Τετάρτη 20 Νοεμβρίου 2013

Το Δικαίωμα στο Διάβασμα [Richard Stallman]

Πριν πούμε ο,τιδήποτε άλλο, καλό θα ήταν να διευκρινίσουμε πως ο Scott Hansen, επαγγελματικά γνωστός ως Tycho, είναι ένας Αμερικανός καλλιτέχνης ατμοσφαιρικής μουσικής και παραγωγός. Το Tycho είναι ένα από τα έργα του και συνήθως το χρησιμοποιούμε όταν θέλουμε να πούμε:
Ζήστε τη ζωή στο έπακρο
Αυτό το άρθρο είναι του  Richard Stallman και πρωτο-δημοσιεύτηκε το 1997 στο τεύχος Φεβρουαρίου της Communications of the ACM (τόμος 40, αριθμός 2). (Η ACM είναι η μεγαλύτερη εκπαιδευτική και επιστημονική κοινότητα στον κόσμο της πληροφορικής)
Είναι από τη συλλογή «The Road To Tycho» (= Ο δρόμος για το Tycho), που αναφέρεται στους προγόνους της Επανάστασης Lunarian και δημοσιεύθηκε στην πόλη Luna το 2006.
Για τον Dan Halbert, ο δρόμος για το Tycho ξεκίνησε στο κολλέγιο˙ όταν η Lissa Lenz ζήτησε να δανειστεί τον υπολογιστή του. Ο δικός της είχε χαλάσει και, αν δεν κατάφερνε να δανειστεί κάποιον άλλο, τότε θα έχανε το εξάμηνο αφού δεν θα μπορούσε να παραδώσει την εργασία της. Γεγονός ήταν πως δεν τολμούσε να ζητήσει από κανέναν να της δανείσει τον υπολογιστή του. Από κανέναν, εκτός από τον Dan.
Όταν λοιπόν του ζήτησε αυτήν την χάρη, ο Dan βρέθηκε μπροστά σε ένα μεγάλο δίλημμα. Από τη μια, ήθελε να βοηθήσει˙ αυτό του υπαγόρευε η συνείδησή του. Από την άλλη, όμως, αν δάνειζε τον υπολογιστή του αυτομάτως αυτό θα σήμαινε πως η Lissa θα μπορούσε να διαβάσει τα βιβλία του. Εκτός από το γεγονός ότι μπορείς να πας φυλακή και μάλιστα για πολλά χρόνια έτσι και επιτρέψεις σε κάποιον άλλο να διαβάσει τα βιβλία σου, η ιδέα αυτή καθεαυτή τον σόκαρε. Βλέπετε, αυτό που του είχαν διδάξει, από το δημοτικό σχολείο ακόμα, ήταν πως το να διαμοιράζεσαι τα βιβλία σου είναι κακό, είναι λάθος, είναι με μια λέξη, επικίνδυνο. Ο διαμερισμός είναι κάτι που κάνουν μόνον οι πειρατές.
Και, ό,τι πιο πιθανόν, η Αρχή Προστασίας Λογισμικού (η SPA -Software Protection Authority) να τον έπιανε στα πράσα. Στο μάθημα που αφορούσε το λογισμικό και τα προγράμματα υπολογιστή, ο Dan είχε μάθει ότι κάθε βιβλίο είχε ένα μόνιτορ ελέγχου πνευματικών δικαιωμάτων που ανέφερε στην Κεντρική Υπηρεσία Χορήγησης Αδειών (Central Licensing) πότε και πού διαβάστηκε το εν λόγω βιβλίο και, φυσικά, και από ποιον.
Αυτές τις πληροφορίες η υπηρεσία τις χρησιμοποιεί για να πιάσει τους πειρατές που τολμούν και διαβάζουν κάποιο βιβλίο αλλά και για να πουλάει τα προσωπικά προφίλ με τα ενδιαφέροντα των χρηστών στους εμπόρους λιανικής πώλησης.
Έτσι λοιπόν, την επόμενη φορά που ο υπολογιστής του (Dan) θα συνδεόταν με το διδίκτυο, η Central Licensing θα το μάθαινε. Ο ίδιος, ως ιδιοκτήτης του υπολογιστή θα τιμωρούνταν με την σκληρότερη ποινή επειδή δεν προσπάθησε να αποτρέψει το έγκλημα.
