Μπεεεεεε.
Ηταν η Σγουρή.
Ηταν ανήσυχη.
Μπεεεε! τι γίνεται Μαλλιαρή! άκουσα το βοσκό να λέει πως απόψε πάλι δε θα βάλουνε φαί στο παχνί. Μαλλιαρή! Εχω καταστραφεί. Κάθε μέρα, όσο κι αν ζοριστώ, με τέτοια διατροφή, ούτε μια κούπα γάλα δε γεμίζω πια. Οχι να δώσω στο βοσκό, ούτε για το μωρό δε μένει. Δεν μπορώ να καταλάβω τι συμβαίνει.....
Τόσα χρόνια τα πηγαίναμε μια χαρά, το φαΐ στην ταΐστρα, το γάλα στην καρδάρα, ο βοσκός ευχαριστημένος, τα σκυλιά ήρεμα, όλα γαλήνια και καλά. Μα τι έγινε ξαφνικά; Σαν να μη νοιάζει πια το βοσκό για το γάλα. Σταμάτησε να μας δίνει φαϊ, αν και ξέρουμε ολες καλά ότι έχει μπόλικο σανό και τον πουλάει αλλού, και ξέρουμε ότι ξέρει ότι όταν σταματάει να μας ταϊζει σταματάει και το γάλα, κι αυτός συνεχίζει να μη μας ταΐζει, λες και δε θέλει πια το γάλα μας, λες και δε θέλει το μαλλί μας πια, και κάθε μέρα μας δίνει ολοένα και λιγότερο φαγητό, και τα
πρόβατα Μαλλιαρή μου τα έχουν παίξει, έχουν αρχίσει να σπρώχνονται και να κλωτσούν και να είναι όλα νευρικά, και όλες φοβούνται ότι από στιγμή σε στιγμή θα ξεσπάσει κανένας καυγάς, κι είναι κι αυτοί οι τράγοι που ο βοσκός τους ταίζει καλά, κι άμα πιαστούνε μέσα στο μαντρί θα χυθεί αίμα. Αχ Μαλλιαρή! Και καμιά δε διαμαρτύρεται, καμιά δε φωνάζει. Ούτε τολμούν να το σκεφτούν. Κι άμα αγριέψει καμιά προβατίνα με μικρά, πλακώνουν τα σκυλιά, Αχ Μαλλιαρή μου τα σκυλιά.... τι δόντια είναι αυτά.... Κι οι τράγοι; Κι οι τράγοι που τους φοβούνται και τους σέβονται τα σκυλιά; Οι τράγοι τίποτε Μαλλιαρή μου. Τίποτε. Μουγκοί. Την ξέρει καλά τη δουλειά ο βοσκός! Οποιον τράγο δει εκνευρισμένο να πηδά για να αρχίσει καυγά, τον πιανει με το καλό, τον πηγαίνει δίπλα σε ξεχωριστό μαντρί, του δίνει σανό, τον κανακεύει, κι έτσι, οι καλύτεροί μας τράγοι, είναι στο διπλανό μαντρί και περνάνε ζωή και κότα, αν και εμείς πεινάμε. Και τώρα πια αν σηκωθεί κανένα άγουρο τραγί να πάει να πηδήξει και να κλωτσήσει κι αυτό, το πιάνουν αμέσως οι προβατίνες και το ηρεμούν, και του λένε να μη θέλει να γίνει κι αυτός αρχηγός και να γίνει σαν τους άλλους τράγους, κι έτσι έμεινε δίχως τράγους το μαντρί, και είναι και τα σκυλιά.... αχ Μαλλιαρή μου ήρθαν από την άλλη πόλη κι άλλα σκυλιά, και τώρα Μαλλιαρή μου είναι πια τα σκυλιά τόσα πολλά που όταν βγαίνουμε έξω δεν μπορείς να κουνηθείς, κι είναι κι αυτό το εργοστάσιο που χτίστηκε δίπλα και δε μυρίζει καλά, κι είναι κι αυτοί οι χασάπηδες που πάνε κι έρχονται όλη μέρα, κι είναι και οι πρoβατίνες που εξαφανίζονται καθημερινά και δεν ξέρουμε που πάνε και ποια τύχη έχουν, αλλά Μαλλιαρή μου δεν μπορεί, κατι θα γίνει και όλα θα πάνε καλά, κι ο βοσκός θα αρχίσει να μας ταίζει πάλι καλά, και εμείς πάλι θα αρχίσουμε να παράγουμε γάλα, και θα φυγουν και οι χασάπηδες από τη γύρω παριοχή, και θα κατεδαφίσουνε και εκείνο το φρικτό εργοστάσιο που δε μυρίζει καλά, και να πάνε πίσω από κει που ήρθανε και τα σκυλιά, δεν ξέρω Μαλλιαρή μου τι, αλλά κάτι θα γίνει και να το ξέρεις.
