Πέμπτη 26 Σεπτεμβρίου 2013

ΟΙ ΜΑΥΡΑΓΟΡΙΤΕΣ ΑΛΛΟΤΕ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ

Γράφει ο Αθαν. Στρίκος

Α΄. «Όσο καλό το σπίτι τόσο καλός είναι κι’ ο καμπινές του» έλεγε ο πατέρας της εγκληματολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Κωνσταντίνος Γαρδίκας. Κι’ εξηγούσε ο ίδιος πως η κουβέντα δήλωνε ότι όσο προχωρεί ο «πολιτισμός» – αυτή τη λέξη την έβαζε πάντα σε εισαγωγικά – όσο εξελίσσεται ο άνθρωπος, τόσο εξελίσσεται και το έγκλημα. Ίνα επιβεβαιωθή ο μέγας Ντοστογιέφσκι που έλεγε πως ο πολιτισμός δεν προσέφερε τίποτα στον άνθρωπο. Αντίθετα μάλιστα τον έκανε πιο αιμοχαρή και εμπειροπόλεμο, πιο πρόστυχο στην αιματοχυσία.
Έτσι σήμερα ποιός δεν γνωρίζει ότι τα μέλη των συμμοριών και την σπειρών των πάσης φύσεως μαφιών όχι μόνο του Παλέρμο της Σικελίας, οι αλήτες του Σηκουάνα, οι εταίρες της Μονμάρτης ή οι πορνοβοσκοί της άλλοτε δικής μας Τρούμπας, ακόμα και οι γκάγκστερς της Αμερικής είναι αγγελούδια μπροστά στους σημερινούς διεθνείς εγκληματίες χρηματιστές και τοκογλύφτες διευθυντές λεσχών και στοών, που αποφασίζουν για τις τύχες ολόκληρων λαών;
Ως και η γνωστή κατηγορία των εγκληματιών του «λευκού λεγόμενου περιλαιμίου» (ή «εγκληματίες με το λευκό κολλάρο») φαντάζει τίποτα μπροστά στους σημερινούς που αποφασίζουν σε μια νύχτα να βάλουν χέρι στις τράπεζες και να ληστέψουν («κουρέψουν» το λένε) τις καταθέσεις, ν’ αρπάξουν τα λεφτά, κρατήσεις δεκαετιών εργαζομένων ασφαλιστικών ταμείων, μέχρι πλουτοπαραγωγικές πηγές ολοκλήρων κρατών εξαφανίζοντάς τα (π.χ. Ιράκ, Λιβύη, Κύπρος και τώρα Συρία) ή να τα υποδουλώσουν καταπτωχεύοντάς τα. Κι όλα «εντάξει», με τρόπο νόμιμο ώστε να μην τους πιάνει κανένα δίκαιο περί εγκληματιών γενικώς, ακόμα και πολέμου, τώρα και στο μέλλον.
Όμως όχι. Δεν θα πάμε τόσο μακριά με τους κακούργους αυτούς εδώ κι αλλού. Που χαλιναγωγούν τη Δικαιοσύνη. Ή μάλλον αυτήν, οι ίδιοι, ως προνομιούχα τάχα κάποιου Θεού, τη στήνουν όπως θέλουν. Απλώς θ’ αναφερθούμε και θα συγκρίνουμε τον μαυραγορίτων της κατοχής με τον σημερινόν κύριον μαυραγορίτην. Για να δούμε αν επιβεβαιώνεται κι ο καθηγητής που έλεγε την αρχική κουβέντα με την οποία ξεκινήσαμε.
ΠΟΙΟΣ ΗΤΑΝ Ο ΜΑΥΡΑΓΟΡΙΤΗΣ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ: Ήταν ο καμουφλαρισμένος άνθρωπος που μέχρι τη στιγμή εκείνη, της κατοχής την εποχή δηλαδή, υποκρινόταν. Καλομιλούσε στον συνάνθρωπό του κι έδειχνε πως τον σέβονταν κιόλας. Παρίσταναν πως εκτιμούσαν, ακόμα ότι αγαπούσαν και χαίρονταν να βλέπουν τους συνανθρώπους τους να προκόβουν. Το λέω αυτό, γιατί οι Έλληνες είχαμε πάντα έναν εμφωλεύοντα φθόνο απέναντι εκείνων που πρόκοβαν με τις αρετές και τον τίμιο αγώνα.
Με την κατοχή όμως έπεσαν τα προσωπεία και φάνηκαν τ’ αληθινά πρόσωπα.
Δεν είχα την τύχη να γνωρίσω αυτή «την ευγενή τάξη» των ανθρώπων που κακώς κατά τη γνώμη μου λέγονται άνθρωποι. Αλλιώς έπρεπε να ονομάζονται, όπως κι αν ετυμολογήσεις και ψάξεις βαθειά τη ρίζα της λέξης άνθρωπος. Όπως δηλαδή κι’ αν σκεφτείς, ξανασκεφτείς, επανεξετάσεις, επανερευνήσεις κι επαναστοχαστείς. Διότι αυτός είν’ ο άνθρωπος. Μαζί με το συνάνθρωπο, ο «αναθρών ά όπωπεν», που λέει ο Πλάτων. Κι είναι αυτό ακριβώς, το ότι έχει λογικό και σκέφτεται, ξανασκέφτεται (αναθρεί) όσα βλέπει κι έχει ιδεί (ά όπωπεν). Και νάναι τούτο «το διακριτικόν της ουσίας» του ανθρώπου απ’ όλα τ’ άλλα όντα, που δεν τόχουν. Κι’ αν κι ο άνθρωπος δεν τόχει, απλώς δεν είναι άνθρωπος μα κάτι άλλο. Ας το πούμε θηρίο. (Και σκέφτομαι πόσα θα είχαμε να ωφεληθούμε στο ηθικό μέρος εμείς οι Έλληνες αν ψάχναμε τις ρίζες των λέξεων της ελληνικής. Αν τις ετυμολογούσαμε, πιστεύω θ’ αγαπάγαμε τη γλώσσα μας και μαζί τον άνθρωπο ερχόμενοι στα μέτρα του ανθρώπου. Ξεστρατίσαμε όμως).
Δεν γνώρισα λέω την ευγενή αυτή τάξη. Που δεν τη λέμε καν τάξη όπως άλλες. Κι ας είναι η κύρια που χωρίζονται οι άνθρωποι κι όλες οι άλλες έπονται. Την γνώρισαν όμως οι γονείς μου και οι συνομήλικοί τους. Κι αν τους ρωτήσετε θα σας πουν πόσους συνανθρώπους μας έστειλαν κυριολεκτικά στον τάφο αφού πρώτα τους βασάνισαν με τον πιο απάνθρωπο τρόπο για ένα κομμάτι ψωμί. Ή τους γνώρισα εμμέσως κι ετεροχρονισμένα. Κι όπως θα δείτε παρακάτω πήρα μια γεύση. Έτυχα εμπειρίας λόγω επαγγέλματος.