Βεβαίως, δεν ήταν σίγουρο ότι η Lissa θα διάβαζε τα βιβλία του. Μπορεί να ήθελε τον υπολογιστή απλά και μόνο για να γράψει την εργασία της. Αλλά ο Dan γνώριζε ότι το κορίτσι καταγόταν από μια μεσοαστική οικογένεια και μόλις και μετά βίας μπορούσε να ανταπεξέλθει οικονομικά στα δίδακτρα, πόσο μάλλον στην πληρωμή των βιβλίων.
Ίσως, λοιπόν, ο μόνος τρόπος για να αποφοιτήσει θα ήταν να διάβαζε τα δικά του βιβλία.
Ο Dan ήξερε πολύ καλά τι θα πει να αντιμετωπίζεις οικονομικές δυσκολίες. Και ο ίδιος χρειάστηκε να δανειστεί προκειμένου να μπορέσει να πληρώσει για να μπορέσει να διαβάσει όλες τις ερευνητικές εργασίες. (Το δέκα τοις εκατό των εν λόγω τελών πήγε στους ανθρώπους που διεξήγαγαν και έγραψαν τις έρευνες. Από τη στιγμή που ο Dan στόχευε σε μια ακαδημαϊκή σταδιοδρομία, ήλπιζε ότι και οι δικές του ερευνητικές εργασίες θα διαβαζόταν αρκετά συχνά ώστε να καταφέρει να ξεπληρώσει το δάνειο.)
Αργότερα, ο Dan θα μάθαινε πως υπήρξε μια εποχή που ο καθένας μπορούσε να πάει στη βιβλιοθήκη και να διαβάσει όχι μόνο τα δημοσιευμένα άρθρα αλλά και τα βιβλία, χωρίς να χρειάζεται να πληρώσει. Θα μάθαινε πως υπήρχαν ανεξάρτητοι μελετητές που διάβαζαν χιλιάδες καταγεγραμμένα αρχεία χωρίς τις επιχορηγήσεις της κυβέρνησης. Στη δεκαετία του 1990, όμως, τόσο οι εμπορικοί εκδότες όσο και αυτοί που δημοσίευαν αφιλοκερδώς είχαν πλέον αρχίσει να χρεώνουν τέλη για την πρόσβαση. Το 2007, οι βιβλιοθήκες που προσέφεραν στο κοινό δωρεάν πρόσβαση στην επιστημονική βιβλιογραφία δεν ήταν τίποτε άλλο παρά μια αμυδρή ανάμνηση.
Φυσικά, υπήρχαν τρόποι για να αποφύγεις την SPA και την Central Licensing. Και, εννοείται πως αυτοί οι τρόποι ήταν παράνομοι. Ο Dan είχε έναν συμμαθητή στο μάθημα που αφορούσε το λογισμικό και τα προγράμματα υπολογιστή, τον Frank Martucci. Ο Frank είχε εξασφαλίσει ένα παράνομο εργαλείο για να εντοπίζει και να διορθώνει τα bugs (σφάλματα) και το χρησιμοποίησε για να παρακάμπτει τον κωδικό του μόνιτορ που έλεγχε τα πνευματικά δικαιώματα όταν κάποιος πήγαινε να διαβάσει τα βιβλία. Έκανε, όμως, το λάθος και το είπε σε πάρα πολλούς φίλους του και ένας από αυτούς τον κατέδωσε στην SPA, έναντι αμοιβής. Βλέπετε, οι μαθητές που είναι βουτηγμένοι στα χρέη μπαίνουν πολύ εύκολα στον πειρασμό να προδώσουν. Έτσι, το 2007 ο Frank φυλακίστηκε˙ όχι όμως για την πειρατική ανάγνωση αλλά γιατί είχε στην κατοχή του ένα πρόγραμμα εντοπισμού σφαλμάτων (bugs).
Ο Dan θα μάθαινε αργότερα ότι κάποτε υπήρχε μια εποχή που ο καθένας μπορούσε να έχει εργαλεία εντοπισμού σφαλμάτων. Ότι υπήρχαν ακόμη και δωρεάν εργαλεία εντοπισμού σφαλμάτων που διατίθενται σε CD ή στο διαδίκτυο και μπορούσες να τα κατεβάσεις (download). Αλλά οι απλοί χρήστες άρχισαν να τα χρησιμοποιούν για να παρακάμψουν τα μόνιτορ πνευματικής ιδιοκτησίας και τελικά, ο δικαστής απεφάνθη ότι, στην πράξη, αυτή ήταν η κύρια χρήση τους. Και το να παρακάμψεις τα πνευματικά δικαιώματα ήταν παράνομο. Ως εκ τούτου, οι προγραμματιστές των αντίστοιχων εργαλείων μπήκαν φυλακή.