Δεν ξέρω γιατί, αλλά είμαι σίγουρη. Οπότε να κάνουμε λίγο ακόμα υπομονή, εμείς οι δυο ακόμα έχουμε λίγο λίπος, σίγουρα θα γλιτώσουμε, κι όσο λιγοστεύουν οι προβατίνες, το φαί γίνεται πιο πολύ, όχι ότι θα βγάλουμε γάλα, αλλά να δε θα καίμε και λίπος, και να σαι καλά Μαλλιαρή μου που είσαι και εσύ και σου λέω τον πόνο μου και ξεχνιέμαι.
Μπεεεε!
Να σαι καλά Μαλλιαρή.
Τα είπα και ξεθύμανα.
Αυτά ήταν τα τελευταία λόγια της Σγουρής πριν την αρπάξει ο βοσκός. "Ελα Μανώλη, βρήκα μια παχουλή!" φώναξε με την αγριοφωνάρα του και έριξε κάτω τη Σγουρή. Μέσα σε ένα λεπτό, την είχε δέσει χειροπόδαρα και την είχε βγάλει έξω από το μαντρί.
Και εγώ,
τι να κάνω μια έρμη προβατίνα εγώ;
χαμήλωσα τα μάτια και γύρισα στο παχνί.
Ο βοηθός του βοσκού είχε φέρει λίγο σανό.
Αν στριμωχτώ μπορεί και να τα καταφέρω.
ΘΑΛΑΜΟΦΥΛΑΚΑΣ
Ευχαριστούμε πολύ για την επίσκεψη! thiva nikolas blogspot
Ηταν η Σγουρή.
Ηταν ανήσυχη.
Μπεεεε! τι γίνεται Μαλλιαρή! άκουσα το βοσκό να λέει πως απόψε πάλι δε θα βάλουνε φαί στο παχνί. Μαλλιαρή! Εχω καταστραφεί. Κάθε μέρα, όσο κι αν ζοριστώ, με τέτοια διατροφή, ούτε μια κούπα γάλα δε γεμίζω πια. Οχι να δώσω στο βοσκό, ούτε για το μωρό δε μένει. Δεν μπορώ να καταλάβω τι συμβαίνει.....
Τόσα χρόνια τα πηγαίναμε μια χαρά, το φαΐ στην ταΐστρα, το γάλα στην καρδάρα, ο βοσκός ευχαριστημένος, τα σκυλιά ήρεμα, όλα γαλήνια και καλά. Μα τι έγινε ξαφνικά; Σαν να μη νοιάζει πια το βοσκό για το γάλα. Σταμάτησε να μας δίνει φαϊ, αν και ξέρουμε ολες καλά ότι έχει μπόλικο σανό και τον πουλάει αλλού, και ξέρουμε ότι ξέρει ότι όταν σταματάει να μας ταϊζει σταματάει και το γάλα, κι αυτός συνεχίζει να μη μας ταΐζει, λες και δε θέλει πια το γάλα μας, λες και δε θέλει το μαλλί μας πια, και κάθε μέρα μας δίνει ολοένα και λιγότερο φαγητό, και τα
πρόβατα Μαλλιαρή μου τα έχουν παίξει, έχουν αρχίσει να σπρώχνονται και να κλωτσούν και να είναι όλα νευρικά, και όλες φοβούνται ότι από στιγμή σε στιγμή θα ξεσπάσει κανένας καυγάς, κι είναι κι αυτοί οι τράγοι που ο βοσκός τους ταίζει καλά, κι άμα πιαστούνε μέσα στο μαντρί θα χυθεί αίμα. Αχ Μαλλιαρή! Και καμιά δε διαμαρτύρεται, καμιά δε φωνάζει. Ούτε τολμούν να το σκεφτούν. Κι άμα αγριέψει καμιά προβατίνα με μικρά, πλακώνουν τα σκυλιά, Αχ Μαλλιαρή μου τα σκυλιά.... τι δόντια είναι αυτά.... Κι οι τράγοι; Κι οι τράγοι που τους φοβούνται και τους σέβονται τα σκυλιά; Οι τράγοι τίποτε Μαλλιαρή μου. Τίποτε. Μουγκοί. Την ξέρει