Πάντως πρωτίστως μιλάμε για τον πλήρη ξεπεσμό του ανθρώπου. Που ξεκινούσε από τη συνεργασία των μαυραγοριτών με τον κατακτητή. Ικανοποιούνταν εσωτερικά απ’ τις στερήσεις και τα βάσανα των άλλων που τους έγδερναν και φχαριστιόνταν γιατί υπέφεραν.
Ό,τι επόθησε η ψυχή τους τόπαιρναν. Κι ας τους ήταν άχρηστο. Κι αυτή η συμπεριφορά εκδηλωνόταν και σε στενές κοινωνίες. Από συγχωριανούς ή ανθρώπους γνωστούς του διπλανού χωριού. Κι από συγγενείς ακόμα. Κι’ ενώ θα μπορούσαν, ειδικά στα χωριά και τις μικρότερες πόλεις να μην πεθάνει κανείς αν ο ένας φαινόταν στοιχειωδώς χρήσιμος στον άλλον, εν τούτοις πέθαιναν άνθρωποι από πείνα και σε χωριά χιλίων πάνω – κάτω κατοίκων και λιγότερο.
«Δυστυχώς την ώρα που θά ‘πρεπε να φανούν τα χαρίσματα της φυλής και να ενωθούμε σφιχτά ώστε απ’ τα λίγα να ζήσουν όλοι, με στερήσεις πολλές ναι και εις πείσμα των κατακτητών, υπήρχαν πολλοί και στα χωριά που γέμιζαν τα σπίτια τους με πράγματα που τους ήσαν εντελώς άχρηστα». Ακόμη και τη στολή του εύελπι, γράφει ο Δημήτρης Καραγιαννάκος, πήρε ο μαυραγορίτης που τη φύλαγαν κειμήλιο οι γονείς του, για λίγες οκάδες αραποσίτι. Από ’κει και πέρα λογαριάστε: Καναπέδες, καρέκλες, χαλιά, πίνακες, σκρίνια, κοστούμια, κουβέρτες, σκεύη οικιακά, κοσμήματα κι’ ό,τι βάλει ο νους σας. Ένας μάλιστα πήρε για λίγο σιτάρι ντουλάπα με καθρέφτη. Την πήγε στο σπίτι του που έμενε στο μισό αυτός κι η φαμελιά και στ’ άλλο μισό έβαζε τα ζώα του, τοποθετώντας τη κολλητά στον τοίχο. Το μεσημέρι όμως, γράφει πάλι ο Καραγιαννάκος, που γύρισε το βόϊδι του απ’ τη βοσκή, όταν μπήκε στο σταύλο είδε απέναντι στον καθρέφτη τη φάτσα του. Νόμισε πως είναι άλλο βόϊδι και κατά τη «βοϊδική συνήθεια μούγγρισε, έσουρε το μπροστινό πόδι δύο – τρεις φορές και ώρμησε να μπουρίσει το υποτιθέμενο άλλο βόϊδι. Με αποτέλεσμα να θρυμματιστεί ο καθρέφτης, να σπάσει η ντουλάπα και το βόϊδι το κέρατό του». Και συνεχίζει.
Γυναίκες έπαιρναν και τα κομπινεζόν που τα φορούσαν από άγνοια του είδους πάνω απ’ τα φουστάνια τους.
Εκεί όμως που ο μαυραγοριτισμός έκανε κυριολεκτικά θραύση κι ο υποσιτισμός θέρισε κόσμο εκατοντάδες χιλιάδες, τα περισσότερα, μπροστά από 300 χιλιάδες παιδιά, ήταν η Αθήνα κι’ ακολουθούσαν οι άλλες μεγάλες πόλεις.
Οι Γερμανοί έπαιρναν ό,τι μπορούσαν. Έκαναν ακόμη και επιτάξεις σπιτιών για να μείνει σ’ αυτό ένας Γερμανός αξιωματικός. Άφηναν όμως κι ένα δωμάτιο για την οικογένεια. Κι’ έπαιρνε ο Γερμανός το πρωϊνό του και στο μεινεμένο βούτυρο τίναζε κι έσβηνε τα τσιγάρα του να μην το γλείψουν τα παιδιά της οικογένειας, όπως έλεγε ο καθηγητής Κώστας Μπέης. Η απανθρωπιά τους δεν είχε όρια. Ετιμωρείτο δε με θάνατο και Γερμανός που θα εκδήλωνε και φιλικά αισθήματα σε Έλληνα. Τα δε διαρπαγμένα τρόφιμα αν περίσσευαν, οι κατακτητές τα κατέστρεφαν και δεν τάδιναν ΠΟΤΕ στους Έλληνες. Μα εδώ μιλάμε για μαυρόψυχους κι όχι για μαυραγορίτες.
Και οι κυβερνήσεις οι Ελληνικές (;) έκαναν ό,τι μπορούσαν για να εξυπηρετούν τους Γερμανούς. Ακριβώς όπως τώρα ο Σαμαράς με το Βενιζέλο και το Στουρνάρα. «Είναι ιδιοκτησία σας το πρόγραμμα εξοχοτάτη» με τα παιδιά του «ναι σε όλα»… Και τις έλεγαν τις κυβερνήσεις εκείνες Κουϊσλιγκ, από το όνομα του Νορβηγού Πρωθυπουργού συνεργάτη των Γερμανών, που έγινε συνώνυμο του δωσίλογος. Και σήμερα Γκαουλάϊντερ από το όνομα των διοικητών που εγκαθιστούσαν οι Γερμανοί στα κατεχόμενα από το Γ΄ Ράϊχ τότε και τώρα το Δ΄.
Τι έγινε δηλαδή με την είσοδο των Γερμανών. Αναγκάζουν τους παραγωγούς να δηλώνουν από πριν την αναμενόμενη παραγωγή π.χ. λαδιού με βάση τα δέντρα. Μετά το μάζεμα άφηναν ελάχιστη ποσότητα για την οικογένεια και στο πολύ έκαναν επίταξη. Κρύφτηκαν τα τρόφιμα κι όλα τα χρειαζούμενα στον άνθρωπο. Τα είδη πέσανε στη «μαύρη λεγόμενη αγορά». Οι μαυραγορίτες απάτριδες προπαντός, μ’ ένα θεό να πιστεύουν το Μαμμωνά, κι’ ασυνείδητοι, έγιναν συνεργάτες των Γερμανών. Μάζευαν αγαθά κυρίως διατηρήσιμα που πουλούσαν σε τιμές όχι απλώς υπερβολικές, αλλά κυριολεκτικά γδέρνανε τον κόσμο συγκεντρώνοντας κεφάλαιο σε χρυσό. «Επένδυαν» θα λέγαμε σε χρυσό μιας και το χρήμα ήταν πληθωριστικό και τα χαρτονομίσματα που χρησιμοποιούσαν, κι έδιναν οι Γερμανοί για αγορά αγαθών, νόμιμα και επί πληρωμή φαινομενικά με τα λεγόμενα «μάρκα αγαθών», δεν είχαν καμμία αξία. (Ένας Γυμνασιάρχης με το μιστό ενός μηνός δεν έπαιρνε ούτε μια οκά λάδι. Και θα δούμε αν φτάσουμε και τώρα ίσαμ’ εκεί).