Φυσικά, ακόμα και μετά τις δικαστικές αυτές αποφάσεις, οι προγραμματιστές εξακολουθούσαν να χρειάζονται τέτοιου είδους εργαλεία αλλά, από το 2007 και μετά, οι πωλητές τους τα διένεμαν σε αριθμημένα αντίτυπα και μόνον σε όσους προγραμματιστές είχαν επίσημη άδεια.
Το συγκεκριμένο μάλιστα πρόγραμμα εντοπισμού σφαλμάτων που χρησιμοποιούσε ο Dan για το μάθημά του, του επέτρεψαν μεν να το χρησιμοποιεί αλλά κρατήθηκε σε ένα ειδικό firewall έτσι ώστε να μπορεί να το χρησιμοποιεί μόνο για τις ασκήσεις του στην τάξη.
Ήταν επίσης δυνατόν να παρακάμψει τα μόνιτορ που έλεγχαν τα πνευματικά δικαιώματα, εγκαθιστώντας έναν τροποποιημένο πυρήνα του συστήματος. Ο Dan κάποια στιγμή θα ανακάλυπτε πως υπήρχαν όχι μόνον Ελεύθεροι πυρήνες αλλά και ολόκληρα Λειτουργικά συστήματα που ήταν Ελεύθερα. Βέβαια, όχι απλά ήταν παράνομα τα Ελεύθερα Λειτουργικά Συστήματα, όπως άλλωστε και τα προγράμματα εντοπισμού και διόρθωσης bugs αλλά ακόμα και εάν είχες ένα τέτοιο, δεν μπορούσες να το εγκαταστήσεις χωρίς να γνωρίζεις τον κωδικό root του υπολογιστή σου.
Και, εννοείται πως, δεν υπήρχε περίπτωση ούτε το FBI ούτε η Τεχνική Υποστήριξη της Microsoft να σου αποκαλύψει ποτέ αυτόν τον κωδικό.
Έχοντας όλα αυτά τα δεδομένα στο μυαλό του, ο Dan κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν θα μπορούσε ελαφρά τη καρδία να δανείσει στην Lissa τον υπολογιστή του. Αλλά δεν μπορούσε και να της αρνηθεί τη βοήθειά του. Βλέπετε, την αγαπούσε. Η κάθε ευκαιρία που του δινόταν ακόμα και να μιλήσει μαζί της, τον γέμιζε χαρά. Και το γεγονός ότι επέλεξε αυτόν για να ζητήσει βοήθεια, θα μπορούσε κάλλιστα να σημαίνει ότι και αυτή τον αγαπούσε.
Έτσι, λοιπόν, ο Dan αποφάσισε να δώσει λύση στο δίλημμά του με το να κάνει κάτι ακόμη πιο αδιανόητο˙ όχι μόνον της δάνεισε τον υπολογιστή του αλλά της έδωσε και τον κωδικό του. Με αυτόν τον τρόπο, στην περίπτωση που η Lissa διάβαζε τα βιβλία του, η Central Licensing θα νόμιζε πως τα διαβάζει ο ίδιος ο Dan. Βεβαίως, ΚΑΙ αυτό θεωρούνταν καταπάτηση του νόμου και εγκληματική δράση. Απλά, η SPA δεν θα μπορούσε να το ανακαλύψει παρά μόνον εάν η Lissa τον κατήγγειλε.
Φυσικά, αν το σχολείο μάθαινε ότι είχε δώσει στη Lissa τον κωδικό του, αυτό θα ήταν το τέλος τους. Το σχολείο δεν θα καθόταν να εξετάσει πού είχε χρησιμοποιηθεί ο κωδικός του˙ πολύ απλά θα έκλεινε την αυλαία και για τους δυο μαθητές. Η πολιτική της σχολής ήταν ότι η οιαδήποτε παρέμβαση γινόταν στη χρήση των μόνιτορ που παρακολουθούσαν τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές των μαθητών ήταν λόγος για τη λήψη πειθαρχικών μέτρων. Δεν είχε σημασία αν αυτό που έκαναν ήταν κάτι επιβλαβές˙ θεωρούνταν αδίκημα και αυτό έφτανε. Ούτε ήταν εύκολο να ελέγξουν το είδος του αδικήματος αλλά ούτε και χρειαζόταν να γνωρίζουν περαιτέρω λεπτομέρειες. Η ουσία ήταν η εξής μία˙

