορά άμεσα τον άνεργο και ιδίως το νέο άνεργο: τα κονδύλια του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου, που θέλουμε να επιταχυνθούν. Που είναι έτοιμοι οι εταίροι μας να επιταχύνουν την εκταμίευσή τους για προγράμματα κατάρτισης, νεανικής επιχειρηματικότητας και τα προγράμματα των Δήμων, που είναι καθοριστικά.
Και το πρόγραμμα κοινωφελούς εργασίας που ξεμπλοκαρίστηκε τώρα από το Συμβούλιο της Επικρατείας, με 45.000 κυλιόμενες θέσεις εργασίας και τα προγράμματα, τα λεγόμενα της αυτεπιστασίας των Δήμων, με 120.000 θέσεις εργασίας κυλιόμενες για την επόμενη περίοδο, ιδίως για νέους ανθρώπους. Αλλά και για έργα τοπικής ανάπτυξης.
Αυτή είναι η πρότασή μας, αυτά μπορούν να γίνουν όπως μπορούν να γίνουν κι όλα τα άλλα που έχουμε πει για τις μειώσεις φόρων και τελών, για την αλλαγή του κλίματος, για να βγει η Ελλάδα στο ξέφωτο.
Φίλες και φίλοι, κλείνω λέγοντας μια μόνο φράση για το παρελθόν. Αναλάβαμε να σηκώσουμε ένα τεράστιο βάρος, ένα δυσανάλογο βάρος. Αναλάβαμε μόνοι μας τη διαχείριση της κρίσης, ενώ αναμφίβολα το σωστό ήταν η διαχείριση της κρίσης να μοιραστεί δίκαια και αναλογικά σε όλες τις πολιτικές δυνάμεις της πατρίδας.
Έπρεπε να θέσουμε τα ζητήματα στον ελληνικό λαό από την αρχή, με ανοιχτό και καθαρό τρόπο και να ζητήσουμε εντολή και νομιμοποίηση, εν γνώσει της κρίσης και προκειμένου να βγούμε από την κρίση.
Το γεγονός ότι δεν έγινε αυτό, οδήγησε στο να έχει χρεωθεί το ΠΑΣΟΚ το σύνολο του προβλήματος και σε πολύ μεγάλο βαθμό να έχει ξεχαστεί το πώς και τι παραδόθηκε τον Οκτώβριο του 2009. Πώς και γιατί παραδόθηκε η χώρα σε κατάσταση συντριβής, με έλλειμμα 16% με ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών που να έχει το μεγαλύτερο διεθνώς έλλειμμα στο δυτικό κόσμο. Με μια οικονομία που δεν παράγει τίποτε, με ένα τραπεζικό σύστημα κούφιο στο εσωτερικό του, μετά από μία αμεριμνησία ετών η οποία είναι τραγική και ιστορικά εγκληματική.
Η χώρα όμως τώρα δεν μπορεί να κοιτάζει προς τα πίσω. Πρέπει να κοιτάζουμε προς τα μπρος προς το μέλλον. Η επιλογή που κάνει η λεγόμενη ριζοσπαστική Αριστερά, που στην πραγματικότητα δεν είναι Αριστερά δεν είναι ριζοσπαστική, αλλά είναι ο εκφραστής ενός δημαγωγικού και λαϊκίστικου λόγου, είναι η καταφυγή στο παρελθόν.
Το μέλλον όμως δεν είναι καρικατούρα του παρελθόντος. Είναι κάτι που θα σχεδιάσουμε και θα διαμορφώσουμε όλες οι Ελληνίδες και όλοι οι Έλληνες μαζί. Αυτή είναι η δική μας πίστη, αυτή είναι η δική μας πρόταση.
Και με τη δύναμη της αλήθειας θα νικήσουμε, γιατί τίποτε άλλο δεν έχει την ισχύ της αλήθειας. Ευχαριστώ πολύ.
Ευάγγελος Βενιζέλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ευχαριστούμε πολύ για την επίσκεψη!
Τα μόνα σχόλια που σβήνω είναι οι ύβρεις.