Πέρνανε λοιπόν οι μαυραγορίτες τα είδη από τους κατακτητές μονοπωλιακά. Οι Γερμανοί τους είχαν δώσει και σχετικές άδειες. Κι όχι μόνο για τρόφιμα αλλά για ό,τι μπορείτε να φανταστείτε. Και βιομηχανικά προϊόντα. Και πρώτες ύλες (ξυλεία, τσιμέντα, κεραμίδια) έτσι ώστε Γερμανοί και μαυραγορίτες έγιναν οι απόλυτοι κυρίαρχοι του πλούτου.
Τα νόθευαν κιόλας, έβαζαν και την τιμή που ήθελαν και πλούτιζαν αυτοί κι ο κόσμος πέθαινε. Πολλοί βρέθηκαν με τεράστιες περιουσίες, μετά την απελευθέρωση, μεγάλα καταστήματα, ξενοδοχεία, πλοία κ.τ.λ. Και φυσικά δεν λογοδότησε σχεδόν κανείς αφού τη Γερμανική κατοχή διαδέχθηκε ο εμφύλιος (που μακάρι τώρα να μην ξανασυμβεί) και πολλοί απ’ τους μαυραγορίτες οι ίδιοι ή τα παιδιά τους ήσαν οι μετέπειτα ακόμη και σημερινοί Κυβερνήτες.
Πριν όμως φτάσουμε στο σήμερα ας καταθέσω και μια προσωπική εμπειρία που είχα από συμπεριφορά μαυραγορίτη, ετεροχρονισμένη φυσικά. Τό ‘φερε η ζωή, η φορά των πραγμάτων και την απέκτησα κάπως έτσι:
Η έρευνα, που αφορούσε ναρκωτικά, μας έφερε σ’ ένα κατάστημα πόλεως, όνομα και μη χωριό, κι εκεί τα συρτάρια σχήματος ορθογωνίου παραλληλεπιπέδου, μαρκυνάρια, μεγέθους κολώνας πάγου για νάχετε μια ιδέα – πόσα δε θυμάμαι γιατί μ’ έπιασε ταραχή κι έτρεμαν τα γόνατά μου, πάντως πάνω από δέκα – ήσαν τίγκα με πάσης φύσεως κοσμήματα από την κατοχή. Σε φακέλους, σακούλες, χύμα, κοσμήματα διάφορα, περίτεχνα, πανάκριβα, παλαιά. Ορισμένα έργα τέχνης και σε μερικά (λίγα) υπήρχαν και ονόματα γυναικών κυρίως, όλα της κατοχής. Γνώριζα και τον μαυραγορίτην – χρυσοχόον, που την εποχή της έρευνας είχε πεθάνει. Όσο ζούσε ήταν μέγας και τρανός ζούσε και πρόσωπο ευυπόληπτο στην κοινωνία με αξιώματα. («Μικρά παιδιά φέρνουν στους ώμους τους μεγάλα μυστικά», θά ‘λεγε ο ποιητής. Αληθινός «εγκληματίας πολέμου» και του «λευκού περιλαιμίου» τούτος).

Β. Ποιός αμφιβάλλει ότι και σήμερα η πατρίδα μας ευρίσκεται υπό κατοχή; Και το μνημόνι Α΄, Β΄, Γ΄ που υπέγραψαν οι Παπανδρέου, Παπακωνσταντίνου, Παπαδήμος, Βενιζέλος, ο αντιμνημονιακός που ως λέων εβρυχάτο Σαμαράς, με το Στουρνάρα, είναι η σύγχρονη συνθήκη υποταγής της Ελλάδος, όπως με τον Τσολάκογλου το 1941; Και υπαγωγή σε ξένο δίκαιο (Αγγλικό) και ξένο δικαστήριο (Λουξεμβουργιανό);
Με μια μικρή διαφορά υπέρ του Τσολάκογλου φυσικά: Εκείνος την κατοχή τη βρήκε. Οι σημερινοί τη φέρανε. Κι άλλη μια επίσης μικρή: Ετούτη: Ο Τσολάκογλου έστησε μερικά «αισχροδικεία», όπως έλεγαν τα δικαστήρια που στήθηκαν στην εποχή του έστω για τα μάτια του κόσμου, και δίκασαν μερικούς μαυραγορίτες. Τούτοι πότε θα στήσουν τη «μία και μοναδική εξεταστική επιτροπή που θα εξετάσει πώς φτάσαμε στο μνημόνι», ήτοι τη συνθήκη υποταγής, που υπεσχέθη ο Σαμαράς;
Γι’ αυτό η τύχη τους στην Ιστορία – αν θα υπάρχει Ελλάδα και Ιστορία Ελληνική – θάναι χειρότερη εκείνης του Τσολάκογλου. (Ίσως γι’ αυτό δουλεύουν με τόσο πάθος για την εγκαθίδρυση της Νέας Τάξης πραγμάτων και την Παγκόσμια οικονομική διακυβέρνηση).
Έτσι οι σύγχρονοι μαυραγορίτες, Έλληνες και ξένοι, αφού έφεραν τα πράγματα σε σημείο να έχουν ελάχιστη αξία κι’ αύριο σχεδόν μηδενική, δεν κάνουν «επενδύσεις» σε χρυσό ή είδη διατηρήσιμα (λάδι, σιτάρι, καφές), μόνο δηλαδή μαύρη αγορά όπως στην κατοχή, αλλά στη νέα κατοχή τα πράγματα έχουν εξελιχθή.