απαγορεύεται.

Η τακτική τους, λοιπόν, ήταν να μην αποβάλλουν τους μαθητές˙ όχι άμεσα τουλάχιστον. Γιατί αυτό που έκαναν ήταν να τους απαγορεύεται πλέον η πρόσβαση στα συστήματα των ηλεκτρονικών υπολογιστών του σχολείου και, άρα, αναπόφευκτα θα αποτύγχαναν σε όλα τους τα μαθήματα.
Αργότερα, ο Dan θα μάθαινε ότι αυτήν την πολιτική την είχαν ξεκινήσει τα πανεπιστήμια στη δεκαετία του 1980, όταν πολλοί φοιτητές άρχισαν πλέον να χρησιμοποιούν τους υπολογιστές. Μέχρι τότε, τα πανεπιστήμια διατηρούσαν μια διαφορετική προσέγγιση ως προς την πειθαρχία των φοιτητών. Τους τιμωρούσαν μόνον εάν οι δραστηριότητές τους ήταν επιβλαβείς και όχι βασιζόμενοι μόνον σε με κάποια υποψία.
Εννοείται, βέβαια, πως η Lissa δεν «κάρφωσε» τον Dan στην SPA. Η απόφασή του να τη βοηθήσει οδήγησε στο γάμο τους˙ και όχι μόνον. Τους έκανε να αμφισβητήσουν ό,τι, από παιδιά ακόμα, τους είχαν μάθει για την πειρατεία. Το ζευγάρι άρχισε να διαβάζει για την ιστορία των πνευματικών δικαιωμάτων, για τη Σοβιετική Ένωση και τους περιορισμούς της σχετικά με την αντιγραφή (copy). Διάβασαν ακόμα και το Σύνταγμα των Ηνωμένων Πολιτειών. Ταξίδεψαν προς την Luna όπου βρήκαν και άλλους που είχαν επίσης ξεφύγει από την δαγκάνα της SPA.
Όταν το 2006 ξεκίνησε η εξέγερση Tycho, το καθολικό δικαίωμα στο διάβασμα έγινε, πολύ γρήγορα, ένας από τους κύριους στόχους της.
Screenshot