καλά τη δουλειά ο βοσκός! Οποιον τράγο δει εκνευρισμένο να πηδά για να αρχίσει καυγά, τον πιανει με το καλό, τον πηγαίνει δίπλα σε ξεχωριστό μαντρί, του δίνει σανό, τον κανακεύει, κι έτσι, οι καλύτεροί μας τράγοι, είναι στο διπλανό μαντρί και περνάνε ζωή και κότα, αν και εμείς πεινάμε. Και τώρα πια αν σηκωθεί κανένα άγουρο τραγί να πάει να πηδήξει και να κλωτσήσει κι αυτό, το πιάνουν αμέσως οι προβατίνες και το ηρεμούν, και του λένε να μη θέλει να γίνει κι αυτός αρχηγός και να γίνει σαν τους άλλους τράγους, κι έτσι έμεινε δίχως τράγους το μαντρί, και είναι και τα σκυλιά.... αχ Μαλλιαρή μου ήρθαν από την άλλη πόλη κι άλλα σκυλιά, και τώρα Μαλλιαρή μου είναι πια τα σκυλιά τόσα πολλά που όταν βγαίνουμε έξω δεν μπορείς να κουνηθείς, κι είναι κι αυτό το εργοστάσιο που χτίστηκε δίπλα και δε μυρίζει καλά, κι είναι κι αυτοί οι χασάπηδες που πάνε κι έρχονται όλη μέρα, κι είναι και οι πρoβατίνες που εξαφανίζονται καθημερινά και δεν ξέρουμε που πάνε και ποια τύχη έχουν, αλλά Μαλλιαρή μου δεν μπορεί, κατι θα γίνει και όλα θα πάνε καλά, κι ο βοσκός θα αρχίσει να μας ταίζει πάλι καλά, και εμείς πάλι θα αρχίσουμε να παράγουμε γάλα, και θα φυγουν και οι χασάπηδες από τη γύρω παριοχή, και θα κατεδαφίσουνε και εκείνο το φρικτό εργοστάσιο που δε μυρίζει καλά, και να πάνε πίσω από κει που ήρθανε και τα σκυλιά, δεν ξέρω Μαλλιαρή μου τι, αλλά κάτι θα γίνει και να το ξέρεις.
Δεν ξέρω γιατί, αλλά είμαι σίγουρη. Οπότε να κάνουμε λίγο ακόμα υπομονή, εμείς οι δυο ακόμα έχουμε λίγο λίπος, σίγουρα θα γλιτώσουμε, κι όσο λιγοστεύουν οι προβατίνες, το φαί γίνεται πιο πολύ, όχι ότι θα βγάλουμε γάλα, αλλά να δε θα καίμε και λίπος, και να σαι καλά Μαλλιαρή μου που είσαι και εσύ και σου λέω τον πόνο μου και ξεχνιέμαι.
Μπεεεε!
Να σαι καλά Μαλλιαρή.
Τα είπα και ξεθύμανα.
Αυτά ήταν τα τελευταία λόγια της Σγουρής πριν την αρπάξει ο βοσκός. "Ελα Μανώλη, βρήκα μια παχουλή!" φώναξε με την αγριοφωνάρα του και έριξε κάτω τη Σγουρή. Μέσα σε ένα λεπτό, την είχε δέσει χειροπόδαρα και την είχε βγάλει έξω από το μαντρί.
Και εγώ,
τι να κάνω μια έρμη προβατίνα εγώ;
χαμήλωσα τα μάτια και γύρισα στο παχνί.
Ο βοηθός του βοσκού είχε φέρει λίγο σανό.
Αν στριμωχτώ μπορεί και να τα καταφέρω.
ΘΑΛΑΜΟΦΥΛΑΚΑΣ
Ευχαριστούμε πολύ για την επίσκεψη! thiva nikolas blogspot
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ευχαριστούμε πολύ για την επίσκεψη!
Τα μόνα σχόλια που σβήνω είναι οι ύβρεις.