Είπαμε: Όσο καλό το σπίτι τόσο καλός κι’ ο καμπινές του. Όσο εξελίσσεται ο «πολιτισμός» τόσο και το έγκλημα γίνεται «επιστημονικά». Ώστε σήμερα δεν μαζεύουν πια χρυσό με τον τρόπο τον παλιό – το κάνουν κι’ αυτό όπως θα δούμε παρακάτω αλλά παρακατιανοί με τις ευλογίες τους – δεν «επενδύουν» σε χρυσό οι μαυραγορίτες όπως στην κατοχή, αλλά οι σημερινοί αρπάζουν την ίδια την πηγή. Το ορυχείο δηλαδή. Κι όχι μόνο το χρυσό, αλλά γίνονται κυρίαρχοι και όλων των πολυτίμων ορυκτών (μετάλλων, υδρογονανθράκων, φυσικού αερίου).
Κι απόκοντα όλες οι άλλες πηγές. Δρόμοι, αεροδρόμια, λιμάνια, νερά μπιρ παρά. (Πουλήθηκε λέει το αεροδρόμιο του Ελληνικού σ’ έναν Άραβα επενδυτή να κάνει ξενοδοχεία και καζίνο. Εκεί που χθες μόλις ο ντόπιος γκαουλάϊντερ πρωθυπουργός, Παπανδρέου ο θλιβερός, μιλούσε κι’ έλεγε πως θα γινόταν πάρκο και «το απόλυτο πράσινο». Και καμμία επέμβαση των Εισαγγελέων. Περιμένουν κι αυτοί να ιδούν την πλήρη κι’ αναπόφευκτη κατάρρευση).
Ούτε διατηρήσιμα είδη (σιτάρι, καλαμπόκι, λάδι, καφές κ.ά) αποθηκεύουν ακόμα, για να παρουσιαστή έλλειψη ν’ ανεβάσουν τις τιμές και νοθεύοντάς τα όπως οι μαυραγορίτες της κατοχής να πλουτίσουν. Ή τουλάχιστον δεν το κάνουν σε τέτοια έκταση και φανερά.
Τώρα οι σύγχρονοι μαυραγορίτες παίρνουν τα χωράφια που κάνουν το σιτάρι και το λάδι. (Ή βαφτίζουν τα ληγμένα «διατηρήσιμα» όπως θα δούμε παρακάτω). Και τότε τά ‘παιρναν κι έφταναν στη δημοπρασία ακίνητα. Και πολλοί πούλαγαν τα σπίτια τους να ζήσουν. Τώρα όμως η δουλειά γίνεται συστηματικά. Μέσω της Τράπεζας. Κι οι σύγχρονοι μαυραγορίτες είναι μακριά κι από μακριά σχεδιάζουν και σου παίρνουν σπίτι και χωράφι μαζί οι νεοηγεμόνες νεοτσιφλικάδες και χωροδεσπότες.
Οι αγρότες βέβαια είχαν πάρει δάνεια από την Αγροτική βάζοντας υποθήκη το χωράφι που δεν κινδύνευε, γιατί τότες η Αγροτική ήταν Κρατική. Οι σύγχρονοι όμως Τσολάκογλου, συνεργάτες του κατακτητή, πούλησαν της Αγροτικής το υγιές κομμάτι που περιλαμβάνει τα υποθηκευμένα των αγροτών, σ’ αφεντικό που κανείς δεν ξέρει και δεν φαίνεται. Κι ο χωρικός που αδυνατεί ν’ ανταποκριθή στο δάνειο απ’ τ’ απανωτά χαράτσια και φόρους για χωράφια, καλύβια, σταύλους, ακόμη και για πηγάδια που τον φόρτωσαν, και τις εξευτελιστικές τιμές των προϊόντων του και γενικά την ανάγκη και την απελπισία για επιβίωση που τον περιήγαγαν, όταν του λένε: «πλήρωσε το δάνειο» οι ανάλγητοι, είναι τελειωμένος από ’κείνη τη στιγμή.
Χάνει το υποθηκευμένο χωράφι του – νόμιμα φυσικά, είμαστε πια πολιτισμένοι – κι ο σύγχρονος μαυραγορίτης – επενδυτής τραπεζίτης το πουλεί σε εταιρεία που εγκαθιστά φωτοβολταϊκά για παραγωγή ενέργειας προοριζόμενης για το Γερμανό. Και το χωράφι δεν παράγει κάν γεωργικά προϊόντα. Ή το νοικιάζει, εγκαθιστά πακιστανούς εργάτες και γενικά το κάνει ό,τι θέλει.
Έτσι γίνεται πλέον η άγρια διαρπαγή. Κι είμαστε στην αρχή. Δεν είδαμε ακόμα τίποτα.
Επίσης οι σύγχρονοι μαυραγορίτες – επενδυτές με τις ευλογίες πάντα των σύγχρονων Κουΐσλιγκ και Γκαουλάϊντερ – αυτό δεν το ξεχνάμε, επισήμως και φανερά – είπαμε το επάγγελμα έχει προχωρήσει κι εξελιχτεί – μας έχουν κατακλύσει με παντοειδείς διαφημίσεις εκμεταλλευόμενοι τις ανάγκες του κόσμου, όπου αυτοί τον έφεραν.
Έτσι μέσα σε κλίμα απέραντης δυστυχίας και αβεβαιότητας ακούμε στα ραδιόφωνα, βλέπουμε κι ακούμε στις τηλεοράσεις, διαβάζουμε σε πινακίδες καταστημάτων, αφού πρώτα-πρώτα με πηχυαίο τίτλο προβάλει: «ΜΕ ΚΡΑΤΙΚΗ ΑΔΕΙΑ».
Και μετά: «Αγοράζουμε χρυσό όλων των ειδών. Εχεμύθεια. Ασφάλεια. Περιβάλλον φιλικό. Όλων των ειδών κοσμήματα. Τα εκτιμούμε επί τόπου ως κοσμήματα κι όχι απλώς χρυσό. Πληρώνουμε άμεσα. Η εκτίμηση δωρεάν. Ανταλλάξτε με μετρητά κοσμήματα που δεν φοράτε πια, καινούργια ή παλιά. Ο θησαυρός σας σε μας πιάνει τόπο. Εμείς έχουμε τη λύση στους δύσκολους καιρούς, χωρίς να ξεπουλήσετε τ’ αγαθά σας και την αξιοπρέπειά σας. Σκεφθείτε τί υπάρχει στα συρτάρια σας από δαχτυλίδια, σταυρούς, σκουλαρίκια ζευγάρια ή μονά, αλυσίδες σπασμένες. Ο πιο γενναιόδωρος αγοραστής χρυσού σ’ όλη την Ελλάδα».