Σημείωση του Συντάκτη Richard Stallman

Το δικαίωμα στην ανάγνωση είναι μια μάχη που την δίνουμε μέχρι και σήμερα.
Ίσως χρειαστεί να περάσουν 50 χρόνια μέχρι να ξεθωριάσουν οι πολιτικές αυτές. Οι περισσότεροι από τους συγκεκριμένους νόμους και τις πρακτικές που περιγράφονται παραπάνω έχουν ήδη προταθεί. Πολλές από αυτές τις πρακτικές έχουν ήδη θεσπιστεί με νόμο στις ΗΠΑ αλλά και αλλού. Στις ΗΠΑ, το 1998 ο νόμος/πράξη Digital Millennium Copyright Act (DMCA), περί ψηφιακών πνευματικών δικαιωμάτων, καθιερώνει τη νομική βάση για να περιορίσει την ανάγνωση και το δανεισμό των ηλεκτρονικών βιβλίων (όπως επίσης και άλλων έργων). Η Ευρωπαϊκή Ένωση επέβαλε παρόμοιους περιορισμούς με μια οδηγία της το 2001, περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Στη Γαλλία, σύμφωνα με το δίκαιο DADVSI που εγκρίθηκε το 2006, θεωρείται έγκλημα ακόμα και αν κάποιος απλά έχει στην κατοχή του ένα αντίγραφο του ελεύθερου προγράμματος DeCSS, που αποκρυπτογραφεί κάποιο βίντεο σε DVD.
Το 2001, ο γερουσιαστής Hollings, που χρηματοδοτήθηκε από την Disney, πρότεινε ένα νομοσχέδιο που ονομάζεται SSSCA, σύμφωνα με το οποίο θα απαιτείται από κάθε νέο υπολογιστή να έχει προ-εγκατεστημένες λειτουργίες που αναγκαστικά θα περιορίζουν την αντιγραφή και που, φυσικά, ο χρήστης δεν θα μπορεί να παρακάμψει. Μετά το τσιπ Clipper και τις παρόμοιες προτάσεις της κυβέρνησης των ΗΠΑ, γίνεται προφανής η μακροπρόθεσμη τάση: τα συστήματα των υπολογιστών φτιάχνονται πλέον με τέτοιον τρόπο ώστε να αφαιρούν από τον χρήστη τη δυνατότητα να ελέγχει τον υπολογιστή του. Η SSSCA αργότερα μετονομάστηκε σε CBDTPA που ουσιαστικά σημαίνει
Καταναλώστε˙ αλλά μακριά από τον προγραμματισμό.
Λίγο αργότερα, οι Ρεπουμπλικάνοι πήραν τον έλεγχο της Γερουσίας των ΗΠΑ. Είχαν λιγότερες… «υποχρεώσεις» στο Hollywood από ό,τι οι Δημοκρατικοί και, ως εκ τούτου, δεν επέμειναν σε αυτές τις προτάσεις. Τώρα που οι Δημοκρατικοί είναι πάλι στα πράγματα, ο κίνδυνος είναι μεγαλύτερος.
Το 2001, οι ΗΠΑ άρχισαν την προσπάθειά τους να χρησιμοποιήσουν την προτεινόμενη συνθήκη για Ζώνη Ελεύθερου Εμπορίου της Αμερικής (FTAA) ώστε να επιβάλλουν τους ίδιους κανόνες σε όλες τις χώρες του δυτικού ημισφαιρίου. Το σχέδιο ALCA είναι μία από τις λεγόμενες συμφωνίες του ελεύθερου εμπορίου, οι οποίες στην πραγματικότητα σχεδιάστηκαν για να δώσουν στις εταιρείες αυξημένη ισχύ και να μπορούν να επιβάλλονται στις δημοκρατικές κυβερνήσεις. Η όλη λογική είναι να επιβάλλουν οι εταιρείες τους νόμους που θέλουν και που τους βολεύουν.
Μία από τις «τακτικές» που αναφέρονται στην παραπάνω ιστορία, δεν είχε καν προταθεί μέχρι το 2002. Έως ότου ήρθε το FBI και η Microsoft να μας πουν ότι θα κρατάνε τους κωδικούς πρόσβασης root των υπολογιστών. Ασχέτως εάν πρόκειται για τους δικούς μας υπολογιστές, εμείς θα έπρεπε να δεχθούμε να τους αφήσουμε στα χέρια τους. Πάντως, εμείς, δεν επιτρέπεται να έχουμε τον κωδικό…
Οι υποστηρικτές αυτού του καθεστώτος, του έχουν δώσει και ονομασίες όπως «αξιόπιστο computing» και «Palladium» (Παλλάδιο).
Εμείς λοιπόν το ονομάζουμε «ύπουλο computing» επειδή αυτό το καθεστώς μετατρέπει τον υπολογιστή σας σε υπάκουο όργανο των εταιρειών, οι οποίες σας αψηφούν.
Μιλάμε για ένα καθεστώς που τέθηκε σε εφαρμογή το 2007, ως μέρος των Windows Vista. Περιμένουμε ότι και η Apple θα κάνει κάτι παρόμοιο.
Το σχέδιο είναι απλό˙ ο κατασκευαστής κρατά τον μυστικό κωδικό αλλά, εννοείται πως, είναι σαν να τον έχει και το FBI.
Αυτό που η Microsoft κρατάει στα χέρια της, δεν είναι ένας κωδικός πρόσβασης με την παραδοσιακή έννοια του όρου. Κανένας χρήστης δεν θα τον έγραφε ποτέ στο τερματικό του. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι σαν ένα είδος κλειδιού κρυπτογράφησης και υπογραφής το οποίο αντιστοιχεί σε ένα δεύτερο κλειδί που είναι αποθηκευμένο στον υπολογιστή σας. Αυτό, επιτρέπει στη Microsoft, και ενδεχομένως και σε κάθε ιστοσελίδα που συνεργάζεται με τη Microsoft, να έχει τον απόλυτο έλεγχο πάνω στο τι μπορεί να κάνει ο χρήστης στον υπολογιστή του.