«Ριχάρδος. Οι καλλίτερες τιμές για χρυσό, ασήμι, πλατίνα. Λίρες, χρυσά νομίσματα, ασημένια σκεύη, κηροπήγια. Ελάτε σε μας χωρίς μεσάζοντες. Κι άλλα: Μίδας, Κροίσος, Πακτωλός, Ιάσονας, Φρίξος (Εδώ με το σχέδιο ΑΘΗΝΑ κλείνουμε σχολειά και θα σεβαστούν Ιάσονα και Φρίξο;), Χρυσιΐδα. Ενεχυροδανειστήριο «Χρυσούς Αιών», Χρυσός Οίκος, Λουδοβίκος, Χρυσόμαλλο δέρας». Ως και ο μεγάλος Έλλην κλωτσαδόρος, η δόξα του λακτίσματος Τάσος Μητρόπουλος και υποψήφιος βουλευτής παρακαλώ της Κυβερνώσας Νέας Δημοκρατίας τρομάρα της, έγινε επίσημος μαυραγορίτης με ταμπέλα «Αγορά Χρυσού» το μαγαζί και διαφήμιση ψυχοπονετική: «αγοράζω χρυσό για να πληρώνει ο κοσμάκης τα χαράτσια του». Κι ο Σαμαράς αρχηγός της ΝΔ και πρωθυπουργός μιλάει για «μικρό θαύμα».
Κι όλο το σχέδιο ενορχηστρωμένο. Και το έγκλημα εκθειάζεται, διαφημίζεται, εγκωμιάζεται. Και καλούν τον κόσμο δημοσία να ενεργήσει. Κι οι δουλειές να μεγαλώνουν. Μιλάμε για έξαρση πραγματική. Και κάθε τι που προκαλεί απέχθεια στην εγκληματική αυτή συμπεριφορά, φροντίζουν με τη διαφήμιση να το παραμερίζουν.
Για νάχετε δε μια εικόνα του σημερινού μαυραγορίτη ειδικότητας χρυσού κυττάξτε το Ριχάρδο. Το παρουσιαστικό του, το ντύσιμό του, ακούστε τη φωνή του στη σχετική διαφήμιση.
Κι’ όλα αυτά με τις ευλογίες Στουρνάρα. Δεν έχει να πληρώσει χαράτσι; Ας δώκει τ’ ασημικά του σπιτιού, το σταυρό της βάφτισης του παιδιού, τις βέρες τ’ αρραβώνα, τα χρυσά δόντια του παππού.. αλλιώς… αλλιώς του κόβουμε το ρεύμα. Πίσω δηλαδή απ’ τον σύγχρονο μαυραγορίτη που δουλεύει με «ΚΡΑΤΙΚΗ ΑΔΕΙΑ», βρίσκεται ο μαυραγορίτης εκβιαστής υπουργός των Οικονομικών, που δεν είναι των Ελλήνων υπουργός αλλά των τραπεζών, και των διεθνών τοκογλυφτών και μαυραγοριτών.
Ξεπερνούν τις 3000 κατά λίαν επιεικείς υπολογισμούς τα καταστήματα αγοράς χρυσού. (Για πολυτέκνους «μαϊμού» μας είπαν. Για καταστήματα μαυραγοριτών χρυσού πότε θα μας πουν και θα δώκουν επίσημα στοιχεία;)
Κι’ αφού συγκεντρώνεται τόνοι ο χρυσός, φεύγει για τις αγορές της Ευρώπης. Κι αυτά τα εγκλήματα δεν πρόκειται ν’ αποκαλυφθούν ποτέ. Ακόμα κι αν ελεχθούν και ξεσκονιστούν όλα. Διότι καλύπτονται, από πέπλο μυστικότητος, όπως στην κατοχή. Και το πραγματικό έγκλημα είναι ευρύτερο κατά πολύ του νομικού. (Αυτό το δίδω με το παράδειγμα των βιασμού. Από τους βιασμούς μόνο το 3% φθάνει στα δικαστήρια. Γίνεται δηλαδή έγκλημα νομικό. Το 97% πραγματικοί βιασμοί που δεν έφθασαν στα δικαστήρια είναι σα να μην έγιναν ποτέ. Και μόνον στις παθούσες έρχονται σαν εφιάλτες σ’ όλη τους τη ζωή κι ανατριχιάζουν).
Κι αυτό οι μαυραγορίτες το ξέρουν. Ξέρουν δηλαδή ότι η γυναίκα που βρέθηκε στην ανάγκη κι έδωκε ό,τι πολύτιμο είχε στη ζωή της απ’ τον άντρα της, τους γονείς της, τα πεθερικά της και γενικά τις στιγμές που τη σημάδεψαν, όχι μόνον δεν θα τ’ αποκαλύψει ποτέ και θα φροντίσει να το κρύψει, αλλά κι αν το κάνει ο μαυραγορίτης της μπορεί εύκολα να την εκθέσει. Κι είναι αυτή η «ιδιότυπη εχεμύθεια» που οι μαυραγορίτες εκμεταλλεύονται. Κι αν το έγκλημα γίνεται και με την άδεια των αφεντικών («ΚΡΑΤΙΚΗ ΑΔΕΙΑ») εξαφανίζεται και το όποιο νομικό όσο εκβιασμού και βιασμού με το μαχαίρι στο λαιμό του θύματος από τον υπουργό. Το φιλότιμο, η αξιοπρέπεια ενός ολοκλήρου λαού έχουν βγει στο σφυρί.
Θα κλείσω με μια ακόμη μορφή «πολιτισμένου» μαυραγοριτισμού που εμφανίστηκε προσφάτως – τί να πρωτοειπεί κανείς άλλωστε για τον σύγχρονον μαυραγοριτισμόν – που έχει τόσες μορφές, πλοκάμια, κεφαλές! Σωστό πολυκέφαλο τέρας. Κι έχει ο Θεός τί άλλο θα επινοήσουν τ’ αρρωστημένα μυαλά τους, που έκαναν, όπως κι αλλού γράψαμε, την παλιανθρωπιά τους επιστήμη.
Μιλώ για τον μαυρογοριτισμό με τα ληγμένα. Και μ’ αυτό το σύγχρονο είδος, επιδιώκουν να καταστήσουν επισήμως όλους τους εμπόρους – επαγγελματίες μαυραγορίτες, καίτοι αυτοί υπό ομαλές συνθήκες δεν είχαν καμμιά διάθεση να γίνουν. Ούτε και είχαν φανταστεί τους εαυτούς τους μαυραγορίτες. Όντως οι κυβερνώντες διαθέτουν μυαλά που πάνε πολύ μπροστά. Αντί για τη φοροδοτική καλλιεργούν τη μαυραγορίτικη συνείδηση.
Έτσι του πετάνε: θέλεις να κερδίσεις; (Ποιός εμπορευόμενος δεν θέλει ακριβώς αυτό;). Μη νοθεύεις. Μην αισχροκερδείς. Μην κλέβεις στο ζύγι. Μην μετέρχεσαι απατηλά μέσα και τεχνάσματα. Μην έχεις άλλη τιμή στο ράφι κι άλλη να χτυπάς. Τίποτ’ απ’ όλα αυτά. Ή μάλλον όλα τούτα πύκνωσέ τα στο ένα: Πούλα ληγμένα.
Εδώ επανέκαμψε η εποχή του σκουπιδοντενεκέ και δυστυχείς αναζητούν εκεί κάτι να βρουν να φάνε. Οι ουρές και τα συσσίτια. Τα παιδιά που λιποθυμάνε. Ποιός θα ενδιαφερθή αν τα τρόφιμα είναι ληγμένα; Έχει η πείνα μάτια;
Έτσι, πρώτο και κύριο, όπως σ’ όλα αλλάζουμε όνομα και τις απολύσεις π.χ. λέμε διαθεσιμότητα, μετατάξεις, εφεδρεία, μετενέργεια, νεροτριβή (δεξαμενή κινητικότητας) κ.ά., τα ληγμένα, δεν λέγονται πια έτσι αλλά διατηρήσιμα. Όπως οι εργαζόμενοι δεν είναι πια εργαζόμενοι ούτε απασχολούμενοι αλλά απασχολήσιμοι.
(Αλλά για την ξεχωριστή αυτή μορφή μαυραγοριτισμού στο αυριανό φύλλο).

Γ΄ ΜΙΑ ΙΔΙΑΤΕΡΗ ΜΟΡΦΗ ΜΑΥΡΑΓΟΡΙΤΙΣΜΟΥ: Το πρώτο λοιπόν είναι να τα βαφτίσουμε διατηρήσιμα. Ποτέ ληγμένα. Μετά θα ειπούμε ότι καλύπτουν ευρεία γκάμα αποφεύγοντες επιμελώς να λέμε τί αυτή περιλαμβάνει (γιατί τα περιλαμβάνει όλα, που τα ονοματίσαμε από «ευαλλοίωτα» σε «ευαίσθητα»). Κι αν πια μας ζορίσουν θα κάνουμε λόγο για κατεψυγμένα, αποξηραμένα, συσκευασμένα, λάδι, ζυμαρικά κ.λπ.
Επιμένουν πολύ από τα διάφορα προπαγανδοφωνεία τους (τη λέξη είδα σε εφημερίδα του Πύργου και μου άρεσε) οι γαυγιστές (κι αυτή το ίδιο) πώς τα διατηρήσιμα θάχουν ταμπέλα με εμφανή την τιμή για να φαίνεται η διαφορά, ώστε ο πελάτης να συγκρίνει αν συμφέρει. (Εδώ του πετάμε κι ένα: «είμαστε ελεύθερη αγορά»).
Και κλείνουν με το αμάχητο επιχείρημά τους: Ότι το μέτρο δεν είναι καινούργιο αλλά παλιό και προπαντός ότι το «ενέκριναν ακόμη και οι ΑΝΕΛΑΣΤΙΚΟΙ ΓΡΑΦΕΙΟΚΡΑΤΕΣ στις Βρυξέλλες».
[Μα αυτοί αυτό ακριβώς θέλουν. Δίδω και την απάντηση του Γερμανού στρατηγού σε επιτροπή που τον παρακάλεσε να φροντίσει για λίγα τρόφιμα σε συσσίτια: «Κύριοι, είπε ο στρατηγός. Δεν μας μένει καιρός ν’ ασχοληθούμε με τέτοια. Οι Έλληνες πρέπει να γνωρίζουν τούτο: Οι πλούσιοί τους θα πεινάσουν, οι φτωχοί θα πεθάνουν και οι Γερμανοί θα νικήσουν». (Δ. Γατόπουλος: Ιστορία της κατοχής)].
Τά ‘φερε έτσι η ζωή κι έκαμα κάτι φεγγάρια προϊστάμενος μεγάλης υπηρεσίας αγορανομίας και με φόρτωσε κι αυτή αρκετές εμπειρίες.
Λέω λοιπόν ότι για να φτάσουμε εδώ κινήσαμε από μακριά. Για τους παλιούς μαυραγορίτες είχε προβλεφθή άλλος να κάνει το έγκλημα κι άλλος να πηγαίνει κατηγορούμενος. Ήταν ο λεγόμενος «αγορανομικός υπεύθυνος». Ένα πρόσωπο δηλαδή, κανονικά και με το Νόμο, που πλήρωνε ο μαυραγορίτης, μόνο και μόνο για να πηγαίνει στο δικαστήριο για εγκλήματα που διέπραξε τ’ αφεντικό. Και βεβαίως την ποινή πλήρωνε τ’ αφεντικό. Αν επεβάλετο ποινή. Διότι αυτά τα εγκλήματα παραγράφονταν στα δύο χρόνια κι όχι στα πέντε, όπως τ’ άλλα, καίτοι ήσαν πλημμελήματα.
Κι ενώ οι μαυραγορίτες διέπρατταν σωρό από δαύτα – κατά συρροήν τα λένε – τα μαζεύανε όλα και δικαζόσαντε απ’ το δικαστήριο που ήταν η έδρα της επιχείρησης. Κι όλα συγχωνεύονταν στο ένα κι η ποινή χάδι. Αν ήταν κάπως βαριά πήγαινε στο παραπάνω δικαστήριο και μειωνόταν ή αθωωνόταν. Ο δε μαυραγορίτης ΕΜΠΟΡΕΥΟΝΤΑΝ τις παραβάσεις κανονικά. Και για να καλύψει την εξαγορά αύξανε την τιμή του προϊόντος. Απλά πράγματα δηλαδή μιας και με το Νόμο οι ποινές γι’ αγορανομικά ΔΕΝ περνούσαν στο ποινικό του μητρώο. Ήταν που λένε λευκός στην κοινωνία.
Και φυσικά αυτά δεν έγιναν για το μπακάλη της γειτονιάς. Άλλο αν καμμιά φορά επωφελείτο κι αυτός. Αλλά για τον μαυραγορίτη της κατοχής και Νόμο του 1946. Όπως ο Νόμος για τα ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα κι άλλοι πολλοί, δεν έγιναν για τα λιανοτάρια αλλά να θωρακίσουν κακοποιούς ολκής του «λευκού περιλαιμίου».
Κι όμως ακόμη κι αυτά – τί να τα λέμε τώρα – αγορανομίες, αγορανομικός έλεγχος, έλεγχος τιμών κ.τ.λ. κατηργήθησαν στ’ όνομα της «ελεύθερης λεγόμενης αγοράς».
Κι αυτό ήσαν το πρώτο κι αποφασιστικό βήμα. Και το μόνο που είχε μείνει όσον αφορά την ποιότητα του προϊόντος, ήταν η ημερομηνία λήξεως. Που μπορούσε να ιδεί ο κάθε καταναλωτής. Τώρα όμως γίνεται το δεύτερο μεγάλο βήμα. Θα πουλιώνται και τα ληγμένα. «Φάτε κότες τα ζουμιά και σύ γριά τα λάχανα». Φάτε γουρούνια ληγμένα.