Τα Vista, μάλιστα, δίνουν πρόσθετες εξουσίες στη Microsoft. Για παράδειγμα, η Microsoft μπορεί να εγκαταστήσει υποχρεωτικές αναβαθμίσεις και να «δώσει εντολή» σε όλα τα μηχανήματα που τρέχουν Vista να μη μπορούν να τρέξουν κάποιο συγκεκριμένο πρόγραμμα. Ο κύριος στόχος της Microsoft που ενσωμάτωσε τόσους περιορισμών στα Vista ήταν να επιβάλλει την DRM, δηλαδή τη Διαχείριση Ψηφιακών Περιορισμών που οι χρήστες δεν μπορούν να προσπελάσουν.
Όταν αυτή η ιστορία γράφτηκε για πρώτη φορά, η SPA απειλούσε τους μικρούς παρόχους διαδικτυακών υπηρεσιών, απαιτώντας να της επιτρέπουν να παρακολουθεί όλους τους χρήστες. Οι περισσότεροι πάροχοι (ISPs) υπέκυψαν στην απειλή επειδή δεν μπορούν να αντέξουν οικονομικά μια δικαστική διαμάχη. Και, όντως, όταν η ConneXion στο Όκλαντ της Καλιφόρνια αρνήθηκε να υποκύψει, την μήνυσαν. Εν συνεχεία, βέβαια, η SPA πήρε πίσω τη μήνυση αλλά είχε ήδη στα χέρια της τον νόμο Digital Millennium Copyright Act (DMCA) που της έδινε την εξουσία που χρειαζόταν.
Και ενώ SPA σημαίνει Software Publishers Association (Ένωση Εκδοτών Λογισμικού), στην πραγματικότητα παίζει το ρόλο της αστυνομίας αφού κατ’ ουσίαν έχει αντικατασταθεί από την Business Software Alliance (Συμμαχία Επιχειρησιακού Λογισμικού).
Επισήμως, η BSA δεν είναι κάποια αστυνομική υπηρεσία. Ανεπίσημα, όμως, δρα σαν την αστυνομία. Χρησιμοποιώντας μεθόδους που θυμίζουν την πάλαι ποτέ Σοβιετική Ένωση, καλεί τους ανθρώπους να ενημερώσουν τους συναδέλφους και τους φίλους τους. Το 2001, μάλιστα, η BSA σε μια εκστρατεία τρόμου στην Αργεντινή εκτόξευε συγκαλυμμένες απειλές ότι οι άνθρωποι που διαμοιράζονταν προγράμματα/λογισμικό, θα γινόταν θύματα βίας.
Οι πολιτικές ασφάλειας των πανεπιστημίων που περιγράφονται ανωτέρω, δεν είναι φανταστικές. Για παράδειγμα, ένας υπολογιστής σε πανεπιστήμιο του Σικάγο εμφανίζει αυτό το μήνυμα την ώρα που πας να συνδεθείς:
Το σύστημα αυτό διατίθεται για χρήση μόνο των εξουσιοδοτημένων χρηστών. Όποιος χρησιμοποιήσει αυτό το σύστημα του υπολογιστή χωρίς να είναι εξουσιοδοτημένος ή κάνει υπέρβαση της δικαιοδοσίας του, να έχει υπ’ όψιν του πως το σύνολο των δραστηριοτήτων του παρακολουθείται και καταγράφεται από το προσωπικό του συστήματος. Όποιος χρησιμοποιεί το σύστημα αυτό συναινεί ρητά στην εν λόγω παρακολούθηση και θεωρείται πως έχει ενημερωθεί ότι εάν η παρακολούθηση αποκαλύψει αποδεικτικά στοιχεία παράνομης δραστηριότητας ή παραβίασης των κανονισμών του συστήματος, τότε τα στοιχεία της εν λόγω παρακολούθησης μπορεί να δοθούν στις αρχές του Πανεπιστημίου και/ή στους υπαλλήλους επιβολής του νόμου.
Αυτή είναι μια ενδιαφέρουσα προσέγγιση στην Τέταρτη Τροποποίηση, αφού αναγκάζει τον καθένα να συμφωνήσει εκ των προτέρων και να παραιτηθεί των δικαιωμάτων του που απορρέουν από την Τέταρτη Τροποποίηση του Συντάγματος.

Bad News (Τα κακά νέα)

Η μάχη για το δικαίωμά μας στο διάβασμα είναι ήδη σε εξέλιξη. Ο εχθρός είναι οργανωμένος, ενώ εμείς όχι. Έτσι, συνεχίζει ανενόχλητος την επίθεσή του εναντίον μας.
Η μόνη μας λύση, εάν θέλουμε να αμυνθούμε, είναι να οργανωθούμε και να αγωνιστούμε.
Σημείωση συντάκτριας: Και όχι άδικα, όλα αυτά συνειρμικά, με οδήγησαν στο Μανιφέστο Αντάρτικου Ανοικτής Πρόσβασης του Aaron Swartz.

osarena

Ευχαριστούμε πολύ για την επίσκεψη! thiva post

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ευχαριστούμε πολύ για την επίσκεψη!

Τα μόνα σχόλια που σβήνω είναι οι ύβρεις.

Χειρουργικό Ιατρείο

Χειρουργικό Ιατρείο