Και κανείς να μην ειπεί ότι θα πρέπει ν’ αλλάξουν ή να καταργήσουν τη διάταξη του άρθρου 281 του Ποινικού Κώδικα περί «Νοθείας».
Λεπτομέρειες. Σκοντάφτουν αυτοί σε τέτοια. Εδώ νοθεύουμε τις εκλογές, το πολίτευμα, το Σύνταγμα! Τί ’ναι τώρα το 281 Π.Κ. Μια τροποποίηση σε άσχετο Νόμο και πράξη Νομοθετικού περιεχομένου με τη διαδικασία του κατεπείγοντος και το πεδίο ελεύθερο.
Και το «αν δύναται να επέλθη βλάβη απ’ την κυκλοφορία ληγμένου» τροποποιούμε σε «δεν δύναται να επέλθη βλάβη ούτε η υγεία των πολιτών απειλείται από το διατηρήσιμο (όχι ληγμένο) τρόφιμο» και καθαρίσαμε. Αυτό είναι το επιχείρημα της Κυβέρνησης κι’ ότι δεν πρόκειται για ευαίσθητα προϊόντα που μέχρι τώρα τα λέγαμε ευαλλοίωτα.
Όμως γιατί η πώληση των ληγμένων είναι αδίστακτος μαυραγοριτισμός, που δεν λογαριάζει την υγεία των πολιτών μπροστά στο κέρδος ταΐζοντάς τους σκουπίδια;
Γιατί και του ληγμένου η τιμή έχει υπολογιστεί κι έχει συμπεριληφθή έστω κι αν λήξει και δεν πουληθή. Κάτι σαν τα ασφαλισμένα αυτοκίνητα που στο ασφάλιστρό τους έχει ενσωματωθεί και ποσό για τ’ ανασφάλιστα. Οι συνεπείς πληρώνουν και για τους ασυνεπείς παραβάτες. Το γύφτο, τον Αλβανό που κυκλοφορούν ανασφάλιστοι. Κι αν εμπλακείς με τέτοιον σε τροχαίο, πάλι η ασφαλιστική σου εταιρεία κωλυσιεργεί και δεν σ’ αποζημιώνει, καίτοι γι’ αυτό έχει πληρωθή.
Χώρια που προϊόντα που δεν πουλήθηκαν μέχρι να λήξουν θα μπορούσαν να είχαν πουληθή αν ήσαν κατά τι φθηνότερα, ή ο έμπορος μείωνε το ποσοστό του κέρδους του. Τώρα γιατί να μειώσει την τιμή αφού και ληγμένο θα κερδίσει διπλά;!
Ξέρουμε πως όλα κάποτε τελειώνουν στον κόσμο τον απάνω. Να όμως που το ληγμένο δεν λήγει.
Έτσι, με τη «νέα ρύθμιση» όπως τη λένε κι αυτή, ανοίγονται δρόμοι πολλοί.
Πόσο φθηνότερα θα πωλούνται τα ληγμένα; Ποιός και πώς θα το ορίζει; Ποιός θα παρακολουθή; Αν έχει λήξει μια μέρα θάναι κατά 1% φθηνότερο και για κάθε μέρα θα μειώνεται η τιμή κατά μία εκατοστιαία μονάδα; Ίσαμε ποιό ύψος; Και για πόσο χρόνο θα μπορεί να πουληθή πέραν της ημερομηνίας λήξεως; Εκείνο που έχει διάρκεια ζωής τρεις μήνες ίσαμε τη λήξη θα μπορεί να πουληθή μέσα σ’ άλλους τρεις ακόμα; Ή θα τεθή κριτήριο το πιάσιμο της μύτης; Και η κονσέρβα που ο χρόνος κατανάλωσής της είναι δέκα (10) χρόνια, γι’ άλλα δέκα (10) καλά θάναι; Ή μέχρι να ποτίσει η σκουριά το κονσερβοκούτι κι’ απ’ έξω; Κι ο σκύλος αν του τη δώσεις και τη φάει (γιατί έχει περισσότερο μυαλό και μπορεί να μην τη φάει) θα λυσσάει και θα σε φάει;
Και ποιός είπε ότι τα διάφορα αλλαντικά δεν θα γίνονται αποκλειστικά και μόνο από ληγμένα; Θα πέφτει ανάλογον συντηρητικόν, βορβορικόν ή σορβικόν και γενκώς χημικόν μετά των απαραιτήτων χρωστικών για μόστρα, θα πηγαίνουμε για νέα ημερομηνία που θα μετράει από την ημερομηνία λήξεως του αλλαντικού και πέρα. Και θάνατον αργόν. Ή στα εστιατόρια δεν θα διατίθενται ληγμένα που ο εστιάτορας θ’ αγοράζει σχεδόν τσάμπα πουλώντας τα ως κανονικά κι ακόμη καλλίτερα, προς δόξαν του μαυρογοριτισμού και του μαυραγορίτη, το «επάγγελμα» του οποίου ανοίγει; Ή και στις ένοπλες δυνάμεις ή στα νοσοκομεία, ιδιαίτερα αν ο μαυραγορίτης βρει κάποιον χαλαρής συνείδησης, πρόθυμον να συνεργαστεί, αφού φυσικά ο τελευταίος αισθανθή τον θόρυβον του χρυσίου; Και κέντρα μυστηριώδη σε κεντρικές απόκεντρες περιοχές θα δημιουργηθούν, η διαφθορά θ’ αλλάζει μορφές, κι ο νεομαυρογοριτισμός, καλλιεργημένος απ’ την Κυβέρνηση θ’ ανθεί; Και δόξα στην ασυνειδησία, την πώρωση και την αναλγησία!
Και μη μιλήσει κανείς για ελεγκτικό τάχα μηχανισμό. Αυτός είναι ήδη ανύπαρκτος. Κι’ όπου υπάρχει π.χ. ΣΔΟΕ είναι να διαλαλεί την ύπαρξή του και ν’ ανακοινώνει το πρόγραμμα των προσεχών τριών μηνών. (Αλήθεια το ΣΔΟΕ, γιατί δεν πάει να κάνει τη δουλειά του δίχως φανφάρες; Σε τί χρησιμεύουν οι θρίαμβοι του τύπου «θέρισε το πρόγραμμα ‘ΘΕΡΟΣ’ του ΣΔΟΕ» και γενικά οι ανακοινώσεις πού θα πάει και πότε;
Τέσσερα χρόνια κλείσανε με ’κείνη τη «ρουφιανολίστα» του Διώτη, του Καπελέρη, του Παπακωνσταντίνου και του Βενιζέλου, προϊστάμενοι του ΣΔΟΕ ήσαν όλοι αυτοί. Το βαρύτερο βαρύ πυροβολικό. Πόσο πια άλλο; Φτιάσαμε κι επιτροπή από βουλευτές με Πρόεδρο πρώην εισαγγελέα κι αντιπρόεδρο τη Ζωή, που εισέπραξαν όλοι αυτοί μεν χρήμα ζεστόν, πλην με τη ρουφιάνα τζίφος. Ούτε ευρώ στου κράτους το ταμείον… Και η τρόϊκα που όλα τα μπορεί, δύνεται κάποιος να ειπεί, γιατί δεν πιέζει να χρησιμοποιηθή; Μήπως γιατί εκεί είναι οι πολύ μεγάλοι μαυραγορίτες; Και οδεύουμε απ’ το κακό στο χείρον και στους χοίρους).
Είδατε πόσο καλή η κυβέρνηση των Γκαουλάϊντερ; Πόσο «ανθρωπιστική» που ενδιαφέρεται να θρέψει τα παιδιά της, την ελπιδα και το μέλλον της πατρίδος; Να τα περιθάλψει; Με τα γενόσημα και τώρα τα ληγμένα; Το σχέδιο ΑΘΗΝΑ; Κλείνοντας νοσοκομεία και σχολειά; Και γιατί οι Γερμανοί καταναλώνουν 61% γενόσημα, έχουν 7% αγρότες κι εκεί πρέπει να ’ρθούμε κι εμείς. Που έχουμε «όγκον ιδιοκατοίκησης», 80%. Ενώ οι πειθαρχημένοι Γερμανοί που θαυμάζει ο Στουρνάρας 30%. Κι είναι το όριο αυτό που δεν πρέπει ποτέ να ξεπερνάμε. Γι’ αυτό άνοιξε πόλεμο με την κατοικία. Να «ρυθμίσει» το θεματάκι.
Σώζει το λαό. Απλά κι αποτελεσματικά δεν αφήνει κανένα να πεθάνει, ταΐζοντάς τον ληγμένα κι απελευθερώνοντας το κλειστό επάγγελμα του μαυραγορίτη με το Νόμο. Κάποτε έθαβε τα «ΕΞΤΡΑ» στις χωματερές για να μην πέσουν οι τιμές και φάει ο κόσμος. Τώρα για τον ίδιο λόγο τον ταΐζει ληγμένα.
Όμως ο χειρότερος μαυραγοριτισμός σήμερα ονομάζεται δόλια και σκόπιμη εθνική εγκληματική αδιαφορία των Ελληνικών (;) Κυβερνήσεων. Κι’ εξηγούμαι: Καλά μέχρι το 2009 δεν μπορούσαν να προβλέψουν, φρόντιζαν για την εξουσία τους αποκλειστικά, ήσαν ανεπαρκείς.
Μετά όμως τις εκλογές του 2009, που πρόβαλε μπροστά σαν τέρας της κολάσεως η κρίση και η συμφορά, γιατί δεν κάθισαν κάτω όλοι μαζί να καταστρώσουν ένα σχέδιο εθνικής σωτηρίας; Να βγεί ο Πρωθυπουργός και να μιλήσει στους Έλληνες σαν Έλληνας καλώντας σε συστράτευση, μέτωπο αρραγές και γραμμικό, ώστε μετά το πρώτο κιόλας εξάμηνο νά ‘χουμε τουλάχιστον επάρκεια ειδών διατροφής (ψωμί, γάλα, τυρί, κρέας, ψάρια), δίδοντας πρώτοι αυτοί το παράδειγμα λιτότητας και περικοπών των πολλών και ποικίλων απολαβών τους και περιορισμού της κατασπατάλησης του δημοσίου χρήματος, που συνεχίζεται αμείωτη, παρά νομιμοποιούν την εμπορία ληγμένων; Γιατί δεν βγαίνουν να πουν όχι πόσοι μαϊμού πολύτεκνοι υπάρχουν οι ψεύτες (διότι δεν υπάρχει κανείς) αλλά πόσες «ΚΡΑΤΙΚΕΣ ΑΔΕΙΕΣ» αγοράς χρυσού έχουν χορηγήσει σε μαυραγορίτες; Ποίοι και πόσοι κατέχουν δυό και τρεις και περισσότερες θέσεις εργασίας ή παίρνουν πάνω από τρεις συντάξεις, και δεν φροντίζουν ώστε ο καθένας νάχει μιά δουλειά και μιά σύνταξη για να αναχαιτίσουν και την ανεργία, παρά απολύουν κόσμο και λαό; Κι αυτό μέχρι να περάσουμε τον κάβο και τον κακό καιρό αφού όπως μας λένε έχουμε πόλεμο; Γιατί δεν λογοδότησε κανείς και για τίποτα παρά ψηφίζουν νόμους και μετατρέπουν τα κακουργήματα των μαυραγοριτών σε πλημμελήματα, με πρόσχημα ότι θα εισπράξουν από την εξαγορά των ποινών τάχα, ενώ ως πλημμελήματα πέφτουν στην παραγραφή; Για ποιά τραγωδία και συμφορά μιλάμε και δεν είδαμε ακόμα τίποτα ούτε πότε αυτή θα λήξει; Γιατί… γιατί… γιατί..; Κι’ από ανεπαρκείς κατέστησαν ολέθριοι κι’ επικίνδυνοι; Γιατί να βασανίζομαι θεωρώντας ένοχον τον εαυτόν μου για όλα τα κακά που συμβαίνουν;
Δεν με τρομάζουν οι ξένοι αλλά οι δικοί μας οι ξεπουλημένοι χωρίς ημερομηνία λήξεως ολέθριοι κι’ επικίνδυνοι πολιτικοί.

ΠΗΓΕΣ:
- Δημ. Καραγιαννάκος: «Ταξιδεύοντας προς Κόρυμβον».
- Λεων. Μαργαρίτη (δικηγόρου): «Φωνή βοώντος εν μνημονίω»
- Μάραθα. Επετηρίδα, 2007
- Σαράντου Αντωνάκου: «Ο Γολγοθάς ενός λαού»
- Ανακοινώσεις υφυπουργού κ. Σκορδά

olympia.gr

αἰέν ἀριστεύειν

Ευχαριστούμε πολύ για την επίσκεψη! thiva post
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ευχαριστούμε πολύ για την επίσκεψη!

Τα μόνα σχόλια που σβήνω είναι οι ύβρεις.

Χειρουργικό Ιατρείο

Χειρουργικό Ιατρείο